" Η κινεζική «πολιτεία- φάντασμα»
Στα βάθη της κινεζικής Εσωτερικής Μογγολίας, μία «ολοκαίνουρια» πολιτεία μένει ημιτελής και σχεδόν ακατοίκητη.
Κάπου ανάμεσα στους ανεμοδαρμένους αμμόλοφους της κινεζικής Εσωτερικής Μογγολίας, υπάρχει μία πολιτεία η οποία παραπέμπει στις χαμένες πόλεις του μύθου και του θρύλου: πολλά κτίρια είναι ολοκληρωμένα, ενώ άλλα δεν είναι τίποτα παραπάνω από τσιμεντένιοι ερειπωμένοι όγκοι, καθώς οι εργάτες τα εγκατέλειψαν πριν τελειώσουν τις εργασίες τους.
Στις τεράστιες λεωφόρους υπάρχει από λίγη μέχρι ελάχιστη κίνηση- και συνήθως πρόκειται για τρακτέρ τα οποία διασχίζουν οδούς οι οποίες υποτίθεται ότι θα ήταν πολυσύχναστοι δρόμοι μίας μοντέρνας πόλης.
Η πόλη, ωστόσο, δεν είναι πλήρως ακατοίκητη, καθώς πολλοί είναι αυτοί οι οποίοι μένουν στριμωγμένοι στον παλιό οικισμό- και όπως είναι φυσικό, είναι εξοργισμένοι με αυτό το οποίο αποκαλούν «σπατάλη χρημάτων».
Η «σύλληψη» του όλου προγράμματος, στην φτωχή επαρχία Κινγκσουϊχέ, είχε γίνει πριν από μία δεκαετία. Σύμφωνα με τον τοπικό αξιωματούχο Παν Λέι, οι αρχές της επαρχίας είχαν λάβει όλες τις απαραίτητες εγκρίσεις για να προχωρήσει.
«Το πρόγραμμα μελετήθηκε και διερευνήθηκε σε βάθος…οι πολίτες θα έπρεπε να το υποδεχτούν με χαρά, καθώς εγκρίθηκε από το τοπικό συμβούλιο».
Η επαρχία είναι μία από τις φτωχότερες της χώρας. Η υπόθεση ήταν ότι η νέα αυτή πόλη, η οποία θα βρισκόταν πολύ κοντά στην πρωτεύουσα της επαρχίας, Χοχότ, θα αποτελούσε πόλο έλξης επενδύσεων και θα αναζωογονούσε την τοπική οικονομία. Το ακριβές κόστος του προγράμματος είναι άγνωστο, καθώς η τοπική αυτοδιοίκηση αποφεύγει να μιλήσει για το θέμα- για την ακρίβεια, η νέα πόλη δεν εμφανίζεται καν στη λίστα των «υπό κατασκευή» που είναι αναρτημένη στην ιστοσελίδα της επαρχίας.
Σύμφωνα με αναφορές των κινεζικών ΜΜΕ, το όλο σχέδιο (εάν είχε πραγματοποιηθεί πλήρως) θα είχε κοστίσει πάνω από 6 δισεκατομμύρια γουάν (880 εκατομμύρια δολάρια).
Οι πολίτες της Κινγκσουϊχέ, πάντως, είναι εξοργισμένοι.
Όπως είπε ένας εξ αυτών, ο Λι Ξιανρόνγκ, στελέχη της τοπικής αυτοδιοίκησης είχαν προχωρήσει σε μαζικές πωλήσεις γαιών προκειμένου να χρηματοδοτήσουν το νέο σχέδιο. Το αποτέλεσμα: πλέον δεν υπάρχουν χρήματα για άλλα, σημαντικά θέματα, όπως τα προγράμματα κοινωνικής ασφάλισης ή η συντήρηση των κτιρίων της παλιάς πόλης.
«Το πρόγραμμα αυτό έχει πάει την πόλη πίσω δέκα χρόνια. Πετάξαμε ακόμη και τα λεφτά που παίρνουμε από την κεντρική κυβέρνηση. Ο λαός είναι έξω φρενών» συμπλήρωσε σχετικά ο Λι.
«Όλη η δουλειά ήταν για το τίποτα» λέει ο επιστάτης Τζινγκ Ουέν, αρμοδιότητα του οποίου είναι να προσέχει ένα ημιτελές ξενοδοχείο. Αυτός και η γυναίκα του είναι οι μόνοι μόνιμοι κάτοικοι της νέας πόλης.
Το ερώτημα που τίθεται είναι αναπόφευκτα το εξής: εφόσον δεν υπήρχε η οικονομική δυνατότητα, για ποιο λόγο ξεκίνησε η κατασκευή της πόλης;
Σύμφωνα με τα κινεζικά ΜΜΕ, το θέμα δεν ήταν ότι η τοπική κυβέρνηση «ξέμεινε» από λεφτά- αλλά ότι τα απαραίτητα κεφάλαια δεν υπήρχαν εξαρχής. Αντί των απαραιτήτων κονδυλίων, υπήρχε απλά η εντύπωση ότι η κεντρική κυβέρνηση θα υποστήριζε οικονομικά όταν ξεκινούσαν οι εργασίες. Παρόλα αυτά, το Πεκίνο ποτέ δεν ενέκρινε το σχέδιο, ωστόσο η τοπική αυτοδιοίκηση προχώρησε ούτως ή άλλως.
Κατά τον Τζόζεφ Τσενγκ, του πανεπιστημίου City του Χονγκ Κονγκ, το συγκεκριμένο φαινόμενο είναι αρκετά συχνό στην κινεζική επαρχία: η τοπική αυτοδιοίκηση κάνει ό,τι επιθυμεί, καθώς δεν ασκείται έλεγχος από την κεντρική κυβέρνηση, ενώ ο πληθυσμός είναι απλά ανίκανος να αντιδράσει".