Παρασκευή 27 Αυγούστου 2010

Ο μεγάλος παραγκωνισμός (5)

Δύο άρθρα επί του θέματος της κοινωνικής ασφάλισης. Το πρώτο από τα "Νέα":

"Σφίγγουν τα λουριά και οι Δανοί
Μειώνουν το επίδοµα ανεργίας από τέσσερα σε δύο χρόνια

Για πόσο καιρό µπορεί το κράτος να πληρώνει έναν άνεργο; Καθώς η ανεργία αυξάνεται σχεδόν παντού στον βιοµηχανικό κόσµο, το ερώτηµα γίνεται ολοένα και πιο επίκαιρο για τις κυβερνήσεις.

Επί χρόνια η Δανία θεωρούνταν πρότυπο για τις χώρες µε υψηλή ανεργία. Οι Δανοί, παρά το πλουσιοπάροχο σύστηµά τους κοινωνικής πρόνοιας, κατάφερναν να κρατούν την ανεργία σε αξιοσηµείωτα χαµηλά επίπεδα.

Τώρα όµως η Δανία, η οποία επιτρέπει στους εργοδότες να προσλαµβάνουν και να απολύουν κατά βούληση, ενώ βασίζεται σε ένα περίπλοκο σύστηµα επανεκπαίδευσης, επιδοµάτων ανεργίας και επιθετικών µέτρων για να πιέζεται ο άνεργος να δέχεται διαθέσιµες θέσεις εργασίας, αντιµετωπίζει πιέσεις. Και το σύστηµα αρχίζει να σφίγγει.

Πασχίζοντας να κρατήσει τον προϋπολογισµό της υπό έλεγχο µετά τη χρηµατοπιστωτική κρίση, η κυβέρνηση προχώρησε τον Ιούνιο σε περικοπές στο σύστηµα των επιδοµάτων της – το πιο γενναιόδωρο του κόσµου – περιορίζοντας το επίδοµα ανεργίας σε δύο χρόνια, αντί για τέσσερα. Εχοντας διαπιστώσει ότι οι δικαιούχοι του επιδόµατος είτε βρίσκουν αµέσως δουλειά είτε δέχονται οποιαδήποτε δουλειά όταν το επίδοµα σταµατά, αξιωµατούχοι εντείνουν επίσης τις προσπάθειες για να βγαίνουν ταχύτερα οι Δανοί από το προνοιακό δίχτυ ασφαλείας. «Γεγονός είναι πως όσο περισσότερος χρόνος περνάει χωρίς να έχεις δουλειά τόσο δυσκολότερο είναι να βρεις δουλειά», λέει ο υπουργός Οικονοµικών Κλάους Φρέντερικσεν. «Τέσσερα χρόνια µε επίδοµα ανεργίας είναι µια πολυτέλεια την οποία δεν µπορούµε πλέον να επιτρέψουµε στον εαυτό µας».

Χώρες µε υψηλά χρέη όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία µπορούν να επωφεληθούν, λένε οικονοµολόγοι, από την υιοθέτηση των πιο δυναµικών τµηµάτων του συστήµατος «flexicurity» της Δανίας (από τις λέξεις flexible και security, ευελιξία και ασφάλεια). Τώρα όµως που η παγκόσµια κρίση αποκάλυψε ρωγµές στο σύστηµα, οι προσπάθειες της Δανίας να βρει µια νέα ισορροπία ανάµεσα στην ευελιξία της αγοράς εργασίας και στην ασφάλεια των εργαζοµένων γίνονται όλο και πιο δύσκολες. «Εχουµε ένα διάσηµο µοντέλο flexicurity, αλλά τώρα είναι όλο flex και καθόλου security», λέει ο Κιµ Σίµονσεν που είναι πρόεδρος του ΗΚ, ενός από τα µεγαλύτερα εργατικά συνδικάτα της Δανίας.

Ασφαλώς η Δανία δεν εγκαταλείπει το κράτος πρόνοιας. Η κυβερνητική δαπάνη ισοδυναµεί περίπου µε το µισό ΑΕΠ και λίγοι Δανοί παραπονούνται για τον ανώτατο φόρο εισοδήµατος, που φτάνει το 50% και χρηµατοδοτεί γενναιόδωρα τα επιδόµατα ανεργίας, τις συντάξεις, την υγειονοµική περίθαλψη κ.ά. που κάνουν τους Δανούς, σύµφωνα µε τις έρευνες, τον ευτυχέστερο λαό στη Γη. Στη Δανία των 5,5 εκατ.
ανθρώπων, το Σύνταγµα εγγυάται το δικαίωµα των πολιτών στην εργασία και την κρατική αρωγή αν... παραπατήσουν. Ωστόσο η συντήρηση ενός φιλανθρωπικού κράτους-γκουβερνάντας αποδεικνύεται δύσκολη ακόµη και για τους ιδιαίτερα γενναιόδωρους Δανούς. «Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι η κυβέρνηση λέει πως πρέπει να περικοπούν προγράµµατα που είναι πολύ ακριβά», εξηγεί ο Ιαν Μπεγκ, καθηγητής στο London School of Εconomics. «Θα αναζητηθούν τώρα πολιτικές για την αγορά εργασίας που θα βάζουν περισσότερους ανθρώπους στη δουλειά µε λιγότερα χρήµατα».

Το 30% αλλάζει δουλειά κάθε χρόνο

Στη Δανία οι εργοδότες µπορούν να προσλαµβάνουν και να απολύουν κατά το δοκούν. Οι απολυµένοι έχουν εγγυηµένο µε επιδόµατα ανεργίας το 80% του µισθού τους.

Σε αντάλλαγµα, πρέπει να επανεκπαιδεύονται και να συµµετέχουν σε προγράµµατα διαµορφωµένα ώστε να τους οδηγoύν πίσω στη δουλειά. Κάθε χρόνο, ένα εντυπωσιακό 30% των Δανών αλλάζει δουλειά, ξέροντας ότι το σύστηµα θα τους επιτρέπει να πληρώνουν το νοίκι και να αγοράζουν τρόφιµα. Περίπου 80% ανήκουν σε συνδικάτα, τα οποία βοηθούν στη διαχείριση του προγράµµατος ασφάλισης των ανέργων τους οποίους πιέζουν για να επανεκπαιδευθούν.

Οµως καθώς η χρηµατοπιστωτική κρίση καταργεί θέσεις εργασίας, η κυβέρνηση – ο µεγαλύτερος εργοδότης στη Δανία – χρειάστηκε να προσφέρει περισσότερες θέσεις προσωρινής εργασίας και να εντείνει την εκπαίδευση. Η ανεργία βρίσκεται σήµερα στο 4,2%, χαµηλότερη απ’ ό,τι στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, αν και υπερδιπλάσια του 1,7% που ήταν πριν από δύο χρόνια.

Οπως στη Γερµανία και µερικές άλλες ευρωπαϊκές χώρες, εκατοντάδες δανοί εργαζόµενοι έχουν επίσης αγκαλιάσει επιδοτούµενα από την κυβέρνηση προγράµµατα µερικής απασχόλησης, τα οποία έχουν υιοθετηθεί για να περιορίσουν την ανεργία. Τα προγράµµατα επιτρέπουν στις εταιρείες να µειώνουν τις ώρες εργασίας ώστε να κρατούν τους εξειδικευµένους εργάτες, αντί να τους απολύουν όταν οι καιροί είναι χαλεποί".



Μια παρατήρηση (όχι μόνο για αυτό το άρθρο, αλλά γενικότερη): ο τρόπος που θέτουμε ένα ερώτημα υποδηλώνει πολύ περισσότερα πράγματα από την έκφραση της συγκεκριμένης απορίας. Υποδηλώνει την σκοπιά από την οποία εξετάζουμε το θέμα. Οταν τίθεται η ερώτηση "για πόσον καιρό μπορεί το κράτος να πληρώνει έναν άνεργο;" αυτομάτως καθίσταται σαφές το ότι αυτός που ρωτά δεν θεωρεί ως ρητή υποχρέωση του κράτους να δίδει επιδόματα ανεργίας. Επίσης, καθίσταται σαφής η εξής ακολουθία σκέψης: "το κράτος πληρώνει τους ανέργους --> το κράτος το πληρώνω εγώ --> μέχρι πότε θα πληρώνω εγώ για τους άνεργους;". Χίλια συγγράμματα στην πυρά. Γελοιοποίηση και κατάκριση βασικών, στοιχειωδών εννοιών της Οικονομικής (και όχι μόνο). Παραγκωνισμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων (κοινωνική ασφάλεια και κοινωνική αρωγή - άρθρο 34 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ενωσης και σειρά Συνταγματικών προβλέψεων σε κάθε χώρα του Δυτικού κόσμου). Παραγκωνισμός ακόμη και του διαφορικού λογισμού. Χάος! Και πράγματι, μόνο σε συνθήκες άτακτου συνονθυλεύματος επικολλημένων θεωρημάτων έχουν την ευκαιρία να ανθήσουν διαπιστώσεις όπως "έχουμε δημοσιονομικό έλλειμμα και χρέος, άρα κατάργηση επιδόματος ανεργίας".

Προσοχή: αυτό δεν σημαίνει ότι το φάρμακο στην ανεργία είναι το επίδομα ανεργίας. Ούτε σημαίνει την συλλήβδην απόρριψη των ευέλικτων μορφών εργασίας και ασφάλισης. Αντιθέτως μάλιστα, σημαίνει την υιοθέτηση των αποτελεσματικότερων μεθόδων, εφ' όσον όμως έχουν αναλυθεί οι in vivo συνθήκες, και όχι η υιοθέτηση in vitro θεωρημάτων και αξιωμάτων. Σημαίνει ότι οφείλουμε να αναλύουμε, να προτείνουμε και να ελέγχουμε χωρίς απλουστεύσεις.

Για το ίδιο θέμα (της κοινωνικής ασφάλισης) και το άρθρο του κ. Krugman:

" Η κοινωνική ασφάλιση στις ΗΠΑ δέχεται επίθεση

Toυ Paul Krugman / The New York Times

Η κοινωνική ασφάλιση στις ΗΠΑ έκλεισε τα 75 έτη την περασμένη εβδομάδα. Η επέτειος όφειλε να είναι χαρούμενη, μια ευκαιρία να εορτασθεί ένα πρόγραμμα που χάρισε αξιοπρέπεια στη ζωή των ηλικιωμένων Αμερικανών. Ομως, το πρόγραμμα δέχεται επίθεση, στην οποία συμμετέχουν σχεδόν όλοι οι Ρεπουμπλικανοί αλλά και κάποιοι από τους κυβερνώντες Δημοκρατικούς. Σύμφωνα με φήμες, η αρμόδια επιτροπή του προέδρου Ομπάμα ίσως ζητήσει δραστικές περικοπές των επιδομάτων και μεγάλη αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης.

Οι επιτιθέμενοι ισχυρίζονται ότι φοβούνται για το οικονομικό μέλλον του προγράμματος. Ομως, οι μαθηματικοί υπολογισμοί τους δεν «βγαίνουν», ενώ το θέμα δεν έχει σχέση με τα χρήματα. Μάλλον το θέμα είναι ιδεολογικό. Και στο βάθος της κρύβεται η άγνοια ή η αδιαφορία για την πραγματικότητα της ζωής πολλών Αμερικανών.

Σε ό, τι αφορά τα οικονομικά μεγέθη, αναφέρονται τα εξής: Βάσει του νόμου, η κοινωνική ασφάλιση έχει δικούς της πόρους χρηματοδότησης, μέσω των ασφαλιστικών εισφορών (FICA). Υπάρχει και ένα μέρος χρηματοδότησης από τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό. Αυτό σημαίνει ότι η κοινωνική ασφάλιση μπορεί να αντιμετωπίσει οικονομικά προβλήματα με δύο τρόπους.

Πρώτον, να αποδειχθεί ανεπαρκής η ιδία χρηματοδότηση, αναγκάζοντας το πρόγραμμα είτε να μειώσει τα επιδόματα είτε να στραφεί για βοήθεια στο Κογκρέσο.

Δεύτερον, να αποδειχθεί αβάσταχτο το κόστος της κοινωνικής ασφάλισης για τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό στο σύνολό του.

Ωστόσο, κανένα από αυτά τα εν δυνάμει προβλήματα δεν είναι σαφή. Η κοινωνική ασφάλιση παρουσιάζει πλεονάσματα το τελευταίο τέταρτο του αιώνα, τα οποία μάλιστα αποταμιεύει σε ειδικό λογαριασμό. Το πρόγραμμα δεν θα χρειαστεί να στραφεί για βοήθεια στο Κογκρέσο, ούτε να μειώσει τα επιδόματα, αν δεν εξαντληθεί. Κάτι που δεν αναμένεται να συμβεί πριν από το 2037, αλλά και κατά πάσα πιθανότητα ίσως ποτέ.

Στο μεταξύ, ο γηράσκων πληθυσμός θα επιφέρει τελικά (μέσα στην ερχόμενη 20ετία) αύξηση των επιδομάτων κοινωνικής ασφάλισης από το σημερινό 4,8% του ΑΕΠ στο 6%. Αύξηση πολύ μικρότερη από εκείνη των αμυντικών δαπανών από το 2001, την οποία η Ουάσιγκτον δεν θεώρησε κρίση, ούτε βεβαίως και λόγο αναθεώρησης των φοροελαφρύνσεων του προέδρου Μπους.

Προς τι, λοιπόν, οι ισχυρισμοί περί κρίσης; Σε μεγάλο βαθμό στηρίζονται στην κακή πίστη. Ιδίως στην υπόθεση ότι τα πλεονάσματα του προγράμματος δεν μετρούν, αφού το πρόγραμμα δεν είναι ανεξάρτητο, αλλά αποτελεί μέρος του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού. Και τι προτείνουν οι κακόπιστοι; Οχι να μειωθούν τα επιδόματα προς τους σημερινούς συνταξιούχους, αλλά στους μελλοντικούς.

Η ιδέα της αύξησης του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης πέρα απ’ όσο ήδη σχεδιάζεται –από τα 66 στα 67, ενώ κάποιοι προτείνουν ακόμα και τα 70– στηρίζεται στις διαβεβαιώσεις περί αύξησης του προσδόκιμου ζωής. Ομως, αυτό ισχύει περισσότερο για τους οικονομικά ισχυρότερους μισθωτούς, εκείνους δηλαδή που χρειάζονται λιγότερο την κοινωνική ασφάλιση. Οχι επειδή είναι πιο εύκολο να αποδεχθούν εργασία ώς τα 70, αλλά γιατί το προσδόκιμο ζωής έχει αυξηθεί πολύ στις υψηλότερες εισοδηματικές τάξεις. Δεν έχει αυξηθεί, όμως, στις χαμηλότερες. Ας αφήσουμε, λοιπόν, αυτή την περιττή και άσπλαχνη επίθεση προς τους εργαζόμενους Αμερικανούς".


Υ.Γ.: Εγραφε ο ποιητής Νίκος Καρούζος: "Μην του μιλάτε / είναι άνεργος / τα χέρια στις τσέπες του/ σαν δυο χειροβομβίδες".

Η αρχή μιας μεγάλης συζήτησης

Γράφει ο κ. Πάσχος Μανδραβέλης στην "Καθημερινή":

" Οι φόροι και τα κίνητρα

Tου Πασχου Mανδραβελη

Ελεεινολογούμε και δικαίως τους πολιτικούς, ότι άφησαν την Ελλάδα χωρίς ευρώ στη μεγάλη κρίση του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Οι Ελληνες επιχειρηματίες, όμως, είναι καλύτεροι; Σύμφωνα με έρευνα του ΕΒΕΑ το 86% των επιχειρήσεων αντιμετωπίζουν μεγάλο πρόβλημα ρευστότητας. Προσοχή! Δεν μιλάμε για νέες επενδύσεις που ακυρώνονται λόγω της κρίσης, αλλά για την καθημερινή τους λειτουργία. Το 86% των ελληνικών επιχειρήσεων δεν προετοιμάστηκαν για την κρίση και κάποιες από αυτές κλείνουν.

Η ελληνική επιχειρηματικότητα είναι ένας ακόμη μεγάλος ασθενής της οικονομικής μας πραγματικότητας. Λογικό: Διαμορφώθηκε κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν του στρεβλού μοντέλου που κυριάρχησε στην Ελλάδα μετά τον εμφύλιο. Οταν έχεις ένα μεγάλο κράτος που ρυθμίζει τα πάντα, χρηματοδοτεί τα πάντα, εξασφαλίζει τα πάντα, οι επιχειρηματίες που θα επιζήσουν δεν είναι αυτοί που καινοτομούν, αλλά αυτοί που τακτοποιούνται εντός του συγκεκριμένου μοντέλου. Ετσι κι αλλιώς, σε ένα ανελεύθερο οικονομικό σύστημα κάθε καινοτομία είναι ύποπτη και κατά κανόνα τιμωρείται.

Το χειρότερο είναι ότι ο κρατισμός έχει μπολιάσει τόσο πολύ τη σκέψη όλων μας, ακόμη και των επιχειρηματιών. Δεν είναι τυχαίο ότι το ΕΒΕΑ αναφέρει στην τελευταία του ανακοίνωση ότι «σκόπιμο θα ήταν να επιλεγούν και να γνωστοποιηθούν ευρύτερα οι πέντε πιο δυναμικοί κλάδοι για την ανάπτυξη της χώρας με βάση τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας και τη διεθνή ζήτηση και να θεσπισθεί ειδικό πρόσθετο “bonus”, πέραν των λοιπών δικαιούμενων ενισχύσεων, για τα βιώσιμα εξωστρεφή επενδυτικά σχέδια στους τομείς αυτούς». Να επιλεγούν (!) οι πέντε πιο δυναμικοί κλάδοι της οικονομίας; Από ποιον; Αντί δηλαδή οι ίδιοι επιχειρηματίες να φτιάξουν δέκα δυναμικούς κλάδους της οικονομίας, ζητούν από το κράτος να ορίσει πέντε πρωταθλητές και να δώσει και το σχετικό «μπαχτσίσι», που στη σύγχρονη ορολογία ονομάζεται bonus. Και με ποια κριτήρια θα επιλεγούν αυτοί; Γενικώς η ελληνική επιχειρηματική κοινότητα θεωρεί ανάπτυξη δύο πράγματα: κίνητρα και φοροαπαλλαγές ή αντιθέτως φοροαπαλλαγές και κίνητρα.

Ενα από τα πάγια αιτήματα είναι η μείωση των συντελεστών των διανεμόμενων κερδών, έτσι ώστε να υπάρξει κίνητρο για περαιτέρω επενδύσεις. Αυτό θεωρητικά είναι σωστό. Στην πράξη όμως δεν δούλεψε. Την περίοδο 2004 - 2009 τα μερίσματα φορολογήθηκαν ξεχωριστά από τα υπόλοιπα εισοδήματα και με τον πενιχρό συντελεστή 10%. Ταυτόχρονα όμως μειώθηκαν και οι ιδιωτικές επενδύσεις στην Ελλάδα από το 20,1% του ΑΕΠ το 2003 στο 16,4% το 2008. Αλλά είναι και άδικο. Είναι λογική η χαμηλή φορολογία των αδιανέμητων κερδών που κατά κανόνα γίνονται επενδύσεις, αλλά με ποιο δίκαιο νομιμοποιείται η διαφορετική μεταχείριση προσωπικών εισοδημάτων, αναλόγως της πηγής; Με βάση τις πιθανές προθέσεις των φορολογικών υποκειμένων; Και οι μισθωτοί τα επιπλέον χρήματα σε τράπεζες τα βάζουν και επενδύσεις θα γίνουν. Γιατί να μην χαίρουν των ιδίων φοροαπαλλαγών;

Το αίτημα εδράζεται σε μια σοφιστεία που κυκλοφορεί πολύ και πείθει. Τα κέρδη φορολογούνται μία φορά ως κέρδη επιχειρήσεων και μία φορά ως μερίσματα, με αποτέλεσμα να ανεβαίνει πολύ ο συντελεστής. Αυτό είναι αλήθεια, αλλά το ίδιο ισχύει και για τις φοροαπαλλαγές. Οι επιχειρήσεις έχουν δικαίως πολλές φοροαπαλλαγές και σ’ αυτές προστίθενται εκείνες των φυσικών προσώπων. Πώς θα γίνει δηλαδή; Στους φόρους μαζί και στις φοροαπαλλαγές χώρια;

Χρειάζεται να αρθούν πολλά αντικίνητρα για να γίνουν νέες επενδύσεις στην Ελλάδα. Υπάρχει γραφειοκρατία, οι κανόνες αλλάζουν διαρκώς, υποβόσκει κοινωνική εχθρότητα στην επιχειρηματικότητα κ.λπ. Αυτά είναι στοιχήματα που η χώρα πρέπει να κερδίσει. Αλλά είναι πολλά αυτά που πρέπει να κάνουν και οι επιχειρηματίες. Να βγάλουν κανένα προϊόν που να μπει στα ράφια των ξένων σούπερ μάρκετ, γιατί και η ανταγωνιστικότητα την περίοδο των χαμηλών συντελεστών καταβαραθρώθηκε".


Οπως καταλαβαίνετε, θα επανέλθουμε στο θέμα.

Προτάσεις ΕΒΕΑ περί του Μνημονίου

Οπως διαβάζουμε:

"Ο επιχειρηματικός κόσμος ζητά την τροποποίηση του μνημονίου

Αμεση τροποποίηση των όρων του Μνημονίου, ζητάει ο επιχειρηματικός κόσμος διότι ορισμένες από τις ρυθμίσεις του εμποδίζουν την προσπάθεια ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας. Αυτό σημειώνει μεταξύ άλλων σε υπόμνημά του προς τον πρωθυπουργό και τους πολιτικούς αρχηγούς των κομμάτων εν όψει της ΔΕΘ το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αθήνας.

Το ΕΒΕΑ αναφέρει ότι ο στόχος της δημοσιονομικής εξυγίανσης δεν μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την υπερφορολόγηση και τις οριζόντιες περικοπές ενώ ζητάει και από τον επιχειρηματικό κόσμο να ξεφύγει από την κρατικοδίαιτη λογική. Το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αθηνών θεωρεί ότι η δημοσιονομική εξυγίανση της χώρας αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση, προκειμένου κράτος και τράπεζες να μπορέσουν να απευθυνθούν ξανά στις διεθνείς αγορές για να χρηματοδοτήσουν την ανάπτυξη της χώρας. Εάν ο στόχος αυτός δεν επιτευχθεί, καμία πολιτική ανάπτυξης και ενίσχυσης της ρευστότητας της αγοράς και των επιχειρήσεων δεν μπορεί να είναι εφικτή.

Οπως σημειώνει όμως στο υπόμνημά του από την πρώτη στιγμή της ανακοίνωσης ορισμένων πολιτικών και μέτρων που περιέχονται στο Μνημόνιο, και με τις οποίες επιχειρείται η δημοσιονομική εξυγίανση, το Επιμελητήριο εξέφρασε τις
αντιρρήσεις του.

Αναλυτικά το υπόμνημα έχει ως εξής:

«Αν και ο τελικός στόχος του μνημονίου βρίσκει σύμφωνο τον επιχειρηματικό κόσμο, ορισμένες από τις, επί μέρους, ρυθμίσεις του - έστω και με την κατάλληλη, για επικοινωνιακούς λόγους, διόγκωση των προσδοκώμενων αποτελεσμάτων-, είναι βέβαιο ότι εμποδίζουν κάθε προσπάθεια ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, υπονομεύοντας τον ίδιο το στόχο της δημοσιονομικής εξυγίανσης. Η συνολική, πολιτική που επιβάλλει το Μνημόνιο, με τις αντιφάσεις, τις υπερβολές, τις παρενέργειες και τις αδικίες του, όχι μόνον δεν αφήνει καμία
ελπίδα βελτίωσης της κατάστασης, αλλά αναιρεί και τις όποιες θετικές εξελίξεις θα μπορούσαν να προεξοφληθούν από μια «κλασσική» εθνική εκσυγχρονιστική πρωτοβουλία.

Όπως διαφάνηκε μέχρι σήμερα, το Μνημόνιο δεν αποτελεί συνολική μεταρρυθμιστική προσπάθεια, αλλά μια τοκογλυφική διαδικασία επιβολής εύκολων, ισοπεδωτικών και αναποτελεσματικών επιλογών που, αντί να εκσυγχρονίζουν, κατεδαφίζουν, αντί να αναπροσανατολίζουν, αποσυνθέτουν και αντί να εξοικονομούν πόρους, προσθέτουν φτώχεια, διευρύνουν ανισότητες και αποδυναμώνουν ελπίδες και προοπτικές.
Αντί του εμπλουτισμού της Δημόσιας Διοίκησης με άξια στελέχη, ώστε να βελτιωθεί η παραγωγικότητά της, επιβάλλεται γενικό πάγωμα αμοιβών, αντί της πάταξης της φοροδιαφυγής με τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, επιβάλλονται έκτακτες εισφορές στους συνεπείς φορολογούμενους και διαδοχικές αυξήσεις της έμμεσης φορολογίας, αντί της ανάκλησης σκανδαλωδώς προκλητικών συντάξεων, περικόπτονται τα δώρα των χαμηλόμισθων. Επίσης, στερείται ίχνους αναπτυξιακής φιλοσοφίας και αντιμετωπίζει μυωπικά το θέμα της μειωμένης ανταγωνιστικότητας, προδιαγράφοντας την αδυναμία υλοποίησης των τεθέντων στόχων.

Τέλος, επιβάλλει θυσίες, χωρίς προηγούμενη ορθολογική αξιολόγηση των σχετικών αναγκών, με συνέπεια, αχρείαστες στερήσεις και βίαιες προσαρμογές σε περιορισμένα χρονικά όρια. Επειδή, για τους λόγους αυτούς, το Μνημόνιο, αποτελεί τροχοπέδη ανάπτυξης και εξορθολογισμού, επιβάλλεται κατά την άποψη του ΕΒΕΑ : ή η άμεση απεμπλοκή από τους όρους του,ή η ουσιαστική αλλαγή των όρων αυτών.

Η πλέον άμεση αλλαγή που απαιτείται είναι αυτή του φορολογικού καθεστώτος. Η αύξηση των φόρων έχει επιφέρει κάθετη μείωση της κατανάλωσης, με αποτέλεσμα να χάνονται δισεκατομμύρια ευρώ από τα δημόσια ταμεία. Επιπλέον, η αύξηση των φόρων για τα μερίσματα στις επιχειρήσεις, σε συνδυασμό με τις συνεχείς έκτακτες εισφορές, δημιουργούν μείζον ανταγωνιστικό μειονέκτημα για όλες τις επιχειρήσεις που έχουν επιλέξει ως έδρα τους την Ελλάδα. Λειτουργούν, παράλληλα, ως σοβαρό αντικίνητρο για οποιαδήποτε ξένη επιχείρηση θα επιθυμούσε
να δραστηριοποιηθεί και να επενδύσει στη χώρα μας. Κυβέρνηση και κόμματα θα πρέπει να συνειδητοποιήσουν, όσο είναι ακόμα καιρός,
ότι για να επιστρέψει η ελληνική οικονομία σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, ο ιδιωτικός τομέας θα πρέπει να λειτουργήσει επιτέλους σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον.
Με τους υψηλούς φορολογικούς συντελεστές, τις έκτατες εισφορές, το ΦΠΑ στα ύψη και τη δαιμονοποίηση της περιουσίας και του κέρδους που έχει επιβάλλει το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα, επενδύσεις και ανάπτυξη δεν πρόκειται να έχουμε. Αν σε αυτά τα προβλήματα προστεθεί η κάθετη πτώση της κατανάλωσης και τα προβλήματα ρευστότητας των ελληνικών επιχειρήσεων, γίνεται προφανές ότι οι επόμενοι μήνες θα φέρουν βαθύτερη ύφεση και υψηλότερη ανεργία, αντί για την ανάπτυξη που έχει ανάγκη η χώρα μας.

Η πολιτική που εφαρμόζεται οδηγεί σε πλήρες αδιέξοδο. Δεν είναι τυχαίο ότι, ακόμα και μετά την φορολογική καταιγίδα που ενέσκηψε στην Ελλάδα, οι διεθνείς τράπεζες αρνούνται να χρηματοδοτήσουν την ελληνική οικονομία. Έτσι, το ελληνικό spread έχει εκτιναχθεί και πάλι πάνω από τις 900 μονάδες.
Χρειάζεται εδώ και τώρα αλλαγή πολιτικής. Η Ελλάδα χρειάζεται να επιστρέψει και πάλι σε τροχιά ανάπτυξης. Για να γίνει αυτό, απαιτείται η στήριξη και όχι η αποδυνάμωση του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας.

Η κυβέρνηση οφείλει:

Πρώτον, να μειώσει τους φορολογικούς συντελεστές για τις επιχειρήσεις. Σε περίοδο ύφεσης, περισσότεροι φόροι σημαίνουν λιγότερα έσοδα για το κράτος. Σημαίνουν αύξηση και όχι μείωση της φοροδιαφυγής. Η κυβέρνηση χρειάζεται να στηριχθεί στη λογική και όχι σε δογματικές αντιλήψεις, που πηγάζουν από το παρελθόν και οδηγούν στο σημερινό αδιέξοδο. Κανένας νέος αναπτυξιακός νόμος δεν μπορεί να προσελκύσει ιδιωτικές επενδύσεις, όταν οι νέες επιχειρήσεις θα καλούνται να πληρώνουν 4 φορές υψηλότερους φόρους, σε σύγκριση με γειτονικές μας χώρες, αλλά και εργοδοτικές εισφορές που κατατάσσονται ανάμεσα στις υψηλότερες σε όλη την Ευρώπη.

Δεύτερον, η περικοπή των κρατικών δαπανών δεν μπορεί να αφορά το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και την υλοποίηση του ΕΣΠΑ. Το αντίθετο χρειάζεται να γίνει. Ήδη το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων στο πρώτο επτάμηνο είναι μειωμένο κατά 36,3% σε σχέση με πέρυσι. Το κράτος δεν πληρώνει τις υποχρεώσεις του προς τον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας. Οι επιστροφές φόρων καθυστερούν. Το ΤΕΜΠΜΕ έχει βαλτώσει. Υπό αυτές τις συνθήκες, δεν μπορούμε να ελπίζουμε σε ανάκαμψη.

Τρίτον, απαιτείται άμεση προώθηση συγκεκριμένων αναπτυξιακών έργων και πολιτικών, όπως: η ανάπτυξη του νέου δικτύου οπτικών ινών, η ορθολογική και ρεαλιστική αξιοποίηση της έκτασης του Ελληνικού, η αξιοποίηση των περιφερειακών αεροδρομίων και λιμένων, η δημιουργία σύγχρονων μαρίνων, η κατασκευή θεματικών πάρκων και χώρων άθλησης σε επιλεγμένες περιοχές, η κατασκευή εμπορευματικών κέντρων, οι Νέοι Αυτοκινητόδρομοι Αττικής, το νέο Αεροδρόμιο στο Καστέλι της Κρήτης, η εφαρμογή του νέου χωροταξικού σχεδιασμού και των ειδικών χωροταξικών πλαισίων, η απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας, η διαχείριση των απορριμμάτων και η αναμόρφωση και η πλήρης αποκρατικοποίηση του τραπεζικού συστήματος. Οταν εθνικός στόχος είναι η ανάπτυξη, πολιτικές και έργα όπως τα παραπάνω οφείλουν να προχωρούν ταχύτατα και όχι με ρυθμούς χελώνας, όπως συμβαίνει μέχρι σήμερα.

Τέταρτον, χρειάζεται ριζική μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης, τόσο για τον υγιή περιορισμό των κρατικών δαπανών, όσο και για την αύξηση της
παραγωγικότητας. Σχεδόν ένα χρόνο μετά την ανάληψη της εξουσίας από τη νέα κυβέρνηση, το κράτος λειτουργεί χειρότερα και όχι καλύτερα σε σχέση με πριν. Η μεταρρύθμιση στη δημόσια διοίκηση οφείλει στηριχτεί σε πέντε άξονες:

Α) Ριζική αναδιοργάνωση φορέων, υπηρεσιών και διευθύνσεων/τμημάτων, με μείωση των οργανικών μονάδων κατά 40%.

Β) Δραστική απλούστευση και κεντροποίηση των διαδικασιών, με στόχο τη μείωση των αναγκών σε προσωπικό, τουλάχιστον κατά 20%.
Γ) Ευρεία αναδιάταξη και αξιοποίηση του προσωπικού-χωρίς απολύσεις αλλά με μετατάξεις- ιδίως εάν εφαρμοστούν σωστά οι δύο παραπάνω πολιτικές, με στόχο τη βελτίωση των υπηρεσιών προς το πολίτη.

Δ) Εκσυγχρονισμός προμηθειών, με την εφαρμογή βέλτιστων πρακτικών, όπως η αντικειμενική διαβάθμιση προτεραιότητας των αναγκών, η ανάπτυξη ρεαλιστικών προδιαγραφών, η τυποποίηση και η συγκέντρωση ομοειδών υλικών και υπηρεσιών και οι αδιάβλητες ταχείες διαδικασίες, όπως οι ηλεκτρονικές δημοπρασίες, με μείωση του κόστους προμηθειών του Δημοσίου κατά 20-30%.

Ε) Η καθιέρωση ενιαίου μισθολογίου και η σύνδεση μισθών και αποδοτικότητας, για τους δημοσίους υπαλλήλους.

Πέμπτον, απαιτείται να προχωρήσει ταχύτερα η απελευθέρωση των κλειστών επαγγελμάτων και η κατάργηση της ενιαίας υποχρεωτικής αμοιβής ή του ενιαίου ποσοστού κέρδους από διάφορες επαγγελματικές ομάδες. Έκτον, η κυβέρνηση θα πρέπει να προχωρήσει σε απελευθέρωση των κλειστών αγορών
και στη διαμόρφωση ίσων όρων ανταγωνισμού για τις κρατικές και τις ιδιωτικές επιχειρήσεις. Ενδεικτικά, προς το σκοπό αυτό απαιτείται η άρση περιορισμών όπως: περιορισμένο ωράριο λειτουργίας πρατηρίων υγρών καυσίμων, νομοθεσία για υποχρεωτική τήρηση αποθεμάτων υγρών καυσίμων, περιορισμοί στο ελλιμενισμό κρουαζιερόπλοιων, περιορισμοί στην παρασκευή και διάθεση άρτου κ.λ.π.
Έβδομον, χρειάζεται επαναπροσδιορισμός του καταλόγου Φόρων Υπέρ Τρίτων, από μηδενική βάση, με κριτήριο τη σκοπιμότητα και την οικονομική αποτελεσματικότητα κάθε περίπτωσης. Όγδοον, η κυβέρνηση θα πρέπει να προωθήσει χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση διαδικασίες εξυγίανσης σε όλες τις ζημιογόνες ΔΕΚΟ. Ένατον, προτείνεται η καθιέρωση Κέντρων Εξυπηρέτησης Επιχειρήσεων στα επιμελητήρια όλης της χώρας, με στόχο την επιτάχυνση και τη βελτίωση της ποι ότητας των υπηρεσιών που παρέχονται.
Δέκατον, απαιτούνται πολιτικές οι οποίες αναγνωρίζουν τα πιθανά προβλήματα ρευστότητας που αντιμετωπίζουν σήμερα οι επιχειρήσεις. Ένα ευαίσθητο κράτος οφείλει να σχεδιάσει μια διαδικασία, με την οποία ο φορολογούμενος θα δηλώνει την οφειλή του, αλλά δεν θα χρειάζεται να την καταβάλει άπαξ και εξ ολοκλήρου. Αντίθετα, μπορεί να προβλέπεται η αυτοδίκαιη ένταξη σε σύστημα ρύθμισης με ευνοϊκούς όρους. Και επιπλέον θα πρέπει να προβλέπεται ένα συμψηφισμός οφειλών επιχειρήσεων προς το κράτος με οφειλές του κράτους προς επιχειρήσεις. Αυτό επιβάλλει ένα κράτος δίκαιου. Μπροστά σε επικίνδυνα αδιέξοδα βρίσκεται, όμως, σήμερα και ο ιδιωτικός τομέας, που βλέπει τις πόρτες του τραπεζικού μας συστήματος να παραμένουν ερμητικά κλειστές για το σύνολο σχεδόν των επιχειρήσεών (η πιστωτική επέκταση προς τον ιδιωτικό τομέα εκτιμάται ότι θα κυμανθεί γύρω στο μηδέν το 2010 και το 2011), το ΤΕΜΠΜΕ ουσιαστικά να υπολειτουργεί, τα «λουκέτα» στα εμπορικά και βιομηχανικά καταστήματα να πολλαπλασιάζονται, το κύμα «φυγής» από τη χώρα επιχειρήσεων και στελεχών να δυναμώνει, την άπνοια στις συναλλαγές να εντείνεται και τα κέρδη να μειώνονται σημαντικά καθώς ο πληθωρισμός, οι φόροι και η λιτότητα ροκανίζουν τα εισοδήματα. Και επί πλέον, κανένας δε γνωρίζει με ακρίβεια το μίγμα της φορολογικής καταιγίδας που έρχεται για το 2011 (υπολογίζεται ότι θα απαιτηθούν πρόσθετα έσοδα 5 δισ. ευρώ και νέες περικοπές δαπανών ύψους 1,5 δισ. ευρώ περίπου). Ασφαλώς, μεγάλη ευθύνη για την κατάσταση αυτή φέρουν οι αναποτελεσματικές οικονομικές πολιτικές των τελευταίων χρόνων, η καθυστέρηση προώθησης ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων, η επίμονη γραφειοκρατία, η συντεχνιακή νοοτροπία. Ευθύνες, όμως, για την κατάσταση αυτή φέρει και ο ιδιωτικός τομέας. Η ειλικρινής αυτοκριτική που πάντα νομιμοποιεί την οποιοδήποτε κριτική και διευκολύνει τις αναγκαίες αλλαγές πορείας, είναι σήμερα, που σήμανε το τέλος των ψευδαισθήσεων, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, αναγκαία στους κόλπους του επιχειρηματικού κόσμου.

Το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας της ελληνικής παραγωγής είναι σημαντικό και συνεχώς διευρύνεται. Στη μεγέθυνσή του, όμως, σοβαρές ευθύνες έχει και μία μερίδα της επιχειρηματικής τάξης, η οποία, στερούμενη οραμάτων, αναπτυξιακών στόχων και κοινωνικών ευαισθησιών, έχει αναγάγει σε δόγμα και κατευθυντήρια γραμμή δράσης, την επιδίωξη του εύκολου και γρήγορου κέρδους, με ότι αυτό συνεπάγεται. Αδιαφορώντας για τον υπερεπαγγελματισμό και τη συνεχώς διευρυνόμενη «επιχειρηματικότητα από ανάγκη» που δε διακρίνεται και τόσο για την επιθυμία ανάληψης επιχειρηματικών ρίσκων, μερίδα που επιχειρηματικού κόσμου συμβιβάστηκε με τη διαιώνιση αντιπαραγωγικών και αναποτελεσματικών δομών. Η
απαρέσκειά προς κάθε επίπονη και συστηματική προσπάθεια βελτίωσης της παραγωγικότητας και διείσδυσης στις ξένες αγορές (σύγχρονο management,
καινοτομία, σύγχρονη τεχνολογία, πληρέστερη αξιοποίηση ανθρώπινου παράγοντα κ.α) οδήγησε στην αποδοχή της διαπλοκής και την άνθιση της κρατικοδίαιτης επιχειρηματικότητας που εν τέλει αποτελεί πηγή πολλών δεινών για την εθνική οικονομία. Αυτή η μερίδα των επιχειρηματιών δυσκόλεψε, τη δημιουργία νέων, πιο εξωστρεφών, καινοτόμων μονάδων, προσαρμοσμένων καλύτερα στις σημερινές
απαιτήσεις μιας «ανοικτής» οικονομίας.

Είναι προφανές ότι βαθιά κρίση αντιμετωπίζει, σήμερα, και ο ιδιωτικός τομέας, σημαντικό μέρος του οποίου δεν έχει μέλλον, σε μια περίοδο μάλιστα που
καλείται, εκ των πραγμάτων, να επωμισθεί αυξημένες ευθύνες. Γι' αυτό καλούμαστε να αναλάβουμε τις αναγκαίες πρωτοβουλίες για την παραγωγή
ανταγωνιστικότερων προϊόντων, επενδύοντας, μαζικά, στους τομείς όπου διαθέτουμε ικανά συγκριτικά πλεονεκτήματα, αξιοποιώντας συνέργιες και οικονομίες κλίμακας, αναπτύσσοντας νέες μορφές συνεργασίας με το ξένο κεφάλαιο και τις σύγχρονες πηγές προηγμένης τεχνολογίας
».

Το επικαιροποιημένο Μνημόνιο

Οπως διαβάζουμε στο "Βήμα":

"Νέο μνημόνιο με σκληρούς όρους
Προβλέπει επιπλέον έμμεσους και άμεσους φόρους, περικοπή δαπανών και μέτρα για την αύξηση των εσόδων την επόμενη διετία

Δέκα νέοι έμμεσοι και άμεσοι φόροι με στόχο την είσπραξη 5 δισ. ευρώ έρχονται το 2011. Το «μενού» περιλαμβάνει νέα τεκμήρια φορολόγησης των ελευθέρων επαγγελματιών, «χαράτσι» για τη ρύθμιση των αυθαιρέτων, φόρο για τους ημιυπαίθριους, «έκτακτη εισφορά» στις πολύ κερδοφόρες επιχειρήσεις, «πράσινο φόρο», νέο φόρο πολυτελείας και φορολόγηση του leasing των αυτοκινήτων. Αυτό προκύπτει από το επικαιροποιημένο Μνημόνιο Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής, που υπογράφεται από τον υπουργό Οικονομικών κ Γ. Παπακωνσταντίνου και τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γ. Προβόπουλο, το οποίο δόθηκε χθες στη δημοσιότητα. Επίσης προβλέπεται εισιτήριο 3 ευρώ για τα εξωτερικά ιατρεία των νοσοκομείων και σταδιακή αύξηση των τιμολογίων της ΔΕΗ. Η κυβέρνηση αναζητεί πρόσθετους πόρους από περικοπές δαπανών και φόρους συνολικού ύψους 9,775 δισ. ευρώ για την ερχόμενη διετία (2011-2012) στο πλαίσιο των δεσμεύσεων έναντι της τρόικας. Από το ποσό των 9.775 δισ. ευρώ τα 6,350 δισ. ευρώ πρέπει να αντληθούν το 2011 και τα 3,425 δισ. ευρώ το 2012.

Για το φλέγον ζήτημα των εσόδων, στο επικαιροποιημένο μνημόνιο, οι κκ. Παπακωνσταντίνου και Προβόπουλος αναγνωρίζουν ότι ήταν «δύσκολος ο απόλυτος έλεγχος των δαπανών σε κάποιους φορείς του Δημοσίου» και ότι αναμένοντας αυτές τις δυσκολίες, «η εκτέλεση του προϋπολογισμού της κεντρικής κυβέρνησης έχει προχωρήσει περισσότερο από τον αρχικό προγραμματισμό, εξασφαλίζοντας έτσι ότι οι στόχοι για τις δαπάνες της γενικής κυβέρνησης θα εκπληρωθούν».

Η ανάγκη αυστηρής τήρησης του μνημονίου και της στενής παρακολούθησης (μήνα-μήνα) από την τρόικα αποδεικνύεται από το γεγονός ότι στο επικαιροποιημένο μνημόνιο αναφέρεται ότι ο κ. Παπακωνσταντίνου θα έχει το δικαίωμα βέτο σε αποφάσεις άλλων υπουργών στα θέματα προϋπολογισμού των υπουργείων τους. Ειδικότερα, ενδυναμώνεται η θέση του υπουργείου Οικονομικών σε σχέση με τα υπόλοιπα υπουργεία τόσο κατά τη φάση προετοιμασίας όσο και της εκτέλεσης του προϋπολογισμού, δίνοντας στον υπουργό Οικονομικών «δικαίωμα αρνησικυρίας στις αποφάσεις για δαπάνες και στην εκτέλεσή τους».

Νέα μέτρα «ανά πάσα στιγμή»
Στο νέο μνημόνιο αναφέρονται ρητά τα μέτρα, οι ενέργειες και οι δράσεις σχετικά με την εξοικονόμηση πόρων, την είσπραξη περισσότερων φόρων, το συνταξιοδοτικό και τα επικουρικά ταμεία, τις παρεμβάσεις στις συλλογικές διαπραγματεύσεις, τα εργασιακά δικαιώματα (υπερωρίες, αμοιβές κ.λπ.), τα κλειστά επαγγέλματα και την απελευθέρωση των υπηρεσιών, τις αποκρατικοποιήσεις, τη δημιουργία κεντρικής αρχής προμηθειών του Δημοσίου, τον εκσυγχρονισμό του συστήματος Υγείας και τις πολιτικές στον χρηματοπιστωτικό τομέα.

Κύκλοι του υπουργείου Οικονομικών ανέφεραν ότι «οι επόμενοι μήνες ως το τέλος του 2010 θα καθορίσουν και τον βαθμό επίτευξης των στόχων» και απέδιδαν ιδιαίτερη σημασία στην κατάρτιση του προϋπολογισμού για το 2011. Το προσχέδιο του προϋπολογισμού αυτού θα παρουσιαστεί στις αρχές Οκτωβρίου.

Αυτό είναι το καλό σενάριο, διότι όπως σημειώνεται με έμφαση, «ανά πάσα στιγμή, αν η απόδοση απομακρυνθεί από αυτούς τους στόχους, ή τα έσοδα πέσουν κάτω από το προγραμματισμένο, η κυβέρνηση θα είναι έτοιμη να λάβει διορθωτικά μέτρα».

Πιθανόν νέες ρυθμίσεις για τις συντάξεις ως τον Ιούνιο του 2011
Η κυβέρνηση δεσμεύεται με το επικαιροποιημένο μνημόνιο για την προώθηση «τυχόν αναγκαίων προσαρμογών των παραμέτρων στις κύριες συντάξεις» ως το τέλος Ιουνίου 2011 και την πλήρη αξιολόγηση των επικουρικών ταμείων και των ταμείων πρόνοιας ως το τέλος Δεκεμβρίου 2011.

Συγκεκριμένα, η Εθνική Αναλογιστική Αρχή θα ολοκληρώσει την αξιολόγηση των επιπτώσεων της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης όσον αφορά τα κύρια συνταξιοδοτικά ταμεία ως το τέλος του Δεκεμβρίου 2010 και όσον αφορά τα μεγαλύτερα επικουρικά ταμεία συντάξεων μέχρι τα τέλη Μαρτίου 2011. Αυτές οι αξιολογήσεις θα καθορίσουν κατά πόσον απαιτούνται περαιτέρω προσαρμογές των παραμέτρων τού συνταξιοδοτικού συστήματος για τη συγκράτηση της αύξησης των συνταξιοδοτικών δαπανών στο 2,5% του ΑΕΠ μεταξύ 2009-2060. Οποιεσδήποτε περαιτέρω προσαρμογές, αν χρειαστεί, θα ολοκληρωθούν ως τα τέλη Ιουνίου του 2011 σε διαβούλευση με ειδικούς εμπειρογνώμονες.

Αλλαγές σε Εργασιακό και συλλογικές διαπραγματεύσεις
Για το Εργασιακό αναφέρεται ότι θα ληφθούν μέτρα για τη μεταρρύθμιση των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Ειδικότερα σημειώνεται ότι οι νομοθετικές αλλαγές του Ιουλίου οι οποίες αλλάζουν τη νομοθεσία προστασίας της απασχόλησης και το καθεστώς που διέπει τις απολύσεις, οδηγούν «στην αλλαγή του πλαισίου εφαρμογής των κατώτατων μισθών, στη μείωση της αποζημίωσης των υπερωριών, και επιτρέπουν στις συμφωνίες σε επίπεδο επιχειρήσεων να υπερέχουν των άλλων επιπέδων. Παράλληλα με τις μεταρρυθμίσεις στην απασχόληση στο Δημόσιο που μειώνουν τις στρεβλώσεις στην αγορά εργασίας, οι αλλαγές αυτές θα αυξήσουν την προσαρμογή των ικανοτήτων τών επιχειρήσεων και τελικά την τόνωση της απασχόλησης».

Προωθείται η λειτουργία των θεσμών συλλογικών διαπραγματεύσεων έτσι ώστε να οδηγούν σε μισθούς αντίστοιχους με την παραγωγικότητα. Η κυβέρνηση δεσμεύεται μέσω του μνημονίου ότι θα ληφθούν περαιτέρω μέτρα για τη μεταρρύθμιση των συλλογικών διαπραγματεύσεων «συμπεριλαμβανομένης της κατάργησης της αυτόματης επέκτασης των τομεακών συμφωνιών σε εκείνους που δεν εκπροσωπούνται στις διαπραγματεύσεις». Ταυτόχρονα η κυβέρνηση θα θεσπίσει νομοθεσία για την εισαγωγή συμμετρίας στο σύστημα διαιτησίας ενισχύοντας την ανεξαρτησία και τη διαφάνεια ενώ οι συμβάσεις σε επίπεδο επιχείρησης θα υπερισχύουν των κλαδικών συμβάσεων που με τη σειρά τους υπερισχύουν έναντι των συμβάσεων σε επίπεδο επαγγελματικών ενώσεων. Παράλληλα θα επεκταθεί η δοκιμαστική περίοδος για τους νεοπροσληφθέντες στο ένα έτος και θα ληφθούν μέτρα για τη διευκόλυνση της επέκτασης της χρήσης συμβάσεων προσωρινής εργασίας και μερικής απασχόλησης".

Το Μνημόνιο μπορείτε να δείτε πατώντας εδώ (αρχείο .pdf, "ανοίγει" με Acrobat Reader). Θεωρώ απολύτως απαραίτητη την προσεκτική μελέτη του. Περί του θέματος θα επανέλθουμε.

Περί αποταμίευσης

Διαβάζουμε στην "Καθημερινή":

" Πώς και πότε «κόπηκαν» οι καταθέσεις των νοικοκυριών...

Η απομείωση της αποταμίευσης –το ποσό δηλαδή που τα νοικοκυριά «βάζουν στην άκρη», είτε με τη μορφή καταθέσεων είτε με τη μορφή τοποθετήσεων σε κινητές αξίες– συμπίπτει με το χρόνο απελευθέρωσης της καταναλωτικής πίστης, που ξεκίνησε το 2000. Σύμφωνα με τα στοιχεία του διεθνούς οργανισμού η καθαρή αποταμίευση στη χώρα μας, βρέθηκε τη χρονιά εκείνη στο αρνητικό επίπεδο (-6%) και από τότε παραμένει αρνητική για όλες τις χρονιές μέχρι και το 2006. Τα στοιχεία του ΟΟΣΑ δείχνουν το ελληνικό νοικοκυριό να αποταμιεύει λιγότερα σε σχέση και με το μέσο νοικοκυριό στην Αμερική, που αποταμιεύει έστω και ένα ελάχιστο ποσοστό από το εισόδημά του, της τάξης του 0,5%. Την υψηλότερη επίδοση στη σύγκριση του διεθνούς οργανισμού έχουν τα γαλλικά νοικοκυριά, με ποσοστό αποταμίευσης 12%, ενώ αμέσως μετά ακολουθούν τα γερμανικά νοικοκυριά με 10,6%.

Η επίδοση της Ελλάδας είναι η χειρότερη και για τον πρόσθετο λόγο ότι το αρνητικό ποσοστό αποταμίευσης δεν αποτελεί ένα συγκυριακό φαινόμενο –όπως είναι η περίπτωση της Φινλανδίας– αλλά αποτελεί σταθερή οικονομική συμπεριφορά για όλη την τελευταία 6ετία. Η ανάλυση του ΟΟΣΑ μετράει το διαθέσιμο εισόδημα, όπως αυτό προκύπτει, αφού προηγουμένως αφαιρεθεί η τεκμαρτή δαπάνη που θα πλήρωνε κάποιος για ενοίκιο και αφού επίσης αφαιρεθεί και το ποσό της απόσβεσης του ακινήτου κάθε χρόνο.

Ανεξάρτητα πάντως από τον τρόπο που υπολογίζει κανείς το διαθέσιμο εισόδημα, το χαμηλό ποσοστό αποταμίευσης των Ελλήνων επιβεβαιώνεται από όλες τις σχετικές μετρήσεις, ανατρέποντας τα στοιχεία που προκύπτουν από την αύξηση των καταθέσεων από τα 95,5 δισ. ευρώ το 2003, στα 158,3 δισ. ευρώ το 2007. Τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομίας δείχνουν ότι το ποσοστό αποταμίευσης των νοικοκυριών σε σχέση με το διαθέσιμο εισόδημα, διαμορφώθηκε το 2007, μόλις στο 1,9% οριακά υψηλότερο από το 1,2% του προηγούμενου χρόνου. Το 2007 το ποσοστό της αποταμίευσης των ελληνικών νοικοκυριών ως ποσοστό του ΑΕΠ, διαμορφώθηκε στο 1,4% έναντι 0,9% το 2006, ενώ από το σύνολο των 165 δισ. ευρώ, που ήταν το συνολικό διαθέσιμο εισόδημα των ελληνικών νοικοκυριών το 2007, οι τοποθετήσεις σε καταθέσεις ή κινητές αξίες, ήταν μόλις 3,1 δισ. ευρώ (έναντι 154 δισ. ευρώ και 1,8 δισ. ευρώ το 2006). Θα πρέπε να σημειωθεί ότι η μέτρηση του ποσοστού της αποταμίευσης σε σχέση με το διαθέσιμο εισόδημα, αποτελεί έναν από τους πλέον αξιόπιστους δείκτες, αφού συνεκτιμά και την ιδιωτική κατανάλωση, η οποία όπως είναι γνωστό, βαίνει αυξανόμενη τα τελευταία χρόνια και από 103,1 δισ. ευρώ το 2000, εκτινάχθηκε στα 168 δισ. ευρώ το 2007.

Η τάση των Ελλήνων να αποταμιεύουν λίγα σε σχέση με το Ακαθάριστο Εθνικό Προίον, όπως δείχνουν τα στοιχεία της Κομισιόν, δεν εξαντλείται μόνο στα ελληνικά νοικοκυριά. Αφορά το επίπεδο αποταμίευσης συνολικά του ιδιωτικού τομέα, δηλαδή, και των επιχειρήσεων. Σύμφωνα με τα στοιχεία του 2007 και με βάση τα αναθεωρημένα μεγέθη του ΑΕΠ, το ποσοστό αποταμίευσης του ιδιωτικού τομέα διαμορφώθηκε στο 11,7%, έναντι 12,6% το 2006. Η αλλαγή της οικονομικής συμπεριφοράς που έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια με επίκεντρο τα ελληνικά νοικοκυριά και λιγότερο τις ελληνικές επιχειρήσεις, αποτυπώνεται και στο γεγονός ότι μία μόλις δεκαετία πριν, δηλαδή μεταξύ 1991-2000, το αντίστοιχο ποσοστό αποταμίευσης του ιδιωτικού τομέα ήταν στο 22% και από τότε βαίνει σταθερά μειούμενο. Το αντίστοιχο ποσοστό στις χώρες της Ευρωζώνης ήταν στο τέλος του 2007, στο 19,4%, ενώ το ποσοστό αποταμίευσης του ιδιωτικού τομέα στην Ευρώπη των «27» διαμορφώθηκε την ίδια περίοδο στο 18,4%".


Για το ίδιο θέμα και το επόμενο άρθρο:

" Μεγάλη μείωση στις καταθέσεις τον Ιούνιο

Ευγενια Tζωρτζη

Νέο ισχυρό πλήγμα υπέστησαν οι καταθέσεις των ελληνικών νοικοκυριών τον Ιούνιο, υποχωρώντας κατά 4,5 δισ. ευρώ σε σχέση με τον αμέσως προηγούμενο μήνα, ενώ συνολικά από το σύστημα μέσα σε ένα μόλις μήνα έφυγαν κεφάλαια ύψους 5,8 δισ. ευρώ. Τα υπόλοιπα των συνολικών καταθέσεων τόσο από κατοίκους του εσωτερικού όσο και από κατοίκους του εξωτερικού, προσγειώθηκαν στο τέλος Ιουνίου στα 242,4 δισ. ευρώ, καταγράφοντας απώλειες της τάξης του 2,3% σε σχέση με τον Μάιο. Η εκροή κεφαλαίων από το τραπεζικό σύστημα από τον περασμένο Δεκέμβριο φθάνει το 11,8% και μεταφράζεται σε εκροές ύψους 28,9 δισ. ευρώ, ενώ νέα μείωση εκτιμάται ότι καταγράφηκε τον Ιούλιο, εντείνοντας την πίεση ρευστότητας για το τραπεζικό σύστημα.

Σύμφωνα με τα αναλυτικά στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος για τον Ιούνιο, που δημοσιεύθηκαν χθες, οι απώλειες προέρχονται κατά κύριο λόγο από τη μείωση των καταθέσεων των ελληνικών νοικοκυριών. Τα υπόλοιπα που διατηρούν στις τράπεζες είτε με τη μορφή λογαριασμών ταμιευτηρίου είτε με τη μορφή προθεσμιακών καταθέσεων μειώθηκαν στο τέλος Ιουνίου στα 179 δισ. ευρώ από 183,5 δισ. ευρώ τον Μάιο και 196,8 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο.

Η εξέλιξη αποδίδεται στη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος, αλλά και στη φημολογία που καλλιεργήθηκε το πρώτο εξάμηνο περί πτώχευσης της χώρας, τροφοδοτώντας κινήσεις απόσυρσης των καταθέσεων και μεταφοράς κεφαλαίων σε θυρίδες. Η απώλεια εισοδήματος, όπως εξηγούν τραπεζικά στελέχη, οδηγεί σε πτώση τα υπόλοιπα των λογαριασμών ταμιευτηρίου, καθώς μεγάλος αριθμός νοικοκυριών «τρώνε από τα έτοιμα».

Σε ό,τι αφορά τις επιχειρήσεις, τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος δείχνουν ανακοπή της τάσης μείωσης των υπολοίπων, το ύψος των οποίων διαμορφώθηκε στο τέλος Ιουνίου στα 37,5 δισ. ευρώ έναντι 36,3 δισ. ευρώ τον Μάιο. Σε κάθε περίπτωση η μείωση των καταθέσεων από τις εγχώριες επιχειρήσεις σε σχέση με το τέλος του 2009 αγγίζει το 8,7%, καθώς τα υπόλοιπα μειώθηκαν από 41,1 δισ. ευρώ σε 37,5 δισ. ευρώ. Συνολικά οι τοποθετήσεις τόσο των ελληνικών νοικοκυριών όσο και των ελληνικών επιχειρήσεων μειώθηκαν τον Ιούνιο στα 216,5 δισ. ευρώ έναντι 219,8 δισ. ευρώ τον Μάιο και 237,9 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο.

Το σύνολο των καταθέσεων, όπως αποτυπώνεται στα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος, διαμορφώθηκε στο τέλος Ιουνίου στα 292,9 δισ. ευρώ, αλλά σε αυτό περιλαμβάνονται τόσο οι τιτλοποιήσεις των ελληνικών τραπεζών ύψους 38,6 δισ. ευρώ όσο και οι καταθέσεις της γενικής κυβέρνησης, ύψους 11,7 δισ. ευρώ, χωρίς τον συνυπολογισμό των οποίων τα υπόλοιπα των καταθέσεων περιορίζονται στα 242,4 δισ. ευρώ. Μειωμένες κατά 2,7 δισ. ευρώ είναι οι καταθέσεις των μη κατοίκων της Ζώνης του Ευρώ, που διαμορφώθηκαν στα 24 δισ. ευρώ έναντι 26,8 δισ. ευρώ τον Μάιο και 31,5 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2009. Η συρρίκνωση των καταθέσεων δημιουργεί ένα εκρηκτικό μείγμα μειωμένης ρευστότητας, που συμπαρασύρει και στη μείωση των χρηματοδοτήσεων που χορηγεί το τραπεζικό σύστημα και η οποία αναμένεται ότι θα ενταθεί τους προσεχείς μήνες".

Η οικονομική διάσταση των τροχαίων ατυχημάτων

Οπως διαβάζουμε:

"Η Παγκόσμια Τράπεζα αναφέρει ότι το οικονομικό κόστος από τα τροχαία ατυχήματα ανέρχεται στο 1-3% του ΑΕΠ κάθε κράτους. Στην Ε.Ε. ετησίως διατίθεται ποσό ύψους 160 δισ. ευρώ, το οποίο ισοδυναμεί με το 2% του ΑΕΠ της Ε.Ε.–15.

Στην Ελλάδα, κάθε βαριά τραυματισμένος κοστίζει περίπου 30.000 ευρώ και κάθε ελαφριά τραυματισμένος 3.000 ευρώ. Η ελληνική οικονομία επιβαρύνεται ετησίως με δαπάνες πάνω από 14 εκατ. ευρώ για την πληρωμή συντάξεων ή αποζημιώσεων για νοσήλια, για αποκατάσταση ζημιών και σωματικών βλαβών κ.λπ. χωρίς να υπολογίσουμε την απώλεια εργατικού δυναμικού ή την επιπλέον εργασιακή απασχόληση για την αντιμετώπιση των συνεπειών των τροχαίων ατυχημάτων, δηλαδή ιατρικό προσωπικό, νοσοκομεία τροχονόμοι, πραγματογνώμονες, δικαστικοί, ασφαλιστές, όπως και με άλλα δευτερεύοντα έξοδα π.χ. δικαστικά, οδοιπορικά κ.λπ. που θα πρέπει να συνυπολογισθούν στην επιβάρυνση της ελληνικής οικονομίας.

Η σκληρή στατιστική των τροχαίων ατυχημάτων αναφέρει ότι κάθε χρόνο αφανίζεται ένα ολόκληρο χωριό 1.600 ατόμων, περίπου, από τον χάρτη της ελληνικής επικράτειας. Το μεγαλύτερο ποσοστό αυτών των ανθρώπων που χάνονται είναι νέοι άνθρωποι. Σύμφωνα με τα δεδομένα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, η Ελλάδα κατέχει την τρίτη υψηλότερη θέση στους δείκτες θνησιμότητας από τροχαία ατυχήματα μεταξύ παιδιών, εφήβων και νέων έως 25 ετών στην Ε.Ε. με 14 θανάτους ανά 100.000 άτομα. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΣΥΕ, από τους 1.600 θανάτους που προαναφέραμε, ετησίως οι 450 αφορούν παιδιά και νέους έως 25 ετών".

Πώς το ψωμί γίνεται ψωμάκι

Οπως διαβάζουμε στην "Καθημερινή":

" Σειρά στρεβλώσεων εξαφάνισαν αλεύρι και απελευθέρωση αγοράς
Τα αλλεπάλληλα λάθη της τελευταίας 30ετίας οδήγησαν σε αποψίλωση της εγχώριας παραγωγής

Της Δημητρας Mανιφαβα

Οταν το 1992 το ψωμί βγήκε από το καθεστώς αγορανομικού ελέγχου, από το καθεστώς διατίμησης δηλαδή, καλλιεργήθηκε ευρέως η προσδοκία ότι η αγορά που σχετίζεται με ένα από τα κυριότερα είδη πρώτης ανάγκης θα απελευθερωθεί. Στα δεκαοκτώ έτη που μεσολάβησαν, η προσδοκία αυτή επανειλημμένως διαψεύδεται. Ο κάθε αρτοποιός, βάσει του νόμου, μπορεί να διαμορφώσει την τιμή του ψωμιού που πουλάει σε όποια τιμή επιθυμεί. Ωστόσο, βάσει σειράς άλλων νόμων, αλλά και πρακτικών που εντοπίζονται σε όλη την αλυσίδα σιτάρι-αλεύρι-ψωμί, η απελευθέρωση της συγκεκριμένης αγοράς επί της ουσίας έχει ακυρωθεί. Συχνά με τη συνενοχή -και όχι απλώς την ανοχή- της πολιτικής εξουσίας, η οποία συχνά αντιμετώπισε τον κλάδο μετρώντας τον σε ψήφους, είτε πρόκειται για τους αρτοποιούς, είτε για τους παραγωγούς σιταριού, είτε ακόμη και για τους αλευροβιομηχάνους.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ομοσπονδίας Αρτοποιών Ελλάδος, σήμερα στη χώρα λειτουργούν 14.400 βιοτεχνικά αρτοποιεία, ενώ οι άμεσα απασχολούμενοι στα αρτοποιεία (αρτοποιοί, αρτεργάτες, βοηθοί αρτεργατών, τεχνίτες, πωλητές, πωλήτριες, εργάτες) ανέρχονται σε 67.000 άτομα. Οι έμμεσα συνεργαζόμενοι ανέρχονται στον αριθμό των 70.000 οικογενειών. Τα επίσημα στοιχεία δείχνουν ότι λειτουργούν 120 κυλινδρόμυλοι-αλευροβιομηχανίες. Αρκετοί εξ αυτών, όμως, είτε δεν διαθέτουν άδειες λειτουργίας είτε δεν έχουν τα απαραίτητα πιστοποιητικά (HACCP κ.ά.). Επίσης, λίγοι εξ αυτών διαθέτουν μεγάλους αποθηκευτικούς χώρους, ώστε να έχουν και ικανές ποσότητες αποθεμάτων. Οι εταιρείες εμπορίας αλεύρων ανέρχονται σε 110. Σε όλους αυτούς θα πρέπει να προστεθούν μερικές δεκάδες χιλιάδες καλλιεργητών σιταριού.

Το πρόβλημα με τη διαμόρφωση των τιμών αλεύρων στην Ελλάδα έχει τις ρίζες του στη δεκαετία του '80. Το 1980, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, καλλιεργούνταν στην Ελλάδα 7.281.370 στρέμματα μαλακού σίτου (πρόκειται για σιτάρι που κατά κύριο λόγο χρησιμοποιείται στην αρτοποιία και τη ζαχαροπλαστική) παράγοντας 2.274.250 τόνους και 2.290.500 στρέμματα σκληρού σίτου παράγοντας 657.049 τόνους. Στα χρόνια που μεσολάβησαν, η σχέση αυτή αντιστράφηκε. Υπό το καθεστώς των κοινοτικών επιδοτήσεων που ήταν υψηλότερες για τον σκληρό σίτο (απόφαση η οποία αποδίδεται κυρίως στις πιέσεις του ιταλικού λόμπι, μιας και το σκληρό σιτάρι δίνει σιμιγδάλι για τη βιομηχανία ζυμαρικών) και λόγω της απουσίας εθνικής στρατηγικής, το 2009 καλλιεργήθηκαν 1.730.000 στρέμματα μαλακού σίτου, παράγοντας μόλις 500.000 τόνους και 5.250.000 στρέμματα σκληρού σίτου, παράγοντας 1.330.000 τόνους. Ετσι, η χώρα από πλεονασματική στο μαλακό σιτάρι κατέστη ελλειμματική και πλέον αναγκάζεται να εισάγει κάθε χρόνο μεγάλες ποσότητες προκειμένου να καλύψει τις ανάγκες της εγχώριας κατανάλωσης, που διαχρονικά κυμαίνονται περίπου στο 1,2 εκατ. τόνους.

Η εξάρτηση από τις εισαγωγές κατέστησε τη χώρα πολύ πιο ευάλωτη στις διακυμάνσεις των τιμών των σιτηρών, όπως διαπιστώνεται και στην παρούσα συγκυρία. Το κυριότερο, όμως, είναι ότι δημιούργησε το πεδίο για τη λειτουργία ενός ολόκληρου κυκλώματος μεσαζόντων που επιβαρύνουν τελικά το κόστος, τόσο για τη διάθεση της εισαγόμενης όσο και της εγχώριας παραγωγής. Οι αλευρόμυλοι προμηθεύονται σιτάρι από το εξωτερικό κυρίως μέσω μεσιτών-εισαγωγέων. Οι μεσίτες διασφαλίζουν ποσότητες από το εξωτερικό και κάνουν προσφορές στις εγχώριες αλευροβιομηχανίες, χωρίς να δουλεύουν αποκλειστικά για κάποιους. Στο κόστος θα πρέπει να συμπεριληφθούν και τα μεταφορικά, που ακόμη και για μικρές αποστάσεις είναι υψηλά. Για τη μεταφορά φορτίου, π.χ., από το λιμάνι της Θεσσαλονίκης σε μονάδα των Σερρών το κόστος είναι 12 ευρώ/τόνο. Το αλεύρι στη συνέχεια πωλείται στις περισσότερες των περιπτώσεων απευθείας στους αρτοποιούς, μέσω πωλητών των αλευροβιομηχανιών. Το κόστος της πρώτης ύλης -του σιταριού- συμμετέχει στην τελική τιμή των αλεύρων σε ποσοστό 65%-70%.

Στην περίπτωση της εγχώριας παραγωγής, ο σιτοπαραγωγός έχει τρεις επιλογές για να διαθέσει τη σοδειά του: α) Να την πουλήσει απευθείας στον μύλο, β) να την πουλήσει σε μεσίτη-έμπορο και γ) να την πουλήσει στις Ενώσεις Αγροτικών Συνεταιρισμών (ΕΑΣ).

Οι ΕΑΣ εκτός, βεβαίως, από τον ρόλο του μεσίτη διαδραματίζουν συχνά και τον ρόλο του καθοδηγητή, επηρεάζοντας με τις προτροπές τους τις αποφάσεις των παραγωγών, οι οποίες συχνά μπορεί να αποβούν και επιζήμιες. Τα γεγονότα του 2008 -τα οποία τείνουν να επαναληφθούν- είναι ενδεικτικά. Η εκτόξευση των διεθνών τιμών των σιτηρών σε δυσθεώρητα ύψη έκανε την εποχή εκείνη περιζήτητη την εγχώρια παραγωγή. Με προτροπή γνωστών αγροτοσυνδικαλιστών το καλοκαίρι του 2008, οι παραγωγοί κρατούσαν στις αποθήκες τη σοδειά προκειμένου να επιτύχουν πολύ υψηλή τιμή, πάνω από τα 40 λεπτά/κιλό για το σκληρό σιτάρι. Εμποροι και αλευροβιομήχανοι προτίμησαν να αναζητήσουν από τις αγορές του εξωτερικού σιτάρι σε πιο συμφέρουσα τιμή. Τα ελληνικά σιτάρια -σκληρά και μαλακά- αλλά και το καλαμπόκι παρέμειναν στις αποθήκες απούλητα να σαπίζουν. Στις 9 Δεκεμβρίου 2008, με απόφαση του τότε υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης Αλ. Κοντού δόθηκε άτοκο δάνειο σε 57 ΕΑΣ, προκειμένου να αγοράσουν τα απούλητα δημητριακά, συνολικού ύψους 150.000.000 ευρώ. Οι προκαταβολές που ορίστηκαν τότε και στις περισσότερες των περιπτώσεων αποτέλεσαν και τις τελικές τιμές ήταν 0,17 ευρώ/κιλό για το σκληρό σιτάρι και 0,14 ευρώ/κιλό για το μαλακό.

Συμπέρασμα: Η υπόθεση ψωμί έχει... πολύ ψωμί, κατά το κοινώς λεγόμενο. Και όλοι οι εμπλεκόμενοι προσπαθούν να αδράξουν την ευκαιρία.

Οταν η τιμή των αλεύρων υποχωρεί, του ψωμιού μένει σταθερή...

Στα ίδια επίπεδα με πέρυσι, παρά το γεγονός ότι η τιμή των αλεύρων έως και τον περασμένο Ιούνιο ακολουθούσε φθίνουσα πορεία, παραμένει η τιμή του ψωμιού. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, η μέση τιμή εισαγωγής cif (περιλαμβάνει τα έξοδα μεταφοράς, εκφόρτωσης και το κόστος ασφάλισης) μαλακού σίτου στην Ελλάδα το α΄ τετράμηνο του 2010 διαμορφώθηκε σε 166 ευρώ/τόνο έναντι 176 ευρώ/τόνο το αντίστοιχο τετράμηνο του 2009. Μάλιστα, σε ορισμένες περιπτώσεις η τιμή εισαγωγής σε σχέση με πέρυσι ήταν μειωμένη κατά 26% (στο γαλλικό σιτάρι η τιμή πέρυσι ήταν 210 ευρώ/τόνο και φέτος έφτασε στα 156 ευρώ/τόνο). Στο ουγγρικό σιτάρι η τιμή πέρυσι ήταν 181 ευρώ/τόνο, το α΄ τετράμηνο του 2010 είχε διαμορφωθεί στα 161 ευρώ/τόνο, ενώ τώρα διατίθεται ακόμη και προς 275 ευρώ/τόνο".





Για το ίδιο θέμα και το επόμενο άρθρο:

"Τα καρτέλ και η διαμόρφωση της τιμής του ψωμιού

Δημητρα Mανιφαβα

Το πρωί της Δευτέρας 26 Νοεμβρίου 2001, οι καταναλωτές της Αμφισσας που επισκέφθηκαν, σχεδόν όπως κάθε ημέρα, τον φούρνο της γειτονιάς τους, βρέθηκαν μπροστά σε μια δυσάρεστη έκπληξη: Το χωριάτικο ψωμί κόστιζε στους περισσότερους φούρνους της πρωτεύουσας του νομού Φωκίδος 340 δρχ. ανά κιλό, ενώ μέχρι το Σάββατο 24 Νοεμβρίου 2001 η τιμή του ήταν 320 δρχ. ανά κιλό. Μπροστά στην ίδια δυσάρεστη έκπληξη βρέθηκαν το πρωί της 26ης Νοεμβρίου 2001 και οι κάτοικοι της Ιτέας, ενώ στο γειτονικό χωριό Κίρρα, στο γραφικό Γαλαξίδι, στους ιστορικούς Δελφούς, στο Πολύδροσο και στη Γραβιά οι καταναλωτές είδαν την τιμή του ψωμιού να «φουσκώνει» εν μια νυκτί από τις 300 δρχ. ανά κιλό στις 340 δρχ. ανά κιλό, αύξηση δηλαδή 13%.

Υστερα από αναφορά του Τμήματος Εμπορίου της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Φωκίδος, η Επιτροπή Ανταγωνισμού διενήργησε αυτεπάγγελτη έρευνα και στις 21 Νοεμβρίου 2002 εξέδωσε απόφαση, σύμφωνα με την οποία η παραπάνω αύξηση των τιμών συνιστούσε εναρμονισμένη πρακτική και επέβαλε πρόστιμα συνολικού ύψους 29.864 ευρώ σε 22 αρτοποιούς. Αυτή ήταν η δεύτερη φορά που η Επιτροπή Ανταγωνισμού ασχολείτο με τον κλάδο της βιοτεχνικής αρτοποιίας.

Το 1996, η Επιτροπή Ανταγωνισμού κλήθηκε να εξετάσει την τιμολογιακή συμπεριφορά των 33 αρτοποιών–μελών της συντεχνίας του νομού Καβάλας, καθώς είχε διαπιστωθεί ότι το ψωμί τύπου 70% (λευκό ψωμί) και το σύμμεικτο (χωριάτικο) πωλείτο σε όλους τους φούρνους της περιοχής προς 240 δρχ. και 260 δρχ. το κιλό αντιστοίχως. Η νεοσύστατη τότε Επιτροπή Ανταγωνισμού έκρινε ότι δεν υπήρχε ενσυνείδητη εναρμονισμένη πρακτική και ότι η διαμόρφωση ενιαίας τιμής οφειλόταν, μεταξύ άλλων, και στο γεγονός ότι μέχρι το 1992 πρόσφατα υπήρχε καθεστώς διατίμησης στο ψωμί.

Τόσο στην καταδικαστική απόφαση του 2002 όσο και στην απαλλακτική του 1996 υπάρχει μια κοινή αναφορά: «Τα αρτοποιεία και τα πρατήρια άρτου είναι στην πλειονότητά τους αυτοτελείς, ανεξάρτητες επιχειρήσεις, με αυτόνομη επιχειρηματική δραστηριότητα, το δε απασχολούμενο σ’ αυτά προσωπικό ποικίλλει ανάλογα με το μέγεθος της επιχείρησης. Η υφιστάμενη διαφοροποίηση των παραγόντων κόστους στις επιμέρους επιχειρήσεις θα έπρεπε να έχει ως αποτέλεσμα διαφοροποίηση και στις τιμές κόστους και όχι διαμόρφωσή τους σε ενιαίο ύψος».

Η αναφορά αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία στην παρούσα συγκυρία. Στο πλαίσιο της νέας αυτεπάγγελτης έρευνας στον κλάδο της αρτοποιίας που έχει ξεκινήσει από τα τέλη του 2008 η Επιτροπή Ανταγωνισμού, διερευνώνται όλοι οι παράγοντες διαμόρφωσης του κόστους. Κι αυτό διότι ύστερα από εφόδους των επιθεωρητών της Αρχής στα πρωτοβάθμια σωματεία, αλλά και στη δευτεροβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση του κλάδου, υπάρχουν ευρήματα που πιθανώς να οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ακολουθείται ενιαία πολιτική, που οδηγεί σε εναρμονισμένη πρακτική τιμών σε διάφορους συντελεστές κόστους, όπως το μισθολογικό κόστος.

Εφόδους την τελευταία εβδομάδα πραγματοποίησε η Επιτροπή Ανταγωνισμού στους συνδέσμους των αλευροβιομηχάνων, σε μεγάλες αλευροβιομηχανίες, καθώς και σε αρτοποιητικές μονάδες. Εκτός από την πιθανότητα εναρμονισμένης πρακτικής τιμών –για την οποία υπάρχουν αρκετές ενδείξεις από τα πρώτα ευρήματα– η Αρχή μελετά και άλλες αντιανταγωνιστικές πρακτικές που πιθανόν εφαρμόζονται στο κύκλωμα σιτάρι-αλεύρι-ψωμί, όπως η ρύθμιση της προσφοράς. Οπως επισημαίνουν, δε, ειδικοί στο δίκαιο του ανταγωνισμού, ακόμη και οι ανακοινώσεις των συνδέσμων αλευροβιομηχάνων περί επιβεβλημένων αυξήσεων μπορούν να αποτελέσουν τεκμήρια ενοχής. «Οι φορείς εκπροσώπησης διαφόρων κλάδων της οικονομίας πρέπει να καταλάβουν ότι οι ενώσεις τους έχουν συνδικαλιστικό χαρακτήρα και δεν μπορούν να αποτελούν εφαλτήριο συνεννοήσεων για θέματα πολιτικής τιμών», τονίζει χαρακτηριστικά στέλεχος της Επιτροπής Ανταγωνισμού.

Μετά και τις πρόσφατες εξελίξεις, τέλος, η Αρχή, σύμφωνα με πληροφορίες, επανεξετάζει τον φάκελο της έρευνας στον κλάδο των αλεύρων, η οποία είχε ξεκινήσει το 2005 ύστερα από καταγγελία, αλλά χωρίς τότε να καταλήξει σε συγκεκριμένη απόφαση".

Και πάλι για τους σπανίζοντες πόρους

Οπως διαβάζουμε:

«Ξέμεινε» από πόρους για φέτος ο πλανήτης μας
Σύμφωνα με έρευνα της ΜΚΟ Global Footprint Network, ο πλανήτης μας έχει ήδη καταναλώσει τους πόρους που μπορεί να προσφέρει μέσα σε ένα χρόνο.

Ο πλανήτης Γη έχει «ξεμείνει» από πόρους, καθώς έχει ήδη καταναλώσει τους πόρους που μπορεί να προσφέρει μέσα σε ένα χρόνο.

Όπως αναφέρει σε έρευνά της η Μη Κυβερνητική Οργάνωση Global Footprint Network από σήμερα και έως το τέλος του χρόνου ο πληθυσμός της Γη θα ζει με πίστωση φυσικών πόρων.

Στο πλαίσιο μιας εκστρατείας οικολογικής ευαισθητοποίησης, η οργάνωση υπολόγισε τους πόρους που μπορεί να προσφέρει η φύση, μεταξύ αυτών το νερό, τις πρώτες ύλες και τα διατροφικά προϊόντα, και τους συνέκρινε με την ανθρώπινη κατανάλωση και τα απόβλητά της που μολύνουν την ατμόσφαιρα.

Το συμπέρασμα που προέκυψε είναι ότι καταναλώσαμε μέσα σε ένα εννιαμηνο ό,τι προοριζόταν για ένα χρόνο..."

Ανησυχίες Γερμανών

Οπως διαβάζουμε στην "Καθημερινή":

" Το δημόσιο χρέος ανησυχεί την πλειοψηφία των Γερμανών
Σύμφωνα με δημοσκόπηση.

Το ύψος του γερμανικού δημοσίου χρέους, το οποίο δεν έχει κατορθώσει να είναι αισθητά μικρότερο από το αντίστοιχο των άλλων χωρών της Ευρώπης, παραμένει η κύρια πηγή ανησυχίας των κατοίκων της χώρας, προκύπτει από τα αποτελέσματα σημερινής δημοσκόπησης.

Το 66% των Γερμανών που ερωτήθηκαν από την εταιρεία σφυγμομετρήσεων Forsa τοποθετούν το δημόσιο χρέος στην κορυφή των όσων τους ανησυχούν στην καθημερινότητά τους.

Το δεύτερο θέμα που διαταράσσει περισσότερο τον ύπνο των Γερμανών είναι το ζήτημα των συντάξεων και ακολουθεί η διαπίστωση πως γεγονότα ξεπερνούν τους πολιτικούς ταγούς της χώρας, σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, η οποία πραγματοποιήθηκε στο διάστημα 11 και 12 Αυγούστου για λογαριασμό του περιοδικού Στερν.

Στις επόμενες θέσεις των πηγών ανησυχίας ακολουθούν ο φόβος της ανεργίας και της ανόδου του κόστους ζωής.

Το γερμανικό δημόσιο χρέος ανερχόταν το 2009 στο 73,2% του ΑΕΠ και το έλλειμμα του δημοσίου στο 3,3% του ΑΕΠ.

Συγκριτικά, το ελληνικό δημόσιο χρέος ανερχόταν το 2009 στο 115,1% του ΑΕΠ, εκείνο της Γαλλίας στο 77,6% του ΑΕΠ, της Ιταλίας στο 115,8% του ΑΕΠ, ενώ της Βρετανίας στο 68,1% του ΑΕΠ.

Μετά την οικονομική κρίση στη δεκαετία του ’20 που εξέθρεψε και επιτάχυνε την άνοδο του Αδόλφου Χίτλερ στην εξουσία, οι Γερμανοί παραμένουν έκτοτε πολύ ευαίσθητοι όσον αφορά το θέμα του ισοζυγίου ανάμεσα στα δημόσια οικονομικά και τον πληθωρισμό".


Θα ήθελα να κάνω μια παρατήρηση:

Η άνοδος του Χίτλερ στην εξουσία ναι μεν ήταν αποτέλεσμα της οικτρής οικονομικής κατάστασης στην Γερμανία (το ύψος του τότε πληθωρισμού ήταν εφιαλτικό - κάτι αντίστοιχο μπορούμε σήμερα να συναντήσουμε στην Ζιμπάμπουε), όμως η κατάσταση των δημόσιων οικονομικών, η πλήρης εξαφάνιση της οποιασδήποτε έννοιας αγοράς (η οικονομική είχε γίνει λοταρία, λόγω της αστάθειας των τιμών και των εισοδημάτων) και η συνολική δραματική κατάσταση δεν οφείλετω σε ενδογερμανικές αιτίες. Εν πολλοίς, ήταν απότοκος των συνθηκών ειρήνης του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου (συνθήκη Βερσαλλιών). Μάλιστα, τα επερχόμενα δεινά (με όλες τις φρικτές συνέπειες) είχαν προβλεφθεί από τον John Maynard Keynes στο βιβλίο του "Οι οικονομικές συνέπειες της ειρήνης" (The Economic Consequences of the Peace, 1919 - στα Ελληνικά έχει κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Παπαζήση το 2009).

Ουδεμία συσχέτιση υπάρχει και ουδεμία σύγκριση δύναται να υπάρξει μεταξύ της τότε κατάστασης και της σημερινής. Αμφισβητώ ευθέως το ότι η ανησυχία των Γερμανών για την κατάσταση των δημοσιονομικών οφείλεται στην μνήμη του 1920. Πιστεύω ότι η ανησυχία οφείλεται σε τρεις λόγους:

Πρώτον, στο ότι ο μέσος Γερμανός γνωρίζει συνειδητά το ότι ο σημερινός δανεισμός σημαίνει αυριανούς φόρους (κάτι που ο μέσος Ελληνας αγνοεί επιδεικτικά - όχι επειδή δεν το γνωρίζει, αλλά επειδή εθελοτυφλεί και θεωρεί ότι κάποιος άλλος θα πρέπει να πληρώσει το χρέος).

Δεύτερον, στον καθημερινό βομβαρδισμό των μέσων μαζικής ενημέρωσης για το ζήτημα του χρέους και του ελλείμματος (που παπαγαλίζουν το "έλλειμμα κακό - πλεόνασμα καλό", σαν τα ζώα στην φάρμα του Orwell).

Τρίτον (και πιθανότατα σημαντικότερο) στην προτεσταντική ηθική που διέπει τον μέσο Γερμανό.

Το έχουμε κάνει κι εμείς...

Οπως διαβάζουμε στα "Νέα":

"Δήμαρχος σκαρφίστηκε θεομηνίες για να πάρει την αποζημίωση

Καταρρακτώδεις βροχές, πλημμύρες και κατολισθήσεις εμπνεύστηκε ο δήμαρχος μιας μικρής πόλης της Βραζιλίας και κήρυξε την περιοχή σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης με σκοπό να λάβει αποζημίωση για την ανύπαρκτη φυσική καταστροφή.

Σύμφωνα με το υπουργείο Εσωτερικών της χώρας ο εισαγγελέας Μπρούνο Γκοντίζου Τεϊσέιρα θεώρησε «παράξενες» τις πληροφορίες που του έδωσε ο Αντεμάρ Πίντου Ρόσα, ο δήμαρχος της πόλης Γκουαραντίνγκα, ο οποίος υποστήριζε ότι επί τρεις ημέρες, στις 15, 16 και 17 Ιουνίου, έβρεχε καταρρακτωδώς στην περιοχή.

Ο δήμαρχος ανέφερε μεταξύ άλλων ότι σημειώθηκαν κατολισθήσεις, οι δρόμοι πλημμύρισαν και καταστράφηκαν σπίτια και γέφυρες -- μόνο που όλες οι καταστροφές ήταν απλώς στη φαντασία του.

Ούτε σταγόνα

Για να επιβεβαιώσει τα στοιχεία ο εισαγγελέας απευθύνθηκε στο Εθνικό Ινστιτούτο Μετεωρολογίας και ανακάλυψε ότι το συγκεκριμένο τριήμερο δεν έριξε ούτε σταγόνα: μόλις 0,2 χιλιοστά βροχής και όχι 280, όπως υποστήριζε ο Ρόσα.

Ένας κάτοικος της περιοχής επιβεβαίωσε ότι η τελευταία φορά που έβρεξε στην περιοχή ήταν τον Μάρτιο.

«Αυτές οι βροχές δεν υπήρξαν ποτέ. Όλη η ιστορία ήταν μια φάρσα» είπε ο εισαγγελέας μιλώντας στην ιστοσελίδα Globo.

Διευκρίνισε μάλιστα ότι ο δήμαρχος σχεδίασε την απάτη με σκοπό να λάβει το ποσό των 2 εκατομμυρίων ρεάλ (περίπου 900.000 ευρώ) από την κεντρική κυβέρνηση.

Για καλό σκοπό...

Τα χρήματα θα δίνονταν πάντως για... καλό σκοπό, για δημόσια έργα που όμως είχαν ανατεθεί, χωρίς διαγωνισμό, σε μία εταιρεία.

Η σύμβαση με την εταιρεία προέβλεπε την κατασκευή δέκα σπιτιών, δύο γεφυρών και δρόμων μήκους 50 χιλιομέτρων,

Το υπουργείο ξεκίνησε έρευνα σε βάρος του δημάρχου. Εάν κριθεί ένοχος θα πρέπει να επιστρέψει τα χρήματα και μπορεί να καθαιρεθεί από τα καθήκοντά του".

Αυτορύθμιση και λοιπές αυτοπαθείς προτάσεις

Οπως διαβάζουμε στο "Βήμα":

"Στίγκλιτζ: Αν δεν αλλάξουμε, θα... ξαναβουλιάξουμε

Την αδυναμία αυτορρύθμισης των αγορών αναλύει σε άρθρο του στους «Financial Τimes» ο αμερικανός νομπελίστας οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτζ. Η υπόθεση των αποτελεσματικών αγορών, η οποία βασίζεται στην εκτίμηση ότι οι τιμές αντικατοπτρίζουν πλήρως όλα τα δεδομένα της αγοράς, ήταν εκείνη που κυριάρχησε τα τελευταία χρόνια. Το αποτέλεσμα είναι σήμερα να παραπαίουν και η οικονομία και το κυρίαρχο οικονομικό μοντέλο. «Τα ελαττωματικά μοντέλα οδηγούν και σε ελαττωματική πολιτική» σημειώνει ο κ. Στίγκλιτζ. Οι κεντρικές τράπεζες, επί παραδείγματι, επικεντρώθηκαν στα μικρά οικονομικά προβλήματα που προκύπτουν από τον πληθωρισμό και έχουν αποκλείσει τα πολύ σημαντικότερα προβλήματα που προκύπτουν από τις δυσλειτουργικές αγορές και τη «φούσκα» στις τιμές των ακινήτων.

Τα διαθέσιμα μοντέλα αδυνατούν να αναλύσουν και το τραπεζικό σύστημα ακόμη. Κατά συνέπεια, δεν θα πρέπει να προκαλεί έκπληξη ότι ο πρώην διοικητής της Fed Αλαν Γκρίνσπαν στο περίφημο «mea culpa» απορεί επειδή οι τράπεζες δεν μπόρεσαν να κάνουν αποτελεσματική διαχείριση των κινδύνων που ανέλαβαν. Το εκπληκτικό δεν είναι η ίδια η αναποτελεσματικότητα των τραπεζών, αλλά το ότι δεν την είχε προβλέψει o κ. Γκρίνσπαν. Διότι ακόμη και με μια βιαστική ματιά στα αντικρουόμενα κίνητρα των τραπεζών και των στελεχών τους θα μπορούσε κανείς να προβλέψει τις συνέπειες μιας πολιτικής βραχυπρόθεσμων κερδών με την ανάληψη υπερβολικών επενδυτικών κινδύνων.

Καταλήγοντας ο διάσημος καθηγητής θεωρεί ότι η αλλαγή ενός οικονομικού μοντέλου δεν είναι μεν εύκολη αλλά είναι αναγκαία. Και υποστηρίζει ότι ο πνευματικός κόσμος έχει τις δυνατότητες να προχωρήσει ώστε να δημιουργηθεί το νέο οικονομικό μοντέλο. Διότι αυτό που διακυβεύεται δεν είναι μόνο η αξιοπιστία των οικονομολόγων και των αξιωματούχων, αλλά και η σταθερότητα και η ευημερία των οικονομιών".

Να σημειώσω ότι η έννοια της αυτορύθμισης αποτελεί αυτοπαθή (αυτοαναφορική) πρόταση. Οι αυτοπαθείς προτάσεις, σε γενικές γραμμές, αποτελούν την χειρότερη κατηγορία λογικών πλανών.

Περί του στασιμοπληθωρισμού

Γράφει ο κ. Μπάμπης Παπαδημητρίου στην "Καθημερινή":

" Χειροπέδες στασιμοπληθωρισμού

Σε κάθε επίπεδο εισοδήματος αντιστοιχεί ένα επίπεδο φόρων. Οταν το εισόδημα που δημιουργείται στην οικονομία μεγαλώνει, το εισόδημα του κράτους θα μεγαλώσει επίσης. Είναι επίσης κατανοητό ότι το κρατικό εισόδημα δεν αποτελεί κάποιο πολλαπλάσιο του πραγματικού εισοδήματος που δημιουργείται από την επιχειρηματική δραστηριότητα, αλλά βρίσκεται σε συνάρτηση με τον νέο πλούτο που δημιουργείται από την παραγωγική διαδικασία.

Και όμως, το ελληνικό κράτος, υπό την επιρροή της σημερινής κυβέρνησης, αποφάσισε να ανατρέψει την ισχύ των απλούστατων αυτών κανόνων μακρο-οικονομικής ισορροπίας. Αδιαφορεί για την ικανότητα του επιχειρηματικού τομέα να δημιουργήσει νέο εισόδημα. Επιμένει ότι το ελληνικό κράτος μπορεί να συνεχίσει να ζει φορολογώντας τον πλούτο των Ελλήνων, επειδή θα τον πάρει από εκεί που τόσο καλά τον κρύβουν «όσοι κακοί» κάνουν «τέτοια κακά» πράγματα.

Μια εξαιρετικά χρήσιμη διάκριση στα οικονομικά είναι εκείνη που ξεχωρίζει τα αποθέματα από τις ροές. Είναι διαφορετικό να φορολογήσει το κράτος τα ακίνητα ή τις αποταμιεύσεις ή όποιο άλλο αγαθό μπορεί να αποτελέσει στοιχείο αποθησαυρισμού. Και είναι άλλο να αυξήσει τη φορολογική πίεση στη ροή των τρεχουσών συναλλαγών κατανάλωσης και, γενικότερα, στα τρέχοντα εισοδήματα που προκύπτουν από την προσφορά και τη ζήτηση ικανοτήτων σε εργασία. Την οποία άλλωστε διαθέτουν μόνον όσοι τυχεροί διατηρούν ακόμη την απασχόλησή τους.

Στον παράδοξο σοσιαλιστικό αποκρυφισμό, με τον οποίο ελπίζουν να διοικήσουν τη φορολογική πολιτική του ελληνικού κράτους την εποχή του Μνημονίου, πολλοί είναι εκείνοι που έχουν μπερδέψει την ανάγκη να αποκαλυφθεί η φοροκλοπή με την υποχρέωση των πολιτών να πραγματοποιούν ανοιχτές και όχι «γκρίζες» συναλλαγές. Είναι προφανές ότι το υπουργείο Οικονομικών είναι και πάλι θύμα της επιτυχίας του.

Πρώτον, όπως ήταν αναμενόμενο, η απότομη και ταυτόχρονη αύξηση των φόρων περιόρισε τη δαπάνη. Επειδή κάθε νέα μονάδα κατανάλωσης οδηγεί σε καταβολή πολλαπλάσιου φόρου, μειώθηκε τελικά η ίδια η κατανάλωση, πολύ περισσότερο από όσο θέλουμε να νομίζουμε με τα διαθέσιμα μέχρι στιγμής στοιχεία.

Επιπλέον, τα νοικοκυριά αυξάνουν με δραματικό ρυθμό την προσπάθεια αποταμίευσής τους. Προκειμένου, είτε να αναπληρώσουν μέρος της μειωμένης έκθεσης σε νέο δανεισμό είτε να αντιμετωπίσουν το κόστος εξυπηρέτησης των δανείων τους είτε να καλυφθούν έναντι αυξημένων μελλοντικών κινδύνων. Κυρίως αυτόν που θα περιορίσει το νέο εισόδημα ή θα το απαλείψει, όπως συμβαίνει με την απώλεια ευκαιριών απασχόλησης.

Κατ’ αναλογία, οι επιχειρήσεις αυξάνουν με δραματικό τρόπο την εξοικονόμηση των συνεχώς ολιγότερων πόρων τους, κυρίως επειδή προσπαθούν να αντιμετωπίσουν την απώλεια νέων δανειακών κεφαλαίων. Κυρίως λόγω της πιστωτικής ασφυξίας, αλλά και την αδυναμίας των μετόχων να συγκεντρώσουν νέα κεφάλαια.

Τελικά, μια αύξηση της επιθυμίας για αποταμίευση είναι δυνατόν να οδηγήσει σε μείωση των προγραμματισμένων επενδύσεων και, επομένως, ανάλογη μείωση του φορολογικού εισοδήματος του κράτους, όπως δείχνει το αποκαλούμενο και παράδοξο της φειδούς. Ο πολλαπλασιαστής της επενδυτικής δαπάνης δρα πλέον αντιστρόφως. Αντί η σταθεροποίηση της οικονομίας να οδηγεί σε περισσότερες ευκαιρίες επένδυσης, η οικονομία οδηγείται σε χαμηλότερο επίπεδο εισοδήματος.

Επομένως, όσο υπουργοί και επόπτες των πιστωτών μας, μοιράζονται φιλοφρονήσεις περί «ταχείας προσαρμογής» μας, τόσο θα βαθαίνουν τα σημάδια από τις χειροπέδες στασιμοπληθωρισμού, που πέρασαν στα χέρια της ελληνικής οικονομίας. Οταν θα αντιμετωπίζουμε τον βαρύ χειμώνα να θυμάστε πόσο ακριβά πληρώνουμε τον κρατισμό της κυβέρνησης. Το «μεικτό συνεργείο», που έγραψε το Μνημόνιο Αναχρηματοδότησης Ελληνικού Χρέους «στο πόδι», δεν θα μπορούσε να τα έχει καταφέρει χειρότερα!"

Ο μεγάλος παραγκωνισμός (4)

Οπως διαβάζουμε στην "Καθημερινή":

" Μείωση καταθέσεων 27 δισ. ευρώ από την αρχή του έτους - Ζήτηση για θυρίδες

Τα σενάρια περί χρεοκοπίας προκαλούν αιμορραγία στις τραπεζικές καταθέσεις, ενώ ταυτόχρονα έχουν αυξήσει κατακόρυφα τη ζήτηση για τραπεζικές θυρίδες. Τον Ιούλιο οι εκροές καταθέσεων ξεπέρασαν σύμφωνα με εκτιμήσεις τραπεζικών στελεχών τα 4 δισ. ευρώ, ανεβάζοντας τη συνολική μείωση από την αρχή του έτους στα 27 δισ. ευρώ. Πρόκειται για ένα ποσό που αντιστοιχεί με το 10% των συνολικών καταθέσεων του εγχώριου τραπεζικού συστήματος. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές οι εκροές του Ιουλίου μόνο κατά το ήμισυ κατευθύνθηκαν σε τράπεζες του εξωτερικού. Το άλλο μισό είτε επενδύθηκε είτε καταναλώθηκε, αφού εξαιτίας της κάμψης της οικονομικής δραστηριότητας και της μείωσης του διαθέσιμου εισοδήματος επιχειρήσεις και νοικοκυριά υποχρεώνονται να χρησιμοποιήσουν μέρος των αποταμιεύσεών τους, για να καλύψουν τις υποχρεώσεις τους. Ενα μέρος των κεφαλαίων που έφυγε από τους καταθετικούς λογαριασμούς δεν απομακρύνθηκε, πάντως, από τις τράπεζες, έστω και αν δεν αποτελεί πλέον μέρος του ενεργητικού τους. Κάποια ποσά έχουν τοποθετηθεί σε θυρίδες. Η ζήτηση για θυρίδες το α΄ εξάμηνο του 2010 σημείωσε αύξηση κατά 12% και τα πιστωτικά ιδρύματα αυξάνουν τον αριθμό τους προκειμένου να ανταποκριθούν στα αιτήματα των πελατών τους".

Κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας

Οπως διαβάζουμε:

"Μείωση 3,5% στην κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας και τον Ιούλιο

Μείωση της τάξεως του 3,49% σημείωσε τον Ιούλιο η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας στη χαμηλή και μέση τάση (νοικοκυριά και εμπορικές επιχειρήσεις), όπως προκύπτει από τα στοιχεία του ΔΕΣΜΗΕ (ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ).

Η κατανάλωση μειώνεται συνεχώς από τις αρχές του 2010, καθώς τον Ιανουάριο η πτώση ήταν 0,8%, το Φεβρουάριο 4,55%, το Μάρτιο 2,9%, τον Απρίλιο 1,62%, τον Μάιο 3,2% και τον Ιούνιο 3,4%".


Θα ήθελα την δική σας εξήγηση για την εν λόγω μείωση (μικροοικονομική και μακροοικονομική).

Παράδειγμα προστατευτικών δασμών

Οπως διαβάζουμε:

" Ο WTO ζητά κατάργηση ευρωπαϊκών δασμών στα ηλεκτρονικά προϊόντα

Μία επιτροπή του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (WTO) δικαίωσε σήμερα τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ιαπωνία και την Ταϊβάν που είχαν προσφύγει εναντίον του αμφιλεγόμενου δασμού που έχει επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Ένωση στα ηλεκτρονικά προϊόντα τους.

Η επιτροπή ζήτησε από τις Βρυξέλλες να εναρμονίσει την εμπορική νομοθεσία της με τους διεθνείς κανονισμούς. Σύμφωνα με την απόφασή της οι δασμοί που επιβάλλει η ΕΕ στις τηλεοράσεις επίπεδης οθόνης, στους εκτυπωτές-πολυμηχανήματα και στους αποκωδικοποιητές-μετατροπείς τηλεοπτικού σήματος παραβιάζει τη Συμφωνία για το Εμπόριο Προϊόντων της Τεχνολογίας Πληροφοριών (ΙΤΑ) του WTO.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επέκρινε την απόφαση προτού ακόμη δημοσιοποιηθεί, επαναλαμβάνοντας την άποψή της ότι είναι προτιμότερο να γίνουν διαπραγματεύσεις για την αναθεώρηση της συγκεκριμένης Συμφωνίας παρά να υπάρχουν αντιδικίες για ορισμένα από τα άρθρα της".

Πότε να κάνω κράτηση εισιτηρίων;

Οπως διαβάζουμε στο "Βήμα":

"Ο χρυσούς κανών των οκτώ εβδομάδων
Οικονομολόγοι ισχυρίζονται ότι ο τύπος Π εις την Α = gUG+ min (k-g, (1-g) (1-r)) σημαίνει φθηνά αεροπορικά εισιτήρια

ΛΟΝΔΙΝΟ Είναι ένα ερώτημα που έχει απασχολήσει τον καθένα μας, λίγο προτού κλείσουμε τα αεροπορικά μας εισιτήρια για ένα ταξίδι: ποια είναι η καλύτερη στιγμή να κρατήσουμε τις θέσεις μας ώστε να εξασφαλίσουμε όσο το δυνατόν πιο χαμηλή τιμή μέσω Διαδικτύου;

Μετά από ενδελεχή έρευνα, δύο οικονομολόγοι λένε ότι κατέληξαν σε έναν μαθηματικό τύπο, μια εξίσωση που ισχυρίζονται ότι μας λύνει τα χέρια. Σύμφωνα με τον Ιάπωνα Μακότο Ουατανάμπε και τον Γερμανό Μαρκ Μίλερ, η εξίσωση Π εις την Α =gUG + min (k- g, (1-g)(1- r)) αποδεικνύει ότι η καλύτερη στιγμή για να κλείσουμε, μέσω του Ιnternet, ένα φθηνό αεροπορικό εισιτήριο είναι οκτώ εβδομάδες πριν από το ταξίδι μας. Ούτε ημέρα νωρίτερα ή αργότερα.

Ο χρυσός κανόνας των «οκτώ εβδομάδων» προέκυψε από τη σύνθετη αυτή εξίσωση, όπου «Α» είναι το «κέρδος» για τον ταξιδιώτη, ενώ τα υπόλοιπα μαθηματικά σύμβολα είναι υπερβολικά... περίπλοκα ώστε να επεξηγηθούν, όπως γράφει η βρετανική εφημερίδα «Τhe Οbserver».

Αντιθέτως, η συλλογιστική των δύο ερευνητών φαίνεται απλούστατη. «Αν κλείσετε τα αεροπορικά εισιτήρια πολύ κοντά στην ημέρα της αναχώρησης, είναι βέβαιο ότι θα τα πληρώσετε ακριβά, αφού η τιμή τους εκτοξεύεται τις τελευταίες ημέρες πριν από ένα ταξίδι. Αν πάλικάνετε την κράτηση πολύ νωρίς, τότε διάφοροι αστάθμητοι παράγοντες ενδέχεται να αλλάξουν τα σχέδιά σας και να βρεθείτε οικονομικώς επιβαρημένοι με ένα ταξίδι που δεν πρόκειται να πραγματοποιήσετε όπως το σχεδιάζατε» γράφουν οι δύο οικονομολόγοι σε άρθρο τους, το οποίο δημοσιεύτηκε στο τελευταίο τεύχος της οικονομικής επιθεώρησης «Εconomic Journal». Τα αποτελέσματα των ερευνών τους έδειξαν επίσης ότι οι τιμές των εισιτηρίων πέφτουν κατακόρυφα το απόγευμα, σε σχέση με τις πρωινές και μεσημεριανές ώρες.

«Οι αεροπορικές εταιρείες θεωρούν συνήθως ότι οι πιο τακτικοί και εύποροι πελάτες τους θα κάνουν την κράτηση τις πρωινές ώρες, από το γραφείο ή τον χώρο της εργασίας τους» γράφει ο δρ Ουατανάμπε, προσθέτοντας ότι «οι πιο νέοι σε ηλικία και λιγότεροι τακτικοί πελάτες μιας αεροπορικής εταιρείας συνηθίζουν να κλείνουν τα εισιτήριά τους το απόγευμα, από το σπίτι τους, με την ησυχία τους».

Οι δύο οικονομολόγοι πραγματοποίησαν παρόμοια έρευνα και για την αγορά θεατρικών εισιτηρίων μέσω Διαδικτύου. Κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι σε αντίθεση με τα αεροπορικά, τα εισιτήρια για μια παράσταση στα πιο γνωστά θέατρα του Λονδίνου κοστίζουν πολύ φθηνότερα αν τα κλείσει κανείς λίγες ώρες πριν από την πρεμιέρα. «Υπάρχουν εμπειρικές αποδείξεις που μας επιτρέπουν να είμαστε βέβαιοι ότι την ημέρα μιας θεατρικής πρεμιέραςτα εισιτήρια πωλούνται με μεγάλη έκπτωση, τακτική που είναι κοινός τόπος σε πολλές επιχειρήσεις θεαμάτων» καταλήγουν στο άρθρο τους οι δύο επιστήμονες".


Υ.Γ.: Εχουμε ασχοληθεί με το ζήτημα της διακύμανσης των τιμών αεροπορικών εισιτηρίων καθώς εξετάζαμε τις έννοιες του οριακού κόστους και του οριακού εσόδου.

Υ.Γ.2: Την μελέτη των Marc Möller και Makoto Watanabe: "Advance Purchase Discounts versus Clearance Sales" μπορείτε να δείτε πατώντας εδώ (αρχείο .pdf, "ανοίγει" με Acrobat Reader).

Υ.Γ.3: Φυσικά και ΔΕΝ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ να διαβάσετε την συγκεκριμένη μελέτη!

Προβλέψεις Ελληνικών επιχειρήσεων

Οπως διαβάζουμε στην "Ναυτεμπορική":

"Δυσοίωνη εικόνα για τις μικρές επιχειρήσεις

Οκτώ στις δέκα επιχειρήσεις καταγράφουν επιδείνωση της γενικής οικονομικής τους κατάστασης, αλλά και όλων των επιμέρους οικονομικών τους δεικτών, σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ (ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ), ενώ μία στις πέντε επιχειρήσεις θεωρεί πολύ πιθανό να προχωρήσει σε κλείσιμο το επόμενο διάστημα (περίπου 175.000 επιχειρήσεις, ποσοστό διπλάσιο σε σχέση με πέρυσι).

Ιδιαίτερα αρνητικές είναι οι επιπτώσεις και στον τομέα της απασχόλησης, αφού μία στις πέντε επιχειρήσεις (21,9%) αναγκάστηκε να μειώσει το προσωπικό της, κάτι που μεταφράζεται σε απώλεια περίπου 88.000 θέσεων εργασίας για το α' εξάμηνο του 2010. Δυσοίωνες και οι προβλέψεις για το β' εξάμηνο του έτους καθώς άλλες 120.000 θέσεις εργασίας κρίνονται επισφαλείς.

Τέλος, «ατομική βόμβα» στην αγορά και τις επιχειρήσεις χαρακτηρίζεται η περαιτέρω αύξηση του ΦΠΑ (από 11% σε 23%).

Η έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ σε συνεργασία με την εταιρεία MARC, έγινε σε πανελλαδικό δείγμα 960 επιχειρήσεων (0-49 άτομα προσωπικό), από τις 15 έως 28 Ιουλίου 2010 και αποτελεί την πρώτη συγκριτική έρευνα σε πανελλαδικό επίπεδο.

Τα αποτελέσματα καταδεικνύουν τη βαθιά ύφεση στην οποία έχει περιέλθει η ελληνική οικονομία, ύφεση η οποία -όπως επισημαίνεται- αναμένεται να συνεχιστεί και να ενταθεί με απρόβλεπτες συνέπειες, αν δεν παρθούν μέτρα για τα ασθενέστερα εισοδηματικά στρώματα και άμεσα μέτρα ενίσχυσης ιδιαίτερα των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων. Όπως χαρακτηριστικά υπογραμμίζεται, «η πραγματική οικονομία στην Ελλάδα αντιμετωπίζει σοβαρά πλέον τον κίνδυνο υπέρβασης των ορίων «λυγισμού» της».

Αναλυτικά τα ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ:

• ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ 1ου ΕΞΑΜΗΝΟΥ 2010

Οι 8 στις 10 επιχειρήσεις (80,2%) καταγράφουν επιδείνωση της γενικής οικονομικής τους κατάστασης, αλλά και όλων των επιμέρους οικονομικών τους δεικτών. Ειδικότερα, επιδείνωση εμφανίζει:

  • στον κύκλο εργασιών το 77,8%
  • στη ζήτηση το 77%
  • στη ρευστότητα το 79%
  • στις παραγγελίες το 76,1%
  • στις επενδύσεις το 52,3 %

• ΚΛΕΙΣΙΜΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Με βάση τα ευρήματα της έρευνας, τίθεται το θεμελιώδες ερώτημα, κατά πόσο η επιχείρηση δύναται να συνεχίσει τη παραγωγική της δραστηριότητα, μέσα στις νέες αντίξοες συνθήκες που εντάθηκαν το 1ο εξάμηνο του 2010 μετά και την υπογραφή του Μνημονίου. Στην έρευνα διαπιστώνονται τα εξής:

1) Μία στις 5 επιχειρήσεις (20,9%) θεωρεί πολύ πιθανό να προχωρήσει σε κλείσιμο το επόμενο διάστημα. Αυτό υπολογίζεται σε 175.000 επιχειρήσεις. Αξίζει να σημειωθεί ότι το ποσοστό αυτό, σχεδόν διπλασιάστηκε σε σχέση με το αντίστοιχο της έρευνας του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ τον Μάιο του 2009 (11,7%).

2) Επιπλέον θα πρέπει να σημειωθεί ότι άλλες σχεδόν 200.000 επιχειρήσεις (23,5%), δηλώνουν δυσκολίες συνέχισης της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας.

3) Με ένα μετριοπαθές σενάριο, υπολογίζεται ότι υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να χαθούν πάνω από 300.000 θέσεις απασχόλησης μέχρι το τέλος του 2011. (εργοδότες, αυτοαπασχολούμενοι, μισθωτοί)

Σημειώνεται ότι τα παραπάνω στοιχεία αφορούν μόνο τις μικρές επιχειρήσεις, χωρίς να αθροίζονται οι αντίστοιχες επιπτώσεις από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις. Σημειωτέον, επίσης, ότι η έρευνα διεξήχθη τον Ιούλιο, μεσούσης της τουριστικής περιόδου, δηλαδή της εποχιακής έξαρσης της οικονομικής δραστηριότητας (τουρισμός).

• ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ

Ιδιαίτερα αρνητικές επιπτώσεις καταγράφονται και στον τομέα της απασχόλησης, αφού σχεδόν 1 στις 5 επιχειρήσεις (21,9%) αναγκάστηκαν να μειώσουν το προσωπικό τους ενώ μόνο το 3,6% των επιχειρήσεων του δείγματος προχώρησε σε προσλήψεις. Αυτό μεταφράζεται σε απώλεια 88.000 περίπου θέσεων εργασίας για το 1ο εξάμηνο του 2010 με μεγαλύτερη ένταση στη μεταποίηση και στις μεγαλύτερες επιχειρήσεις του δείγματος.

Επιπλέον, σχεδόν 3 στους 10 επιχειρηματίες που απασχολούν προσωπικό (27,7%), προβλέπουν ότι το 2ο εξάμηνο του 2010, θα προχωρήσουν σε μείωση του προσωπικού τους, ενώ μόλις το 2,8% δηλώνει ότι θα προχωρήσει σε προσλήψεις. Με το πιο μετριοπαθές σενάριο υπολογίζεται ότι είναι επισφαλείς άλλες 120.000 θέσεις εργασίας τους επόμενους 6 μήνες.

• ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ

Όσον αφορά την πρόβλεψη της γενικής οικονομικής κατάστασης των ερωτηθέντων επιδείνωση προβλέπει το 67,1% των επιχειρηματιών. Ειδικότερα, επιδείνωση προβλέπει:

  • στον κύκλο εργασιών το 65,6%
  • στη ρευστότητα το 66,9%
  • στη ζήτηση το 63,8%
  • στις παραγγελίες το 64,4%.
  • στις επενδύσεις το 47,5%

• ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΠΑΡΟΥΣΑΣ ΕΡΕΥΝΑΣ (Ιούλιος 2010) ΜΕ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΕΡΕΥΝΑ (Φεβρουάριος 2010)Τα παρακάτω νούμερα αναφέρονται σε ποσοστά επί του συνόλου των ερωτηθέντων επιχειρηματιών

* Καταγεγραμμένη μείωση προηγούμενου εξαμήνου

** Προβλεπόμενη μείωση για το επόμενο εξάμηνο

• ΜΙΣΘΟΙ

Οι 4 στις 10 επιχειρήσεις καταγράφουν προβλήματα στη διαδικασία της μισθοδοσίας των εργαζομένων τους. Πάνω από 7 στους 10 επιχειρηματίες δηλώνουν ότι δεν έχει χρειαστεί να κάνουν οποιαδήποτε περικοπή στο μισθό των εργαζομένων τους, πράγμα που αποδεικνύει ότι το μισθολογικό κόστος καθεαυτό δεν θεωρείται το μείζον πρόβλημα για τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων. Η διαπίστωση αυτή δικαιολογεί και τη σθεναρή στάση των φορέων των πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων που δεν αποδέχτηκαν τις προτάσεις για κατάργηση του 13ου και 14ου μισθού και μηδενικές αυξήσεις. Σύμφωνα με την έρευνα, οι 8 στους 10 ερωτηθέντες επιχειρηματίες επιθυμούν για τους 13ο και 14ο μισθό είτε να παραμείνουν ως έχουν είτε να ενσωματωθούν στους 12 μισθούς του έτους, ενώ μόλις 1 στους 10 επιθυμεί την πλήρη κατάργησή τους. Ωστόσο, ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι 1 στις 3 επιχειρήσεις δηλώνει ότι έχει αναγκαστεί να προχωρήσει σε μείωση των ωρών ή και των ημερών εργασίας. Τα δεδομένα αυτά επιβεβαιώνονται και από τα στοιχεία της Έκθεσης του ΣΕΠΕ σε σχέση με τον μεγάλο αριθμό μετατροπών συμβάσεων από πλήρη σε μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση. Αξίζει, επίσης, να αναφερθεί ότι η πλειοψηφία των μικρών επιχειρήσεων θεωρεί ως αποδοτικότερο μέτρο την επιδότηση για διατήρηση θέσεων εργασίας και δευτερευόντως την επιδότηση για πρόσληψη. Επιπρόσθετα, μόνο η μία στις 10 προκρίνει τη μείωση του κόστους απόλυσης.

• ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟ – ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΚΑΘΕ ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΑΥΞΗΣΗΣ Φ.Π.Α ΑΠΟ 11% ΣΕ 23%

Οι 7 στις 10 επιχειρήσεις δηλώνουν ότι νέες μεγάλες αυξήσεις του ΦΠΑ θα επηρεάσουν καταλυτικά το τζίρο τους, ενώ χαρακτηριστικό είναι ότι το 26% δηλώνει διατεθειμένο να προχωρήσει σε μετεγκατάσταση της έδρας για φορολογικούς λόγους. Σημαντικό στοιχείο της έρευνας είναι ότι 3 στις 4 επιχειρήσεις, δηλώνουν ότι ήταν σε θέση, έως τώρα, να απορροφήσουν την αύξηση του ΦΠΑ και κυρίως, οι μικρότερες επιχειρήσεις του δείγματος. Αντίθετα 1 στις 2 επιχειρήσεις με προσωπικό άνω των 10 ατόμων δήλωσε ότι αναγκαστικά προχώρησε σε αύξηση τιμών. Το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, εκτιμά ότι οποιαδήποτε περαιτέρω αύξηση του ΦΠΑ, (από 11% σε 23% σε προϊόντα και υπηρεσίες), θα έχει συνέπειες ανάλογες «ατομικής βόμβας» σε τζίρο, θέσεις εργασίας, πληθωρισμό, λουκέτα επιχειρήσεων και τελικά στα έσοδα του κράτους και των ασφαλιστικών ταμείων.

• ΤΡΑΠΕΖΙΚΗ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ

Παρά το γεγονός ότι η ρευστότητα των επιχειρήσεων επιδεινώνεται συνεχώς, οι 3 στις 4 επιχειρήσεις δεν προσέφυγαν σε τραπεζικό δανεισμό το 1ο εξάμηνο του 2010 (φόβος επόμενης μέρας – ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ). Επιπλέον, σχεδόν 1 στις 2 επιχειρήσεις που απευθύνθηκε σε τραπεζικό ίδρυμα για έκδοση δανείου, είδε το αίτημά της να απορρίπτεται.

• ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

Οι 7 στις 10 επιχειρήσεις, θεωρούν ότι τα κυβερνητικά μέτρα θα χειροτερέψουν την κατάσταση της οικονομίας και της αγοράς.

• ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΔΡΑΣΗΣ

Οι ερωτηθέντες θεωρούν ως αποτελεσματικότερη μορφή δράσης τη συμμετοχή στις διαδικασίες του κοινωνικού διαλόγου, ενώ λιγότερο αποτελεσματική μορφή δράσης θεωρείται το κλείσιμο των καταστημάτων, ως μορφή αντίδρασης. Αξιοπρόσεκτο είναι το υψηλό ποσοστό, το οποίο θεωρεί ως αποτελεσματική αντίδραση, την παύση πληρωμών προς το Δημόσιο. Το ποσοστό αυτό χρήζει ιδιαίτερης πολιτικής και κοινωνικής ανάλυσης, με δεδομένο ότι και καμία συνδικαλιστική-εργοδοτική οργάνωση δεν έχει ουδέποτε προτείνει ανάλογη δράση, ώστε να δημιουργηθεί και το ανάλογο κλίμα".


Για το ίδιο θέμα, η "Ελευθεροτυπία":

"Μία στις 5 ΜΜΕ σκέφτεται λουκέτο

Οκτώ στις 10 μικρές επιχειρήσεις είδαν την οικονομική τους κατάσταση να επιδεινώνεται τους προηγούμενους μήνες ενώ μία στις 5 εταιρείες είναι πιθανό να προχωρήσει σε κλείσιμο τους επόμενους, όπως δείχνει έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ για την πορεία της πραγματικής οικονομίας.




Τα στοιχεία της έρευνας παρουσιάστηκαν από τον πρόεδρο της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος Δημήτρη Ασημακόπουλο και τους εκπροσώπους της εταιρείας MARC, που πραγματοποίησε την έρευνα τον Ιούλιο σε πανελλαδικό δείγμα 960 επιχειρήσεων.

Με αφορμή τα ευρήματα της έρευνας της ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, ο κ. Ασημακόπουλος προειδοποίησε ότι όλοι πρέπει να συνεργαστούν γιατί η οικονομία έχει φτάσει στα όρια «λυγισμού» της. Από την έρευνα προκύπτει ότι το 20,9% των επιχειρήσεων του δείγματος, που ανάγεται σε 175.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις, μπορεί να βάλει λουκέτο τους επόμενους μήνες. Το ποσοστό είναι διπλάσιο σε σχέση με εκείνο, 11,9%, στην αντίστοιχη έρευνα που έκανε το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ τον Μάιο του 2009.

Σε κίνδυνο 300.000 θέσεις εργασίας

Το 23,5% των μικρών επιχειρήσεων, το οποίο εκτιμάται ότι αφορά σχεδόν 200.000 εταιρείες (επί συνόλου περίπου 880.000), δηλώνει δυσκολία συνέχισης της επιχειρηματικής του δραστηριότητας. Σύμφωνα με την έρευνα, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να χαθούν πάνω από 300.000 θέσεις απασχόλησης μέχρι το τέλος του 2011. Σ' αυτές συμπεριλαμβάνονται οι μισθωτοί, οι εργοδότες και οι αυτοαπασχολούμενοι. Ειδικότερα ζοφερές εμφανίζονται οι προοπτικές στον τομέα της απασχόλησης, αφού το 21,9% των μικρών επιχειρήσεων του δείγματος αναγκάστηκε ήδη να μειώσει το προσωπικό του ενώ μόνο το 3,6% των επιχειρήσεων προχώρησε σε προσλήψεις.

Αυτό μεταφράζεται σε απώλεια 88.000 περίπου θέσεων εργασίας για το α' εξάμηνο του 2010 με μεγαλύτερη ένταση στη μεταποίηση και στις μεγαλύτερες επιχειρήσεις του δείγματος, σύμφωνα με την έρευνα. Ακόμη χειρότερα, 3 στους 10 επιχειρηματίες προβλέπουν ότι θα προχωρήσουν σε μείωση προσωπικού στο β' εξάμηνο του 2010 και μόλις το 2,8% σε προσλήψεις. Αυτό σημαίνει ότι 120.000 θέσεις εργασίας είναι επισφαλείς τους επόμενους μήνες, σύμφωνα με το πιο μετριοπαθές σενάριο.

Θέλουν διατήρηση 13ου, 14ου μισθού

Στο μέτωπο των μισθών, οι 4 στις 10 επιχειρήσεις αναφέρουν προβλήματα στη διαδικασία της μισθοδοσίας των εργαζομένων τους αλλά πάνω από 7 στους 10 επιχειρηματίες δηλώνουν ότι δεν έχει χρειαστεί να κάνουν οποιαδήποτε περικοπή στον μισθό των εργαζομένων τους. Αυτό καταδεικνύει, σύμφωνα με τη ΓΣΕΒΕΕ, ότι το μισθολογικό κόστος καθεαυτό δεν θεωρείται το μείζον πρόβλημα για τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων. Μόνον ο ένας στους 10 επιχειρηματίες επιθυμεί την πλήρη κατάργηση του 13ου και 14ου μισθού ενώ 8 στους 10 επιθυμούν είτε να παραμείνουν ως έχουν είτε να ενσωματωθούν στους 12 μισθούς. Ομως, μία στις 3 επιχειρήσεις δηλώνει ότι έχει ήδη αναγκαστεί να προχωρήσει σε μείωση των ωρών ή ημερών εργασίας.

Για το θέμα της φορολογίας, οι 7 στις 10 επιχειρήσεις δηλώνουν ότι νέες μεγάλες αυξήσεις του ΦΠΑ θα έχουν σημαντικά αρνητική επίδραση στον τζίρο τους. Το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ εκτιμά ότι οποιαδήποτε μετάταξη από 11% σε 23% θα έχει συνέπειες ανάλογες «ατομικής βόμβας» σε τζίρο, θέσεις εργασίας, πληθωρισμό και σε τελική ανάλυση στα έσοδα του κράτους και των ασφαλιστικών ταμείων.

Επίσης, ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι το 26% των επιχειρήσεων δηλώνει έτοιμο να προχωρήσει σε μετεγκατάσταση έδρας για φορολογικούς λόγους. Ακόμη, οι 7 στις 10 επιχειρήσεις του δείγματος διατύπωσαν την άποψη ότι τα κυβερνητικά μέτρα θα επιτείνουν τα προβλήματα της οικονομίας και της αγοράς.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι ένα ποσοστό προκρίνει ως αποτελεσματική αντίδραση την παύση πληρωμών προς το Δημόσιο. Αναφερόμενος στο τελευταίο, ο κ. Ασημακόπουλος τόνισε ότι η ΓΣΕΒΕΕ δεν σκέφτεται να προτείνει κάτι τέτοιο (στάση πληρωμών) στα μέλη της. Τάχθηκε υπέρ της παροχής κινήτρων για τη διατήρηση των θέσεων εργασίας και ζήτησε να αλλάξει κατεύθυνση το ΤΕΜΠΜΕ".