Η τέλεια πληροφόρηση αφορά σε όλους όσοι συμμετέχουν στην αγορά και αναφέρεται στην πλήρη και τέλεια γνώση ως προς την συμπεριφορά των υπολοίπων σμμετεχόντων στην αγορά, την εκάστοτε διαμόρφωση της συνολικής προσφοράς και ζήτησης, το σύνολο των συνθηκών παραγωγής, διάθεσης, ανταλλαγής και κατανάλωσης των αγαθών και υπηρεσιών και με τα χαρακτηριστικά (και τις ιδιότητες) των αγαθών / υπηρεσιών να είναι γνωστά εκ των προτέρων και να παραμένουν αμετάβλητα.
Γιατί έχουμε θέσει το θέμα της πληροφόρησης ως απαραίτητης συνθήκης (και ρητή -αλλά και υπόρρητη- παραδοχή) για τον τέλειο ανταγωνισμό και μάλιστα εστιάζουμε ιδιαίτερα στην τέλεια πληροφόρηση του καταναλωτή; Διότι, υπό αυτή την συνθήκη, ο καταναλωτής έχει την δυνατότητα εκτίμησης της χρησιμότητας του αγαθού. Αυτή ακριβώς η εκτίμηση της χρησιμότητας (οριακής και συνολικής) είναι που θα καθορίσει και τις προτιμήσεις του καταναλωτή, άρα και την ζητούμενη ποσότητα των αγαθών. Οι τιμές, ουσιαστικά, αντιπροσωπεύουν την οριακή αξιολόγηση των αγαθών από τους καταναλωτές (καθώς και το οριακό κόστος παραγωγής τους). Τί θα συμβεί όταν έχουμε ασύμμετρη πληροφόρηση; Σε αυτή την περίπτωση, θα έχουμε στρέβλωση της οριακής αξιολόγησης και ζημία του καταναλωτή . Η εξήγηση είναι προφανής: το τί πιστεύει ένας καταναλωτής για ένα αγαθό θα καθορίσει (σε μεγάλο βαθμό) και την απόφασή του να αγοράσει ή όχι το προϊόν. Με άλλα λόγια, η εκτίμηση της οριακής χρησιμότητας και της οριακής αξίας (αλλά και του εικαζόμενου οριακού κόστους του παραγωγού) θα (συν)καθορίσει και την επιθυμία πληρωμής. Αρα, με λανθασμένη την εκτίμηση της οριακής χρησιμότητας και της οριακής αξίας, ο καταναλωτής θα προβεί και σε ζημιογόνες επιλογές (ζημιογόνες υπό την έννοια ότι, με διαφορετικές επιλογές, θα είχε μεγιστοποίηση της χρησιμότητάς του). Επίσης, θα προβεί σε ζημιογόνες επιλογές εάν το οριακό κόστος της επιχείρησης είναι (αρκετά) μικρότερο απ' όσο εκτιμά ο ίδιος. Η στρέβλωση (*) αυτή, βλάπτει όχι μόνο τον καταναλωτή, αλλά και την συνολική οικονομία της αγοράς (εάν αυτό το σημείο δεν είναι προφανές, περιμένω ο-πω-σδή-πο-τε απορίες σας).
(*): Ο ν. 2251/94 περί προστασίας των καταναλωτών ως "ουσιώδη στρέβλωση της οικνομικής συμπεριφοράς των καταναλωτών" ορίζει την " χρήση εμπορικής πρακτικής με σκοπό τη σημαντική μείωση της ικανότητας του καταναλωτή να λάβει τεκμηριωμένη απόφαση, με επακόλουθο ο καταναλωτής να λάβει μια απόφαση συναλλαγής που διαφορετικά δεν θα ελάμβανε".
Ολα αυτά τα αναφέρω ως εφόδια προκειμένου να αναλύσετε το ακόλουθο άρθρο:
" Κατ' επίφαση οι broadband ταχύτητες που πληρώνουν οι Βρετανοί
Χαμηλότερες ταχύτητες από ότι διαφημίζουν προσφέρουν στους πελάτες τους οι εταιρίες ευρυζωνικού Ιντερνετ στη Βρετανία.
Εκατομμύρια Βρετανοί πελάτες εταιριών παροχής ευρυζωνικής πρόσβασης στο Διαδίκτυο πέφτουν θύματα εξαπάτησης, καθώς οι εταιρίες παρέχουν συνδέσεις με πολύ μικρότερες ταχύτητες από ότι διαφημίζουν.
Στοιχεία που δημοσίευσε η ρυθμιστική αρχή της χώρας Ofcom, δείχνουν την ύπαρξη πραγματικού χάσματος μεταξύ των ταχυτήτων, για τις οποίες πληρώνουν οι πελάτες και του προσφερόμενου αγαθού. Η μέση ταχύτητα σύνδεσης στη Βρετανία φθάνει σήμερα το 46% της υποσχεθείσας, από 56% πριν ένα χρόνο.
Οι πάροχοι υπηρεσιών Ιντερνετ διαφημίζουν μάλιστα ανώτατες ταχύτητες, που ουδέποτε προσφέρονται στους πελάτες τους, οδηγώντας την Ofcom να ζητά σήμερα αυστηρότερη ρυθμιστική νομοθεσία. «Αν ο καταναλωτής πληρώνει για ταχύτητα Ferrari δεν μπορείς να του προσφέρεις ποδήλατο. Οι χρήστες ευρυζωνικών δικτύων πρέπει να εξασφαλίζουν την υπηρεσία για την οποία πλήρωσαν», λέει ο Ρόμπερτ Χάμον επικεφαλής του καταναλωτικού ινστιτούτου Consumer Focus.
Η ζήτηση για ευρυζωνικές συνδέσεις αυξάνεται διαρκώς, καθώς ολοένα και περισσότεροι καταναλωτές θέλουν να παρακολουθήσουν τηλεόραση και να παίξουν παιχνίδια στο Διαδίκτυο. Αυτό με τη σειρά του οδήγησε τις εταιρίες παροχής να υπόσχονται συνδέσεις με ταχύτητα έως και 20 Mbps, από 8 Mbps που είναι η συνήθης ανώτατη ταχύτητα στη Βρετανία. Οι τηλεπικοινωνιακές υποδομές της Βρετανίας είναι, όμως, ανίκανες να «σηκώσουν» τέτοιες ταχύτητες.
Μόνο η Virgin Mobile αποδείχθηκε, σύμφωνα με την Ofcom, ικανή να προσφέρει τέτοιες ταχύτητες για τους αστικούς συνδρομητές της. Για τις υπόλοιπες εταιρίες που δραστηριοποιούνται στη Βρετανία, τα πακέτα σύνδεσης ταχύτητας 20 Mbps είναι στην πραγματικότητα 15,7 Mbps για τα δίκτυα οπτικών ινών και μόλις 6,5 Mbps για τα συνηθισμένα δίκτυα τηλεφωνικών γραμμών με καλώδια χαλκού. Οι εταιρίες παροχής προσφέρουν συνήθως ταχύτητες «μέχρι 8 Mbps». Στην έκθεσή της, όμως, η Ofcom καταγγέλλει την πρακτική αυτή ως παραπλανητική, ζητώντας την επιβολή αυστηρής νομοθεσίας. «Η διαφωνία μας εστιάζεται στο γεγονός ότι κανένας πελάτης δεν εξασφάλισε ταχύτητα 8 Mbps, παρά τη σχετική διαφήμιση», λέει ο διευθύνων σύμβουλος της Ofcom Εντ Ρίτσαρντς.
Για το λόγο αυτό, η ρυθμιστική αρχή εκπόνησε νέο «κώδικα συμπεριφοράς» για τις εταιρίες του χώρου. Ο κώδικας αυτός θα επιτρέπει στους καταναλωτές να ακυρώνουν το συμβόλαιό τους με την εταιρία παροχής υπηρεσιών Διαδικτύου μέσα σε διάστημα τριών μηνών, εφόσον το σήμα τους είναι χαμηλότερης ταχύτητας από ότι είχε αρχικά συμφωνηθεί. Αυτό, σύμφωνα με την Ofcom, θα πείσει τις εταιρίες παροχής να βελτιώσουν τις παρεχόμενες υπηρεσίες τους.
Από τη μεριά της η βρετανική τηλεπικοινωνιακή ΒΤ, ανακοίνωσε φιλόδοξα σχέδια για εγκατάσταση οπτικών ινών στα δύο τρίτα του εδάφους της χώρας μέχρι το 2015, με κόστος 2,5 δισ. στερλινών".
Αναμένω απορίες και παρατηρήσεις επί της μικροοικονομικής θεωρίας.