"Ενα μακρόσυρτο ρέκβιεμ για το Ρέικιαβικ
Μεσάνυχτα στο Ρέικιαβικ και ένας χλομός, απόκοσμος, ασπρουλιάρης ήλιος, κρυμμένος πίσω από τα σύννεφα, αρνείται πεισματικά να δύσει.
Η πόλη κοιμάται πίσω από βαριές κουρτίνες. Στους δρόμους ερημιά. Τέτοια ώρα, πριν από δυο χρόνια, χιλιάδες άτομα ξεφάντωναν στα νυχτερινά κέντρα μέσα στην επίπλαστη ομίχλη της εύκολης ζωής. Ξαφνικά το πάρτι τελείωσε, η μουσική σταμάτησε, η Ισλανδία βρέθηκε όρθια, χωρίς καρέκλα και βγήκε από το παιχνίδι.
Η κατά ΟΗΕ χώρα με την καλύτερη ποιότητα ζωής στον πλανήτη και η κατά Moody's και Standard & Poor's αξιολογημένη ως επενδυτικός παράδεισος-πρότυπο σαρώθηκε από μια πρωτοφανή τραπεζική κρίση. Η πτώχευση της αμερικανικής επενδυτικής τράπεζας Lehman Brothers προκάλεσε τον Σεπτέμβριο του 2008 την κατάρρευση των μεγαλύτερων ιδιωτικών τραπεζών της Ισλανδίας που είχαν κατακλυσθεί από τοξικά ομόλογα. Μέσα σε λίγες εβδομάδες αποκαλύφθηκε ότι τρεις τράπεζες χρωστούσαν 10 φορές το ΑΕΠ της χώρας. Ηταν ο προάγγελος της παγκόσμιας κρίσης και ταυτόχρονα μια εθνική καταστροφή για τους 318.000 κατοίκους που ζουν σε αυτή την ευρωπαϊκή εσχατιά.
Διαδηλώσεις πρώτη φορά
Το εθνικό νόμισμα υποτιμήθηκε 35%, ο δείκτης του τοπικού χρηματιστηρίου έχασε το 96% της αξίας του, ο πληθωρισμός ξεπέρασε το 18%, όσοι είχαν επενδύσει σε σύνθετα επενδυτικά προϊόντα, κυρίως συνταξιούχοι, έχασαν τους κόπους μιας ζωής, άνθρωποι καταστράφηκαν. Ευτυχώς, σώθηκαν οι καταθέσεις, αλλά άξιζαν πολύ λιγότερο πια, λόγω της υποτίμησης της κορόνας.
Πρώτη φορά οι Ισλανδοί βγήκαν στους δρόμους και διαδήλωσαν, η συντηρητική κυβέρνηση έπεσε, ένας κεντροαριστερός συνασπισμός ανέλαβε την κάθαρση και μαζί με την κρίση ήρθε και το ΔΝΤ με το απαραίτητο πακέτο λιτότητας. Το ισλανδικό -όπως και το ελληνικό- πακέτο μέτρων το σχεδίασε ο Πολ Τόμσεν. Συναντήσαμε τον στενό του συνεργάτη, Μαρκ Φλάναγκαν, υπεύθυνο του ΔΝΤ για το ισλανδικό μνημόνιο. Επειτα από 18 μήνες εφαρμογής, ο καναδός οικονομολόγος δεν κρύβει την αισιοδοξία του για το τελικό αποτέλεσμα.
«Οι Ισλανδοί ως κοινωνία και πολιτικό σύστημα θέλουν να βρουν λύση, να βγουν από την κρίση και πιστεύουν ότι τα επώδυνα μέτρα θα αποδώσουν. Ηδη βλέπουμε φως στην άκρη του τούνελ. Εχουμε πολύ καλή συνεργασία με την κυβέρνηση, εργαζόμαστε από κοινού. Είναι σημαντικό ότι δεν υπάρχουν κοινωνικές αντιδράσεις. Οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να γίνονται σταδιακά, όπως έκαναν τη δεκαετία του '90 οι Σκανδιναβοί. Οταν παίρνεις έκτακτα μέτρα για να κάνεις αλλαγές μέσα σε λίγο χρόνο, είναι πάντα πιο επώδυνο για την κοινωνία. Εμείς δίνουμε κατευθύνσεις, δεν επιβάλλουμε συγκεκριμένα μέτρα. Πώς θα εξειδικευτούν, είναι δουλειά της κάθε κυβέρνησης. Το συμπέρασμά μου από την κρίση είναι πως όσοι είχαν μεγάλα χρέη και χαμηλή ανταγωνιστικότητα αντιμετωπίζουν σήμερα προβλήματα. Επίσης, όταν υπάρχει μια οικονομική κρίση τέτοιας δυναμικής, τότε συνήθως ακολουθεί και πολιτική κρίση. Το πρόγραμμα του ΔΝΤ στην Ισλανδία τελειώνει τον Αύγουστο του 2011. Φυσικά υπάρχουν ακόμη προβλήματα, όμως πιστεύω ότι η Ισλανδία θα τα καταφέρει», μας είπε, αλλά δεν θέλησε να κάνει καμία δήλωση σχετικά με το ελληνικό μνημόνιο.
Η Βίλμποργκ Οντσντοτιρ δεν συμφωνεί με τον εκπρόσωπο του ΔΝΤ. «Οι οικονομολόγοι ενδιαφέρονται για τους αριθμούς, εμείς για τους ανθρώπους», λέει η 40χρονη κοινωνική λειτουργός που δουλεύει με την Προτεσταντική Εκκλησία σε ειδικά προγράμματα για τα θύματα της κρίσης. Δείχνει κουρασμένη, έως απελπισμένη, όπως και οι συμπολίτες της, τους οποίους στηρίζει κάθε μέρα. «Τον πρώτο καιρό κυριαρχούσε η οργή, η αγανάκτηση. Τώρα οι άνθρωποι που έχασαν τα πάντα νιώθουν θλίψη, ματαιότητα, ακύρωση, πολλοί έχουν παραιτηθεί από κάθε προσπάθεια. Ειδικά οι μεσήλικες έχουν ξεμείνει από ενέργεια. Οι περισσότεροι βρίσκονται σε μια περίεργη ασάφεια, καθώς δεν έχουν λήξει οι δικαστικές διεκδικήσεις και οι συμβιβασμοί. Ετσι, οι απλοί πολίτες είναι μετέωροι, σε μια κατάσταση αναμονής των δικαστικών αποφάσεων. Αυτοί οι άνθρωποι πληρώνουν για κάτι, χωρίς να ευθύνονται γι' αυτό. Οσοι ήταν τυχεροί και δεν έχασαν τις δουλειές τους, είδαν το εισόδημά τους να μειώνεται, τους μισθούς και τις συντάξεις να περιορίζονται 10%-20%, τις τιμές να ανεβαίνουν. Αυτό έκανε πολλούς να χάσουν την εμπιστοσύνη τους στο σύστημα. Δεν ευθύνονται μόνο οι πολιτικοί και οι τραπεζίτες, αλλά και τα ΜΜΕ που πρόβαλλαν ένα ψεύτικο πρότυπο ζωής χωρίς προβλήματα. Τα ΜΜΕ κατασκεύασαν το λάιφσταϊλ που ταίριαξε με το τραπεζικό μπουμ.
»Τα τελευταία δύο χρόνια αυξήθηκαν τα ψυχικά νοσήματα, πολλοί δεν άντεξαν το σοκ. Η ανεργία έφτασε από το 1% στο 9%. Τώρα είναι στο 7,7%, με 2.500 άτομα (οι περισσότεροι άντρες 50-55 χρόνων) να είναι μακροχρόνια άνεργοι. Οι νέοι επίσης είναι απαγοητευμένοι και ψάχνουν τη λύση στη μετανάστευση. Ομως το χειρότερο είναι ότι παγιώνεται το άνοιγμα της ψαλίδας ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς, κάτι πρωτόγνωρο για την κοινωνία μας. Ευτυχώς, δεν υπάρχει καθόλου εγκληματικότητα, ούτε και αυξήθηκε με την κρίση.
»Πριν από την κατάρρευση αντιμετωπίζαμε 150 περιστατικά κάθε μήνα, τώρα 1.000 άνθρωποι στηρίζονται σε εμάς για συσσίτιο, ψυχολογική στήριξη, νομικές συμβουλές. Ευτυχώς, υπάρχει στέγη για όλους. Από τον δήμο, τα ιδρύματα, την Εκκλησία. Προβλήματα έχουν και οι μετανάστες που απολαμβάνουν όλα τα δικαιώματα των γηγενών. Αρκετοί ζητούν τη βοήθειά μας. Αλλοι ξαναγύρισαν στην πατρίδα τους, ιδίως αυτοί που δούλευαν στον κατασκευαστικό τομέα που κατέρρευσε μαζί με τις τράπεζες».
Η εικόνα της εγκατάλειψης, της ερήμωσης είναι έντονη στην πάλαι ποτέ «Wall Street»του Ρέικιαβικ, την Ζάεμπραουτ. Εκεί, απέναντι από τον Ατλαντικό στέκουν τα νεόκτιστα μεγαθήρια από γυαλί και ατσάλι, στρατηγεία των ιδιωτικών τραπεζών που πτώχευσαν. «Είναι κτίρια γεμάτα οίηση και συμβολισμό και είναι χαρακτηριστικό ότι έχουν γυρίσει την πλάτη στην παλιά πόλη, περιφρονώντας την τοπική αρχιτεκτονική και το μέγεθός τους είναι τεράστιο σε σχέση με την κλίμακα της περιοχής. Πρόκειται για φαραωνικά μαυσωλεία, κενοτάφια ελπίδων, μνημεία απληστίας», τονίζει η Μπρίντις.
Οι Ισλανδοί δεν αρκέστηκαν στα δάκρυα και την οργή. Απαίτησαν και πήραν απαντήσεις. Για το τι έφταιξε, ποιοι ευθύνονται και τι πρέπει να γίνει για να μην ξανασυμβεί παρόμοια κρίση. Μόλις 15 μήνες μετά το ξέσπασμα της κρίσης, η εξεταστική επιτροπή που συνέστησε το Κοινοβούλιο από ανεξάρτητους ειδικούς έβγαλε πόρισμα 2.400 σελίδων, με το οποίο όχι μόνο καταλόγισε ευθύνες, αλλά και τις προσωποποίησε. Κατονομάζονται ο πρώην πρωθυπουργός Γκέιρ Χάαρντε, τρεις πρώην διοικητές της κεντρικής τράπεζας, υπουργοί, ενώ ποινικές ευθύνες καταλογίζονται σε στελέχη των τριών ιδιωτικών τραπεζών. Ηδη ο εισαγγελέας έβγαλε διεθνή εντάλματα σύλληψης, καθώς πολλά golden boys διέφυγαν στο εξωτερικό, κάνοντας μία μέρα πριν από την εκδήλωση της κρίσης τεράστιες αναλήψεις από τους λογαριασμούς τους. Τρεις συνελήφθησαν και κρατούνται. Η κυβέρνηση έκανε μηνύσεις και ζητάει πίσω τα κλεμμένα.
Η εξεταστική επιτροπή είχε στη διάθεσή της 80 υπαλλήλους, δικό της προϋπολογισμό και δικαίωμα να ζητήσει -ακόμη και να κατασχέσει- στοιχεία από κρατικές υπηρεσίες και ιδιώτες. Επίσης, ανεξάρτητη επιτροπή ετοιμάζει συστάσεις για να γίνουν μεταρρυθμίσεις ώστε να αποφευχθεί παρόμοια κρίση στο μέλλον.
Στο πλαίσιο της διαφάνειας, αναρτήθηκε τον Απρίλιο στον ιστότοπο της Βουλής (www.sic.athingi.is) το πλήρες κείμενο που η κυβέρνηση ονομάζει «Εκθεση της αλήθειας» και οι Ισλανδοί αποκαλούν «Μαύρο πόρισμα» καθώς και εκτεταμένη περίληψη στα αγγλικά. Κανείς, ούτε καν οι κατηγορούμενοι, δεν αμφισβήτησαν την αμεροληψία των συντακτών του πορίσματος. Το βράδυ της ανακοίνωσης 45 ηθοποιοί συγκεντρώθηκαν στο Δημοτικό Θέατρο του Ρέικιαβικ και διάβασαν επί πέντε συνεχόμενα 24ωρα, σε μια κατάμεστη αίθουσα, ολόκληρη την έκθεση. Για τους περήφανους, πλην εξαπατημένους απογόνους των Βίκινγκς, ήταν μια ομαδική ψυχανάλυση, μια διαδικασία κάθαρσης.
«Ευτυχώς το κράτος στήριξε τους πολίτες όσο μπορούσε», λέει η Ιρ Ατλαντοτιρ, στέλεχος στον ισλανδικό Οργανισμό Τουρισμού. «Η νέα κυβέρνηση πάγωσε τις κατασχέσεις σπιτιών όσων αντιμετώπιζαν οικονομικά προβλήματα, μειώθηκε η φορολογία στους μη προνομιούχους, δημιουργήθηκαν δομές ψυχολογικής, νομικής και κοινωνικής υποστήριξης των ασθενέστερων, δημιουργήθηκαν προγράμματα επανακατάρτισης ανέργων. Δεν είναι αρκετά, όμως είναι σημαντικά».
«Οι πολίτες έδειξαν την οργή τους με την ψήφο τους που αποδοκίμασε συλλήβδην το πολιτικό σύστημα», τονίζει ο Μπίργκιρ Γκουόμουντσον, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Ακουρέιρι. «Στις πρόσφατες δημοτικές εκλογές αναδείχτηκε ως πλειοψηφικό ρεύμα η διαμαρτυρία. Στο Ακουρέιρι πρώτο κόμμα βγήκε ένα... μη κόμμα. Πολίτες έφτιαξαν έναν νέο σχηματισμό, στον οποίο, για να γίνεις μέλος, έπρεπε να μην είσαι μέλος κανενός κόμματος. Η πλατφόρμα τους είχε να κάνει αποκλειστικά με τα τοπικά προβλήματα. Αντίστοιχα φαινόμενα είχαμε σε πολλές πόλεις, με αποκορύφωμα τον Δήμο του Ρέικιαβικ».
Ενας δήμαρχος... κλητήρας
Ο δήμαρχος της πρωτεύουσας είναι από μόνος του ένα θέμα. Μέχρι τον περασμένο μήνα ήταν γνωστός ως κωμικός και ηθοποιός σε τηλεοπτικές σειρές. Οταν κατέβηκε υποψήφιος με μια παρέα καλλιτεχνών που ανήκαν στον κύκλο της τραγουδίστριας Μπγιορκ και δημιούργησαν το κόμμα «The Best» («Οι Καλύτεροι»), δεν τον πήρε κανένας στα σοβαρά. Με ένα πρόγραμμα με αστείους στόχους και αιτήματα όπως να αγοραστεί πολική αρκούδα για τον ζωολογικό κήπο, να μην πληρώνουν είσοδο στις πισίνες οι κάτοικοι, να δικαιούνται μια στεγνή πετσέτα στα λουτρά, ο Γιον Γκνάαρ και «Οι Καλύτεροι» κατόρθωσαν να έρθουν πρώτοι στις εκλογές και να πάρουν 6 από τις 15 έδρες του δημοτικού συμβουλίου.
Τώρα ο Γκνάαρ είναι δήμαρχος σε συνεργασία με τους Σοσιαλδημοκράτες. Οταν τον συνάντησα, προσπαθούσα για ώρα να καταλάβω πότε μιλάει σοβαρά και πότε όχι. Ισως ούτε και ο ίδιος να μην το ξέρει. «Θα τηρήσω την προεκλογική μου δέσμευση για τις πισίνες», απάντησε στην ερώτηση ποιες είναι οι προτεραιότητές του. Σχεδόν για όλα τα θέματα παρέπεμπε στη βοηθό του, η οποία είχε την ίδια άγνοια. Σε ερώτηση τι θα συμβεί αν αποτύχει, απάντησε πως αυτό δεν γίνεται, γιατί η ομάδα του είναι «Οι Καλύτεροι». Ο σουρεαλιστικός διάλογος συνεχίστηκε χωρίς αποτέλεσμα.
Ο Γκνάαρ χλεύαζε και κέρδισε το πολιτικό κατεστημένο όχι με τις (ανύπαρκτες) θέσεις του, αλλά με την απόλυτη άρνησή του να ενταχθεί στην κανονικότητα του συστήματος, και γι' αυτό επιβραβεύτηκε από τους πολίτες. Ολοι ξέρουν ότι δεν μπορεί να διοικήσει, αλλά τον προτίμησαν γιατί δεν μπορούσαν άλλο να βλέπουν «αυτούς που ξέρουν» να τα κάνουν θάλασσα. Ο Γκνάαρ δεν τοποθετείται στην κλίμακα αριστερά-δεξιά, είναι κάτι άλλο, από αυτό το άλλο που ίσως δούμε πιο έντονα σύντομα και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
«Ο κόσμος βαρέθηκε τα μεγάλα λόγια, τους κλασικούς πολιτικούς, τη χειραγώγηση των ΜΜΕ, τη διαπλοκή. Αντιδρά με τον τρόπο του», λέει η Μπρίντις. «Μη νομίζεις πως η κρίση έφερε μόνο αρνητικά. Ξαναβρίσκουμε τον εαυτό μας, την ταυτότητά μας. Βρήκαμε χρόνο για μας και τα παιδιά μας, μαγειρεύουμε μαζί με τους φίλους μας, ξαναγίναμε κοινωνικοί άνθρωποι. Πριν όλοι ήθελαν να κάνουνε λεφτά. Τώρα θέλουμε απλά να ζήσουμε τη ζωή μας μέσα από ένα άλλο αξιακό σύστημα».