"Η συστημική κρίση του ευρωνομίσματος
Γιατί τόση υστερία κατά της χώρας μας από τον διεθνή τύπο, τους ευρωπαίους οικονομικούς ιθύνοντες και τους αξιολογικούς οίκους;
Πόσο νόμιμη είναι η απειλή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να αθετεί τις θεσμικές δεσμεύσεις της έναντι χωρας μέλους, με πρόσχημα τις αρνητικές εκτιμήσεις ιδιωτικών αξιολογικών οίκων; Τι βλάπτει περισσότερο την ελληνική οικονομία: το δημόσιο έλλειμμα και χρέος, που πάντως είναι χαμηλότερα από τα αντίστοιχα τουλάχιστον άλλων εννέα ευρωπαϊκών χωρών ή μήπως οι απειλητικές δηλώσεις γερμανών και βρετανών υπευθύνων; Η πρόσφατη επιτυχής διάθεση των ελληνικών ομολόγων δείχνει ότι οι αγορές δεν συμμορφώθηκαν με τις άνωθεν συστάσεις. Οι υποτιθέμενοι μηχανισμοί ελέγχου της ευρωζώνης δεν απέδωσαν.
Εμπαθείς δηλώσεις των ευρωπαίων οικονομικών υπευθύνων ενοχοποιούν πέντε χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας για υπέρογκα δημοσιονομικά ελλείμματα, στα οποία αποδίδουν ευθύνη για την τρέχουσα ύφεση. Υποτίθεται ότι η εξισορρόπηση των ελλειμμάτων θα επαναφέρει την ανάκαμψη στις χώρες αυτές. Ομως, ακόμη και πρωτοετείς φοιτητές γνωρίζουν ότι, σε περίοδο ύφεσης, οι περικοπές μισθών και δημόσιων δαπανών, οι πρόσθετοι φόροι, μειώνοντας το διαθέσιμο εισόδημα, επισπεύδουν την πορεία προς την κατάρρευση. Αντί να επισπεύδουν την ανάκαμψη, την περιπλέκουν ακόμη περισσότερο και στην πράξη την καθιστούν αδύνατη. Ηδη ο αμερικανός νομπελίστας Τζόζεφ Στίγκλιτς προειδοποίησε ότι μέγιστο μέρος του ελληνικού δημοσιονομικού ελλείμματος δεν είναι αιτία της σημερινής ύφεσης αλλά απόρροια αυτής. Οταν οι συναλλαγές επιβραδύνονται, τότε οι δημόσιες εισπράξεις κάμπτονται, αλλά και αυτομάτως οι δαπάνες διογκώνονται, είτε για διαχείριση της αυξημένης ανεργίας, είτε για διάσωση ιδιωτικών επιχειρήσεων.
Την παλαιά αυτή διαπίστωση επιβεβαίωσε πρόσφατα ο Βέλγος Πολ ντε Γκρο από την Οξφόρδη για το σύνολο της ευρωζώνης (1). Κατά την πρόσφατη δεκαετία, η ευρωζώνη εφάρμοσε την πιο σφιχτή νομισματική πολιτική από οποιαδήποτε άλλη οικονομική περιοχή του κόσμου. Αυξήθηκαν έτσι περισσότερο από οπουδήποτε αλλού οι ανάγκες προσφυγής στο δανειακό χρήμα, είτε των ιδιωτικών τομέων είτε των δημόσιων. Κινητήριος δύναμη για τις αυξομειώσεις του δημόσιου χρέους στην ευρωζώνη ήταν η κυκλικότητα του ιδιωτικού τομέα. Σε κάθε ανοδική φάση του ιδιωτικού τομέα, όπως κατά την τριετία 2005-2007, αντιστοιχεί υψηλή άνοδος ιδιωτικού δανεισμού και περιστολή του δημόσιου. Αντιθέτως, οσάκις ο ιδιωτικός τομέας επιβραδύνεται, όπως από το 2008 μέχρι σήμερα, τότε ο ιδιωτικός δανεισμός καταπίπτει και, σε αναπλήρωση, επιταχύνεται ο δημόσιος. Σημειωτέον ότι τα δύο μεγέθη δεν είναι ισοδύναμα αλλά δυσανάλογα: ο ιδιωτικός δανεισμός στην ευρωζώνη καταγράφει μέση ετήσια μεταβολή 35% του ΑΕΠ, ενώ η αντίστοιχη του Δημοσίου παραμένει, ακόμη και σήμερα, κατώτερη του 10%.
Οσον αφορά την αξιοπιστία της ετυμηγορίας των αξιολογικών οίκων, ο βέλγος οικονομολόγος αποτίει αρνητικό φόρο τιμής. Αφού με αξιοθρήνητο τρόπο απέτυχαν ή απέφυγαν να προβλέψουν ακόμη και την πιο ελάχιστη πτυχή της σημερινής κρίσης, πόση αξιοπιστία μπορούν άραγε να διατηρούν ακόμη για ζητήματα εσωτερικής θεσμικής λειτουργίας της ευρωζώνης;
Οπως ο ίδιος σημειώνει, εάν μια χώρα-μέλος αφεθεί από τους εταίρους να καταλήξει σε στάση πληρωμών, αυτό μπορεί να αποδειχθεί άμεσα μεταδοτικό και να οδηγήσει σε συστημική διαταραχή ολόκληρο το οικοδόμημα του ευρώ. Κατά συνέπεια, η συστημική κρίση του ευρώ δεν συνιστά σήμερα απλή υπόθεση εργασίας, αλλά ορατό ενδεχόμενο κίνδυνο. Ομως, αυτός παραμένει διαχειρίσιμος, αρκεί η ευρωζώνη να αποδεχθεί τις προϋποθέσεις, που αυτονόητα εμπίπτουν σ' αυτήν: το ενδεχόμενο της ελληνικής διάσωσης θα απαιτούσε λιγότερο από 3% του δημόσιου δανεισμού της ζώνης, ποσό αμελητέο, τονίζει ο ίδιος, συγκρινόμενο με τις εκατοντάδες δισεκατομμυρίων που παραχωρήθηκαν πρόσφατα στις ευρωπαϊκές τράπεζες.
Η ευρωζώνη έχει συμφέρον να καταστήσει εκ των προτέρων γνωστό ότι δεν θ'αφήσει κανένα μέλος να οδηγηθεί σε παύση πληρωμών, ώστε ν'αποτρέψει κάθε σχετική κερδοσκοπία, που θα επιδείνωνε ανώφελα και αντιπαραγωγικά την κατάσταση κάθε συγκεκριμένης χώρας. Εχει επίσης συμφέρον να γνωστοποιήσει εκ των προτέρων την αλληλεγγύη της προς κάθε απειλούμενη χώρα, στο μέτρο που, σε αντίθετη περίπτωση, εάν ανεχθεί μια πτώχευση, αυτό θα πυροδοτούσε μεταδοτικά «χιονοστιβάδα» πτωχεύσεων και αποσταθεροποίηση του συνόλου της ζώνης. Ενόσω η ευρωζώνη δεν γνωστοποιεί εκ των προτέρων την αλληλεγγύη της με τα αδύναμα μέλη της και αφήνει να επικρέμαται στον αέρα το ενδεχόμενο ν'αφεθούν να πτωχεύσουν, αυτό δεν ενισχύει την αξιοπιστία της, αλλά την υπονομεύει.
Στην παρατήρηση του Στίγκλιτς ότι το νομισματικό σύστημα του ευρώ δημιουργήθηκε βουλησιοκρατικά, χωρίς τις προϋποθέσεις διατηρησιμότητος, λόγω μοιραίας παράλειψης των μηχανισμών αλληλεγγύης και διάσωσης, οσάκις αυτό χρειαστεί, ο Ντε Γκρο, με τον Μάρτιν Γουλφ των «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς», προσθέτει ότι αυτοί που ανέλαβαν την παρακινδυνευμένη ευθύνη της δημιουργίας του φέρουν σήμερα και την ευθύνη να το διασώσουν από τις δυσκολίες, που οι παραλείψεις τους πυροδοτούν (2).
Ο ίδιος ανασκευάζει τον ισχυρισμό ευρωπαίων ιθυνόντων και μερίδος του ευρωπαϊκού τύπου ότι το Σύμφωνο Σταθερότητος απαγορεύει τη διάσωση ευρωπαίων εταίρων και ότι αυτή εμπίπτει αποκλειστικά στους ίδιους. Αυτή η ερμηνεία ελέγχεται ως αυθαίρετη και ατεκμηρίωτη. Η παράγραφος 2 του άρθρου 100 του Συμφώνου Σταθερότητος δείχνει ότι η μέχρι τότε ισχύουσα αρχή της αλληλεγγύης μεταξύ εταίρων παύει μεν να είναι δεσμευτική, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι η αλληλεγγύη στην πράξη απαγορεύεται. Οι ισχυρές ευρωπαϊκές οικονομίες μπορούν να διασώζουν τις αδύναμες, ακόμη και αν αυτό δεν προβλέπεται, από τη στιγμή που οι δυσκολίες των τελευταίων αποσταθεροποιούν το σύνολο της ευρωζώνης.
Μέχρι σήμερα, η ευρωζώνη, στερούμενη μηχανισμού διάσωσης σε περίοδο κρίσης, δεν συγκροτεί βιώσιμο σύστημα. Επίσης, η Γερμανία, με την περιστολή του εργασιακού κόστους, διογκώνει τα πλεονάσματά της, υπερενισχύοντας έτσι το κοινό νόμισμα, με αρνητικές συνέπειες για τους περιφερειακούς εταίρους: απώλεια ανταγωνιστικότητος και ελλείμματα, που κλονίζουν τη συνοχή της ζώνης. Σχεδόν δύο τρίτα των γερμανικών πλεονασμάτων προέρχονται από το ενδοευρωπαϊκο εμπόριο. Η ηγεμονεύουσα χώρα όχι μόνον δεν σταθεροποιεί την περιοχή της αλλά την αποσταθεροποιεί έτσι ακόμη περισσότερο. Εφόσον τα ελλείμματα υπερβαίνουν τα πλεονάσματα, η διεθνής θέση της ζώνης αποβαίνει τελικά αρνητική. Η τελευταία θα μετεξελιχθεί σε διατηρήσιμο σύστημα, μόνο όταν αποφασίσει να διαχειριστεί συστημικά τον κίνδυνο, που η ιδια, με τις επιλογές της, συνεχίζει να πυροδοτεί.
(1) Βλ. Paul de GRAUWE, Greece: The Start of a Systemic Crisis of the Eurozone? στο VOX EU. org
(2) Βλ Martin WOLF, The Greek Tragedy Deserves Α Global Audience, στους «Financial Times», 19 Ιανουαρίου 2010.