" Το κλισέ της ανταγωνιστικότητας
Η νέα λέξη-κλειδί είναι ακριβώς η ίδια όπως η προηγούμενη. Ενόψει της πρώτης ομιλίας που δίνει ο Αμερικανός πρόεδρος κατά τη νέα χρονιά στο Κογκρέσο, ο Μπαράκ Ομπάμα θα επικεντρωθεί σήμερα στο εξής θέμα: ανταγωνιστικότητα. Η Επιτροπή Συμβούλων για την Οικονομική Ανάκαμψη μετονομάστηκε σε Συμβούλιο για την Απασχόληση και την Ανταγωνιστικότητα. Και στη ραδιοφωνική ομιλία του, ο κ. Ομπάμα ανήγγειλε ότι «μπορούμε να ξεπεράσουμε κάθε άλλο έθνος στη Γη». Μπορεί αυτή η πολιτική γραμμή να είναι ευφυής. Ο κ. Ομπάμα υιοθέτησε ένα παλαιό κλισέ για να εξυπηρετήσει έναν καλό σκοπό, να πουλήσει την ιδέα των κρατικών επενδύσεων σε ένα κοινό που έχει μάθει να πιστεύει ότι οι δημόσιες δαπάνες είναι κάτι το επιζήμιο για την οικονομική ζωή του τόπου τους. Αλλά, ας μη γελιόμαστε. Το να συζητάμε για ανταγωνιστικότητα ως πρωτεύοντα στόχο είναι παραπλανητικό. Στην καλύτερη περίπτωση, είναι μια κακή διάγνωση ως προς τα αληθινά προβλήματα της χώρας. Στη χειρότερη περίπτωση, αυτό το πολιτικό επιχείρημα μπορεί να δημιουργήσει τη λάθος εντύπωση ότι οτιδήποτε ωφελεί τις μεγάλες επιχειρήσεις είναι καλό και για τον μέσο Αμερικανό. Ποιο είναι το νόημα για αποδίδουμε τα τρέχοντα προβλήματα της οικονομίας στην έλλειψη ανταγωνιστικότητας;
Πράγματι, οι θέσεις εργασίας θα ήταν περισσότερες εάν οι εξαγωγές ξεπερνούσαν τις εισαγωγές. Ανάλογη κατάσταση, όμως, ισχύει στην Ευρώπη και την Ιαπωνία, όπου οι οικονομίες δέχονται, επίσης, πιέσεις. Δεν είναι δυνατόν, ωστόσο, να εξάγουμε όλοι περισσότερα απ’ ό,τι εισάγουμε. Εκτός εάν ανακαλύψουμε έναν άλλο πλανήτη! Πράγματι, θα μπορούσαμε να ζητήσουμε από την Κίνα να προχωρήσει στη συρρίκνωση του εμπορικού της πλεονάσματος. Εάν, όμως, είναι αυτή η ουσία του ζητήματος για τον κ. Ομπάμα, τότε θα πρέπει να αναφερθεί άμεσα σε αυτήν.
Επιπροσθέτως, ενώ οι ΗΠΑ παρουσιάζουν εμπορικό έλλειμμα, αυτό είναι χαμηλότερο από τότε που ξέσπασε η τελευταία ύφεση. Θα ήταν ακόμα καλύτερα εάν επιτυγχανόταν η περαιτέρω συρρίκνωσή του, αλλά τα προβλήματα ήταν ήδη έντονα λόγω του ξεσπάσματος της χρηματοπιστωτικής κρίσης, και όχι επειδή οι αμερικανικές εταιρείες έχουν χάσει τη δυνατότητά τους να ανταγωνιστούν με ξένα συμφέροντα. Σκεφτείτε: ο επικεφαλής μιας επιχείρησης που αυξάνει την κερδοφορία του μειώνοντας δραματικά τις θέσεις εργασίας θεωρείται επιτυχημένος. Αυτή είναι, λίγο έως πολύ, η κατάσταση στις ΗΠΑ. Η απασχόληση έχει μειωθεί αρκετά, αλλά τα κέρδη ξεπερνούν το ένα ρεκόρ μετά το άλλο. Ποιος είναι αυτός που θεωρεί ότι αυτό είναι επιτυχία; Η αναφορά του κ. Ομπάμα στην ανταγωνιστικότητα μπορεί να εκληφθεί ως μια απόπειρα να αντικρούσει ισχυρισμούς που τον θέλουν να εναντιώνεται στην επιχειρηματικότητα. Αρκεί να έχει συνειδητοποιήσει ο ίδιος ότι αυτό που φέρεται να είναι ονομαστικά «αμερικανικό» στο επιχειρείν δεν ταυτίζεται, κατά κανόνα, με τα συμφέροντα της χώρας. Αυτή η αντίθεση, δε, είναι περισσότερο έντονη από ποτέ. Ο Τζέφρι Ιμελτ, νέος επικεφαλής της προαναφερθείσης συμβουλευτικής επιτροπής, ηγείται της General Electric, μιας εταιρείας που εξασφαλίζει λιγότερο από το ήμισυ των εσόδων της στις ΗΠΑ. Ο κ. Ομπάμα μπορεί, εντέλει, να πράττει ορθά. Οι δημοσκοπήσεις βελτιώνονται προς όφελός του, η οικονομία παρουσιάζει σημάδια ανάκαμψης και οι πιθανότητες επανεκλογής του φαίνονται πολύ καλές. Αλλά, η ιδεολογία που προκάλεσε την οικονομική καταστροφή του 2008 έχει επανέλθει και φαίνεται ότι θα παραμείνει μέχρι να ξεσπάσει μια νέα καταστροφή".