Δευτέρα 31 Μαΐου 2010

Δρυός πεσούσης...

Γράφει, σε άρθρο του στο "Κέρδος", ο κ. Σαράντος Λέκκας:

"Η κερδοσκοπική βοήθεια προς την Ελλάδα

Είτε το θέλουν ορισμένοι είτε όχι η ευρωπαϊκή οικονομία είναι τραπεζοκεντρική. Αυτός, εξάλλου, ήταν ο λόγος που οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις άμα τη ενάρξει της χρηματοπιστωτικής κρίσης κατ' αρχήν θωράκισαν τις καταθέσεις, αφού είναι γνωστό ότι μια τράπεζα καταρρέει μόνο όταν ο πανικός οδηγήσει στη μαζική ανάληψη των καταθέσεων και σε δεύτερο χρόνο υιοθέτησαν τα προγράμματα στήριξης της ρευστότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Η χώρα μας μέλος της ευρωζώνης ακολούθησε κατά γράμμα την ευρωπαϊκή στρατηγική αντιμετώπισης της κρίσης και των συνεπειών της.
Το ελληνικό πρόγραμμα στήριξης της ρευστότητας των τραπεζών παρ' ότι μικρότερο από τον αντίστοιχο μέσο ευρωπαϊκό όρο λοιδορήθηκε και έγινε τμήμα της πολιτικής αντιπαράθεσης λόγω του άκρατου λαϊκισμού, που επικράτησε ακόμη και στις συνθήκες υψίστης κρίσης.

Πράγματι το ελληνικό πρόγραμμα στήριξης των τραπεζών αντιστοιχούσε στο 11,5% του ΑΕΠ του 2008, ποσοστό που υπολειπόταν σημαντικά τόσο εκείνου της ζώνης του ευρώ στο ύψος του 23% όσο και των άλλων χωρών της ΕΕ εκτός ζώνης ευρώ ύψους 20% όσο και των ΗΠΑ ύψους 30%. Αυτό το πρόγραμμα είχε χρονικό ορίζοντα μέχρι τα τέλη του 2009, ενώ στη συνέχεια πήρε παράταση μέχρι και το τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2010 δεδομένου ότι οι συνθήκες στις αγορές χρήματος και κεφαλαίων παρ' ότι ομαλοποιήθηκαν δεν έχουν βρει ακόμη την προ της κρίσεως πεπατημένη τους.

Από τους τρεις άξονες του προγράμματος τη μεγαλύτερη ζήτηση είχε ο άξονας που αφορούσε την έκδοση ειδικών τίτλων από το ελληνικό Δημόσιο που θα εκχωρούνταν στα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα.
Μέχρι και την απόφαση παράτασης ο συγκεκριμένος άξονας είχε απορροφήσει 4,6 δισ. ευρώ έναντι 3,8 δισ. του άξονα των προνομιούχων μετοχών και 3 δισ. ευρώ του άξονα των εγγυήσεων του ελληνικού Δημοσίου.

Συνολικά από τα 28 δισ. ευρώ του προγράμματος μέχρι και την απόφαση παράτασης είχαν απορροφηθεί 11,4 δισ. ευρώ με υπόλοιπο 16,6 δισ. ευρώ.
Φυσικά, όπως αντιμετωπίστηκε το πρόγραμμα, έτσι αντιμετωπίστηκαν και τα πιστωτικά ιδρύματα, αφού ο λαϊκισμός στη χώρα μας βρίσκει ευήκοα ώτα και επίσης θεωρείται ο εύκολος δρόμος για εντυπωσιασμούς.

Μην λαμβάνοντας υπόψη τον τραπεζοκεντρικό χαρακτήρα της οικονομίας μας και μην λαμβάνοντας υπόψη ότι η υγεία της οικονομίας περνά μέσα από την υγεία των τραπεζών άρχισε η εύκολη κριτική του τύπου ότι οι τράπεζες δανείζονται με επιτόκιο 1% από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το προϊόν της ρευστότητας το τοποθετούν σε κρατικά ομόλογα από όπου αντλούν αποδόσεις 5%.
Εάν για την οικονομία της συζήτησης υιοθετήσουμε την παραπάνω άποψη ποιος μπορεί να ισχυρισθεί ότι κάτι τέτοιο απαγορεύεται και ποιος απαλλάσσει εκείνες τις διοικήσεις που δεν επιλεγούν τις πιο αποδοτικές επενδυτικές επιλογές.

Η πρακτική της αγοράς κρατικών ομολόγων, της παρουσίασής τους ως ενέχυρο στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και της επαναληπτικής κυκλικής κίνησης είναι γνωστή στα ευρωπαϊκά όργανα, όμως είναι η επιλεγείσα ευρωπαϊκή συνταγή για τη στήριξη τραπεζών και κρατών με χρέη.
Το εντυπωσιακό είναι ότι όλοι αυτοί που καταφέρονται κατά των εγχώριων πιστωτικών ιδρυμάτων, δεν έχουν πει κουβέντα για την παρόμοια τακτική που εφαρμόζουν τα κράτη - μέλη, που μετέχουν στον μηχανισμό στήριξης της ελληνικής οικονομίας.

Και ενώ η πρακτική των εγχώριων τραπεζών είναι πέρα από επικερδή για τους μετόχους τους και εθνικά ωφέλιμη μιας και η αγορά κρατικών ομολόγων συμβάλλει στην αναχρηματοδότηση του δημόσιου χρέους, η πρακτική των κρατών-μελών είναι ανέντιμη, αφού υποτίθεται ότι η συμμετοχή στον μηχανισμό στήριξης έχει ως στόχο τη χρηματοδότηση της χώρας μας με χαμηλό κόστος. Ποια στήριξη όμως επιτυγχάνεται όταν οι χρηματοδότες μας αντλούν κεφάλαια με μικρά επιτόκια και μας δανείζουν με 5% επικαλούμενοι τον ηθικό κίνδυνο.

Οι δανειστές μας κοστολογούν τον ηθικό κίνδυνο με ορισμένες μονάδες βάσης στο επιτόκιο δανεισμού, όμως ο αμοραλιστικός κίνδυνος που πηγάζει από την πρακτική τους είναι ανυπολόγιστος.Είναι πιο έντιμη η θεσμοθετημένη μη στήριξη μιας χώρας που βρίσκεται σε κίνδυνο, όπως αναφέρει η Συνθήκη της Λισαβόνας, ανεξάρτητα εάν συμφωνεί κάποιος μαζί της ή όχι και ανεξάρτητα εάν χρήζει αναθεώρησης, από τοναμοραλισμό και την εκμετάλλευση που αναδύει ο μηχανισμός στήριξης της ελληνικής οικονομίας.

Με βάση τα σημερινά δεδομένα η Γερμανία θα μας χορηγήσει κεφάλαια για τρία χρόνια με επιτόκιο 5% όταν το κόστος άντλησης αυτών των κεφαλαίων γι' αυτήν θα είναι μόνο 1,08% σε περίοδο τριετίας.Το καπέλο των 392 μονάδων βάσης που βάζει η Γερμάνια στο επιτόκιο δανεισμού της χώρας μας οδηγεί σε κερδοσκοπικά κέρδη δισεκατομμυρίων ευρώ σε περίοδο τριετίας.Το αντίστοιχο καπέλο που βάζει η Γαλλία είναι της τάξεως των 382 μονάδων βάσης, ενώ το καπέλο που βάζει η Ιταλία είναι της τάξεως των 289 μονάδων βάσης.

Οσο πιο μεγάλο το καπέλο τόσο πιο υψηλά τα κέρδη.Βέβαια, επειδή υπάρχουν και κράτη-μέλη που θα έχουν χασούρα, όπως για παράδειγμα η Πορτογαλία, η οποία με βάση τα σημερινά δεδομένα δανείζεται για περιόδους 3 ετών με 5,77% δηλαδή με επιτόκιο υψηλότερο αυτού, που θα δανείζει την Ελλάδα θεσπίστηκε μηχανισμός όπου τα κέρδη των κρατών που έχουν τη δυνατότητα να δανείζονται με μικρό κόστος να επιδοτούν τα κράτη που δεν έχουν.Βέβαια, μεταξύ αλτρουισμού και κερδοσκοπίας υπάρχει πάντα η μέση οδός του ορθολογισμού.

Κανένας δεν δανείζει χωρίς κέρδος, όμως, από το σημείο αυτό μέχρι του σημείου να κερδοσκοπούμε εις βάρος του εταίρου μας υπάρχει μεγάλη διαφορά.Στη βάση αυτή μια έντιμη δανειοδότηση θα μπορούσε να γίνει με ένα premium της τάξεως του 30% σε σχέση με το κόστος άντλησης κεφαλαίων της κάθε χώρας- μέλους.Φυσικά οι ισχυρές οικονομίες της ευρωζώνης έχουν και άλλο κέρδος, έμμεσο μεν, αλλά ισχυρό.Δανείζοντας την Ελλάδα και αποτρέποντας την αναδιάρθρωση του χρέους της στην ουσία προστατεύουν τις τράπεζές τους, αφού, όπως είναι γνωστό, οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν στην κατοχή ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου ύψους 190 δισ. ευρώ.

Οταν πάνω από το μισό ελληνικό χρέος βρίσκεται στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών της ευρωζώνης, το κόστος αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους θα χτυπήσει πριν από όλους τους ισολογισμούς και την οικονομική θέση αυτών των ιδρυμάτων.Ενισχύοντας την Ελλάδα, στην ουσία προστατεύουν τα πιστωτικά τους ιδρύματα από ισχυρότατους κλυδωνισμούς και κατ' επέκταση τις ίδιες τις οικονομίες τους, όμως η ενίσχυση πρέπει να έχει τα χαρακτηριστικά μακροπρόθεσμης και απόλυτα βιώσιμης λύσης και όχι χαρακτηριστικά κερδοσκοπίας".