" Ρευστότητα 20 δισ. με εγγυήσεις 25 δισ.
Από την επέκταση του προγράμματος στήριξης του Δημοσίου προς τις τράπεζες
Γιαννης Παπαδογιαννης
Μέχρι το τέλος της εβδομάδας θα ολοκληρωθεί από το υπουργείο Οικονομικών η κατανομή των 25 δισ. ευρώ που δίνονται για την ενίσχυση της ρευστότητας του τραπεζικού συστήματος στο πλαίσιο της επέκτασης του σκέλους των εγγυήσεων του Δημοσίου.
Για τον επιμερισμό των κεφαλαίων προηγήθηκε εισήγηση της Τραπέζης της Ελλάδος (ΤτΕ), η οποία έγινε βάσει σειράς κριτηρίων με βασικότερο το μερίδιο αγοράς της κάθε εμπορικής τράπεζας στις χορηγήσεις δανείων προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Από την κατανομή της ΤτΕ προκύπτει ότι οι μεγάλες εμπορικές τράπεζες θα λάβουν κεφάλαια που κυμαίνονται μεταξύ 3 έως 4 δισ. ευρώ. Σημειώνεται ότι το μερίδιο αγοράς της Εθνικής Τράπεζας στις χορηγήσεις δανείων διαμορφώνεται κοντά στο 19%, της Eurobank EFG στο 15%, της Alpha Bank επίσης στο 15%, ενώ στο 12% διαμορφώνεται το μερίδιο αγοράς της Τράπεζας Πειραιώς. Λαμβάνοντας τις νέες εγγυήσεις του Δημοσίου, οι εμπορικές τράπεζες θα τις αξιοποιήσουν στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) για να λάβουν την ανάλογη ρευστότητα. Οι τράπεζες δεν θα λάβουν το σύνολο των 25 δισ. ευρώ καθώς η ΕΚΤ θα προχωρήσει στο σχετικό «κούρεμα» (haircut). Σύμφωνα με εκτιμήσεις στελεχών τραπεζών, η καθαρή ρευστότητα που θα μπει στο σύστημα, από το ποσό των εγγυήσεων ύψους 25 δισ. ευρώ του Δημοσίου, θα είναι λίγο χαμηλότερο από 20 δισ. ευρώ.
Παρά τη σημαντική αυτή μείωση, τα κεφάλαια αυτά θα δώσουν μεγάλη ανάσα στο τραπεζικό σύστημα σε μια εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία για την οικονομία. Η πρόσθετη ρευστότητα θα επιτρέψει στις τράπεζες να λειτουργήσουν για ένα διάστημα με περισσότερο κανονικούς ρυθμούς εργασίας. Στελέχη τραπεζών υπογραμμίζουν ότι με τα νέα κεφάλαια θα μπορέσουν να εξυπηρετήσουν με μεγαλύτερη άνεση την πελατεία τους, ενώ τονίζουν ότι, παρά την ένταση της ύφεσης που πλήττει την εγχώρια οικονομία, ο ρυθμός πιστωτικής επέκτασης θα κλείσει με οριακά θετικό ρυθμό και θα κυμανθεί κοντά στο 1%.
Η επέκταση των εγγυήσεων του Δημοσίου ανακουφίζει το τραπεζικό σύστημα, ωστόσο δεν λύνει το πρόβλημα ρευστότητας. Τρεις είναι οι βασικές εστίες πίεσης για τις τράπεζες. Πρώτη είναι η φθίνουσα πορεία των καταθέσεων. Η μείωση των καταθέσεων εκτιμάται ότι θα συνεχιστεί και το 2011, όχι γιατί επιχειρήσεις και νοικοκυριά μεταφέρουν τις καταθέσεις τους στο εξωτερικό λόγω της ανασφάλειας, αλλά διότι η μείωση της οικονομικής δραστηριότητας και η υψηλή ανεργία δεν αφήνουν άλλα περιθώρια στους περισσότερους πέραν του να ξοδέψουν τα όποια αποθέματα καταθέσεων είχαν δημιουργήσει τα προηγούμενα χρόνια. Η δεύτερη εστία πίεσης είναι η μεγάλη αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, κάτι που θα συνεχιστεί και το 2011 ως αποτέλεσμα της ύφεσης που πλήττει την οικονομία. Τέλος, οι εγχώριες τράπεζες δεν μπορούν ακόμα να αντλήσουν τα απαραίτητα κεφάλαια από τη διατραπεζική αγορά. Είναι ενθαρρυντικό ότι έχουν πραγματοποιηθεί οι πρώτες κινήσεις από την Εθνική και τη Eurobank, ωστόσο χρειάζεται ακόμα πολύ χρόνος –και μόνο υπό την προϋπόθεση ότι θα επιτύχει η δημοσιονομική εξυγίανση της χώρας– για να μπορέσουν οι τράπεζες να αντλήσουν τα αναγκαία κεφάλαια με ανταγωνιστικούς όρους από τις διεθνείς αγορές. Για να μπορέσουν οι εγχώριες τράπεζες να αντλήσουν κεφάλαια από τις αγορές, θα πρέπει να έχει αποκατασταθεί –έστω και εν μέρει– η αξιοπιστία για την εγχώρια οικονομία και το Δημόσιο να ολοκληρώσει με επιτυχία 2–3 εκδόσεις. Αν δεν γίνει αυτό, είναι αδύνατο οι τράπεζες να αντλήσουν κεφάλαια καθώς θα προσκρούουν στην οροφή που θέτει η αδυναμία της χώρας. Το θέμα της ρευστότητας θα ταλανίσει τις εγχώριες τράπεζες και το 2011, ειδικά αν υλοποιηθεί η «απειλή» της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζα (ΕΚΤ) για τη σταδιακή απόσυρση των έκτακτων μέτρων χορήγησης ρευστότητας στις τράπεζες. Οι εγχώριες τράπεζες, κάνοντας χρήση της ανορθόδοξης αυτής βοήθειας της ΕΚΤ, έχουν αντλήσει περί τα 95 δισ. ευρώ. Η άπλετη ρευστότητα που παρείχε το ευρωσύστημα βοήθησε τις τράπεζες να απορροφήσουν χωρίς σοβαρούς κλυδωνισμούς τη μεγάλη κρίση που δοκιμάζει τη χώρα".