Δευτέρα 27 Δεκεμβρίου 2010

Θέσεις Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάγος για τον Προϋπολογισμό 2011

Ο πρόεδρος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος αναφέρει στην εισήγησή του για την έκθεση του ΟΕΕ επί του Προϋπολογισμού 2011:

"Έχουμε μπροστά μας έναν προϋπολογισμό που βασίζεται σε εξαιρετικά επισφαλείς προβλέψεις. Η προβλεπόμενη μείωση του ΑΕΠ κατά 3% το 2011 μπορεί να αποδειχθεί αισιόδοξη διότι στηρίζεται αποκλειστικά στην πρόβλεψη για αύξηση της εξωτερικής ζήτησης των ελληνικών προϊόντων ως αντίβαρο στην καθίζηση της εσωτερικής ζήτησης. Κάτι που δεν θεμελιώνεται στη βάση πραγματικών δεδομένων για τις επενδύσεις και την παραγωγικότητα της Ελληνικής οικονομίας. Επίσης υπάρχουν μεγάλες αβεβαιότητες ως προς τις διεθνείς εξελίξεις και ειδικότερα την ισοτιμία του ευρώ. Σε σχέση με τα φορολογικά έσοδα ο προϋπολογισμός προβλέπει αύξησή τους, με το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης να αναμένεται όμως από την αύξηση των συντελεστών του ΦΠΑ. Επίσης προσδοκάται αύξηση των φόρων φυσικών προσώπων, των φόρων περιουσίας και κατανάλωσης. Ως Οικονομικό Επιμελητήριο επισημαίνουμε ότι η μεγάλη μείωση της εγχώριας ζήτησης, σε συνδυασμό με τη δραματική αύξηση της ανεργίας ναρκοθετούν τις προβλέψεις για αύξηση των φορολογικών εσόδων. Δεν αποκλείεται επομένως να συμβεί το 2011 ότι συνέβη και το 2010, δηλαδή μεγάλη υστέρηση εσόδων. Επιπλέον, η κατανομή των φορολογικών βαρών γίνεται κοινωνικά ακόμη πιο άδικη, με την αναλογία άμεσων-έμμεσων φόρων να αμβλύνεται υπέρ ακόμη περισσότερο υπέρ των έμμεσων.

Διαπιστώνουμε ότι το Μνημόνιο έχει έντονες υφεσιακές και αναδιανεμητικές επιπτώσεις, πολλές από τις οποίες η παρούσα Έκθεση επιχειρεί να αναλύσει. Τα μέχρι τώρα αποτελέσματα βεβαιώνουν ότι το Μνημόνιο λειτουργεί ως μηχανισμός αναδιανομής και δημιουργίας ύφεσης, με αποτέλεσμα τόσο το χρέος όσο και η ανεργία να εκτινάσσονται σε πρωτοφανή επίπεδα. Το Μνημόνιο φαίνεται να προσδοκά την αντιστάθμιση στις τάσεις αυτές με την αύξηση των εξαγωγών, αλλά οι προσδοκίες αυτές δεν επιβεβαιώνονται. Γι αυτό και ο κίνδυνος να περάσουμε από το δημοσιονομικό εκτροχιασμό σε έναν εκτροχιασμό της ύφεσης, της ανεργίας και του χρέους δεν μπορεί να αποκλεισθεί. Πόσο μάλλον, αν δεν υπάρξει αναπροσαρμογή της πολιτικής προς την απασχόληση και την πραγματική οικονομία.

Πυρήνας της πολιτικής του Μνημονίου είναι η λεγόμενη εσωτερική υποτίμηση, δηλαδή η ταυτόχρονη μείωση των μισθών και των τιμών, ως μέσο για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Η εσωτερική υποτίμηση μέχρι τώρα στην πράξη λειτουργεί αποκλειστικά σε βάρος των μισθών, όχι όμως και σε βάρος των τιμών. Γεγονός που καθιστά την εσωτερική υποτίμηση μηχανισμό αναδιανομής και έντασης της ύφεσης. Συγκεκριμένα το κείμενο του προϋπολογισμού εκτιμά ότι ο δείκτης τιμών καταναλωτή θα αυξηθεί κατά 4,6% το 2010 και κατά 2,2% το 2011. Την ίδια περίοδο οι μισθοί αναμένεται να σημειώσουν σημαντική μείωση.

Το ΟΕΕ υποστηρίζει την αυτονόητη αλήθεια ότι δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την κρίση χωρίς να υπερβούμε τις πολιτικές, τις πρακτικές και τις νοοτροπίες που οδήγησαν σ' αυτήν. Η επιλογή όμως των νέων κατευθύνσεων πολιτικής δεν είναι μια αυτόματη διαδικασία ούτε μπορεί να γίνει ερήμην της κοινωνίας. Θεωρούμε αναγκαίο έναν ουσιαστικό δημόσιο διάλογο και ως Οικονομικό Επιμελητήριο επιθυμούμε να συμβάλουμε σ' αυτόν. Στην κατεύθυνση αυτή εντάσσεται και η παρούσα έκθεση, η οποία τεκμηριώνει την άποψη που εξαρχής το Οικονομικό Επιμελητήριο υποστήριζε, ότι δηλαδή η αντιμετώπιση της κρίσης επιβάλλει αφενός άμεσα μέτρα ανάσχεσης της ύφεσης και της ανεργίας, αφετέρου μέτρα και αλλαγές που να θεμελιώνουν ένα νέο υπόδειγμα ανάπτυξης. Ως Οικονομικό Επιμελητήριο θεωρούμε ότι η αντιμετώπιση της κρίσης καθιστά αναγκαίο ένα συνολικό πολυετές σχέδιο οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης.

Πρέπει να ενισχυθεί ο αναπτυξιακός ρόλος του προϋπολογισμού. Αντί της περικοπής του, το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων πρέπει να ενισχυθεί και παράλληλα να επαναξιολογηθούν τα έργα που έχουν ενταχθεί σ' αυτό, ώστε να μειωθεί ο χρόνος έναρξης και ολοκλήρωσής τους. Επίσης το ΠΔΕ πρέπει να αποκτήσει πολυετή χαρακτήρα και να εκσυγχρονιστεί το κανονιστικό του πλαίσιο. Σημαντική συμβολή στον αναπτυξιακό προσανατολισμό του προϋπολογισμού μπορεί να έχει η αναπροσαρμογή του ΕΣΠΑ με προσανατολισμό των πόρων του σε τομείς παραγωγής γνώσης, τεχνολογικής έρευνας καθώς και σε παραγωγικά συμπλέγματα δραστηριοτήτων που μπορούν να λειτουργήσουν ως κινητήρες της ανάκαμψης.

Το ΟΕΕ έχει, από τον Ιανουάριο του 2010, επεξεργασθεί αναλυτικές προτάσεις για την αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος, την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, την αναβάθμιση του φοροεισπρακτικού και ελεγκτικού μηχανισμού και της φορολογικής διαχείρισης γενικότερα. Δυστυχώς το ΟΕΕ αγνοήθηκε κατά το σχεδιασμό της φορολογικής πολιτικής. Η μεγάλη υστέρηση των φορολογικών εσόδων, παρά την επιβολή νέων φόρων και την αύξηση του ΦΠΑ και η καταφυγή για μια ακόμη φορά στην πρακτική της περαίωσης, δείχνει ότι η ανάγκη για μια δίκαιη φορολογική μεταρρύθμιση παραμένει. Οι δυνατότητες για ένα φορολογικό σύστημα απλό, αποτελεσματικό, σταθερό και κοινωνικά δίκαιο υπάρχουν. Θεωρούμε επείγουσα ανάγκη την άμεση ενίσχυση του φοροελεγκτικού μηχανισμού και της φορολογικής διοίκησης, ώστε όντως αυτή η περαίωση να είναι πράγματι η τελευταία.

Στην περσινή Έκθεση μας επί του προϋπολογισμού αλλά και με άλλες μελέτες, υπογραμμίσαμε ότι οι τράπεζες δεν είναι και ούτε μπορούν να αντιμετωπίζονται ως κοινές κερδοσκοπικές επιχειρήσεις. Υπό τις τρέχουσες συνθήκες καθίσταται ακόμη πιο φανερό ότι οι τράπεζες συνιστούν υποδομή για ολόκληρη την οικονομία, και οι επιλογές τους, π.χ. ως προς την έκταση και τις κατευθύνσεις της πιστωτικής πολιτικής, έχουν άμεσες μακροοικονομικές επιπτώσεις. Υποστηρίζουμε ότι οι τράπεζες και η λειτουργία τους πρέπει να τελούν υπό τον δημόσιο έλεγχο και εποπτεία με την έννοια ότι δημόσιες πολιτικές και εποπτικά πλαίσια πρέπει να διασφαλίζουν τον προσανατολισμό τους στην ενίσχυση της πραγματικής οικονομίας και την εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος. Επίσης προτείνουμε να εξετασθεί η σκοπιμότητα ίδρυσης Δημόσιας Τράπεζας ειδικού σκοπού με στόχο τη διαχείριση της Δημόσιας Περιουσίας και του Δημόσιου Χρέους.

Έχουμε και με προηγούμενες Εκθέσεις μας ταχθεί κριτικά απέναντι στο Σύμφωνο Σταθερότητας και τις τάσεις αυστηροποίησής του. Και τούτο γιατί τα κριτήρια του ελλείμματος και του χρέους δεν μπορούν να ισχύσουν με τον ίδιο τρόπο σε όλες τις χώρες, σε μια περιοχή που χαρακτηρίζεται από δομικές ασυμμετρίες και ανισότητες στην ανάπτυξη των επιμέρους χωρών όπως αυτή της ευρωζώνης. Ιδιαίτερα σε συνθήκες ύφεσης, μεγάλης αβεβαιότητας και συρρίκνωσης του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας, η εμμονή στη δημοσιονομική σύσφιξη και τη δημοσιονομική πειθαρχία ενέχει τον κίνδυνο επικίνδυνης εμβάθυνσης και επιμήκυνσης της ύφεσης και της ανεργίας. Ενδεικτικό είναι ότι, παρά την ύπαρξη του Συμφώνου Σταθερότητας, οι 14 από τις 16 χώρες της ευρωζώνης είχαν δημόσια ελλείμματα μεγαλύτερα του 3% (για το 2009) και 11 χώρες είχαν επίπεδα χρέους υψηλότερα του 60% του ΑΕΠ. Το Οικονομικό Επιμελητήριο συμμερίζεται τους προβληματισμούς, σύμφωνα με τους οποίους χωρίς τη ριζική αναμόρφωση του Συμφώνου Σταθερότητας σε ένα Σύμφωνο για την ανάπτυξη, την απασχόληση και την πραγματική σύγκλιση, οι αποκλίνουσες τάσεις στο εσωτερικό της ευρωζώνης θα ενταθούν, με ότι αυτό συνεπάγεται όχι μόνο για τις χώρες σε απόκλιση αλλά και για το ίδιο το Ευρώ.

Το έλλειμμα διαφάνειας και αξιοπιστίας του προϋπολογισμού παραμένει. Η εξαγγελία για τη δημιουργία Γραφείου για τον έλεγχο του προϋπολογισμού στη Βουλή είναι θετική, αλλά το εν λόγω Γραφείο μπορεί να εκφυλισθεί σε μια γραφειοκρατική υπηρεσία, αν δεν διασφαλισθεί η συμμετοχή εκπροσώπων κοινωνικών και επιστημονικών φορέων σ' αυτό. Για αυτό το λόγο διεκδικούμε τη συμμετοχή του ΟΕΕ, που εκπροσωπεί όλους τους Έλληνες οικονομολόγους, στο υπό δημιουργία «Γραφείο».

Υπό τις κρίσιμες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί το Οικονομικό Επιμελητήριο αναγνωρίζει ως χρέος του να συμβάλει με ακόμη πιο έντονο τρόπο, τόσο αυτοτελώς όσο και σε συνεργασία με άλλους επιστημονικούς και κοινωνικούς φορείς, στη μελέτη του οικονομικού προβλήματος της χώρας όσο και στη διατύπωση εναλλακτικών προτάσεων, με κριτήριο το δημόσιο συμφέρον και τις ανάγκες της κοινωνίας. Θεωρώ ότι η πρότασή μας είναι συγκροτημένη, επιστημονικά τεκμηριωμένη, και διατυπώνει σκέψεις που μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα δίνουν λύσεις στα καίρια ζητήματα που αντιμετωπίζουμε ως Χώρα".

Την συνολική έκθεση του Οικονομικού Επιμελητηρίου μπορούμε να δούμε εδώ (αρχείο .pdf, "ανοίγει" με Acrobat Reader).