Τετάρτη 29 Δεκεμβρίου 2010

Λόγοι αποτυχίας του quantitative easing

Οπως διαβάζουμε στην "Καθημερινή":

" Πολύ ευνοημένες από τη χρηματοδότηση της Fed οι ξένες τράπεζες
Ελαβαν πάνω από το ήμισυ των κεφαλαίων στο έκτακτο πρόγραμμα δανειοδότησης της Ομοσπονδιακής Τράπεζας

«Μήπως η Fed έγινε η κεντρική τράπεζα όλης της υφηλίου;». Αυτό είναι το ερώτημα που διατυπώθηκε από τον ανεξάρτητο βουλευτή της αμερικανικής Γερουσίας, Μπέρνι Σάντερς, όταν αποκαλύφθηκε ότι ξένες τράπεζες στις ΗΠΑ ωφελήθηκαν με το παραπάνω από τους ευνοϊκούς όρους δανεισμού της Fed την τριετία 2007-10, δηλαδή κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Οπως προκύπτει από στοιχεία που ανέλυσε και δημοσίευσε η βρετανική εφημερίδα Financial Times, πάνω από το ήμισυ των κεφαλαίων σε συγκεκριμένο δανειοδοτικό πρόγραμμα της Fed, της ομοσπονδιακής τράπεζας των ΗΠΑ, εκχωρήθηκαν σε ξένες τράπεζες που δραστηριοποιούνται στη Γουόλ Στριτ και στον ευρύτερο αμερικανικό τραπεζικό κλάδο. Ενα πρόσθετο 5% απορροφήθηκε από αμερικανικές τράπεζες που, όμως, ελέγχονται από ομίλους του εξωτερικού. Οπως προκύπτει από τα στοιχεία της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ, τη μερίδα του λέοντος από το συγκεκριμένο δανειοδοτικό πρόγραμμα απορρόφησαν οι γερμανικές τράπεζες, με ποσοστό 15%, και εν συνεχεία οι βρετανικές (12%). Οχι μόνον ωφελημένες αλλά και κερδισμένες βγήκαν κάποιες από τις ισχυρότερες, μάλιστα, ξένες τράπεζες με τη συμμετοχή τους στο έκτακτο πρόγραμμα δανειοδότησης, γνωστό ως TAF (Term Auction Facility), το οποίο μαζί με άλλα μέτρα της Fed αποσκοπούσε στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στο τραπεζικό σύστημα εν μέσω της βαθύτερης κρίσης μετά το κραχ του ’29. Στις δημοπρασίες του TAF το καλοκαίρι του 2008, εκχωρήθηκαν δάνεια ενός δισ. δολαρίων με επιτόκιο στο 2% - 2,5%, δηλαδή αρκετά χαμηλό κόστος δανεισμού. Περίπου 20 δισ. δολάρια δανείστηκαν, συνολικά, η ολλανδική Rabobank και η Toronto-Dominion (T.D.), καναδικών συμφερόντων, από το TAF παρά το γεγονός ότι ήταν τότε οι μοναδικές τράπεζες στον κόσμο με πιστοληπτική βαθμολογία ΑΑΑ, που είναι η υψηλότερη.

Ο Εντ Κλαρκ, διευθύνων σύμβουλος της T.D., είπε ότι η πρακτική αυτή εθεωρείτο φυσιολογική ακόμη και για τράπεζες χωρίς έλλειψη ρευστότητας. Οπως τόνισε ο ίδιος, «αυτός δεν ήταν ο τρόπος για να εξασφαλίσουμε κέρδη. Αλλά, όσο να ’ναι, έβγαζες ένα δολάριο εδώ, ένα δολάριο εκεί. Ποιο είναι, εξάλλου, το περιθώριο επιτοκίου για ένα δισ. δολάρια;». Ο κ. Κλαρκ σημείωσε, επίσης, ότι οι αρμόδιες αρχές στις ΗΠΑ ενεθάρρυναν τις ισχυρές τράπεζες να κάνουν χρήση προγραμμάτων της Fed όπως το TAF για να μη στιγματίζονται οι ασθενέστεροι ανταγωνιστές τους. Το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης το 2007 και η κλιμάκωσή της τον Σεπτέμβριο του 2008, μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers, οδήγησε ακόμη και κάποιους από τους ισχυρότερους τραπεζικούς ομίλους στα όρια της κατάρρευσης. Οι συνολικές ζημίες και διαγραφές ξεπέρασαν τα 1,7 τρισ. δολάρια, κυρίως από την αγορά ενυπόθηκων ομολόγων στις ΗΠΑ.

Ανω του 80% των εγγυήσεων που δίνονταν στα μηνιαία και αργότερα τριμηνιαία δάνεια του TAF ήταν τραπεζικά ομόλογα κατηγορίας ΒΒΒ με αποδόσεις που έφθαναν τότε στο 7%, περίπου. Εκτιμάται ότι το περιθώριο επιτοκίου, δηλαδή η διαφορά του επιτοκίου δανεισμού του TAF με τις αποδόσεις των τραπεζικών ομολόγων μπορεί και να έφθανε τα 4 εκατ. δολάρια το 2008 προς όφελος της Fed. Ωστόσο, παραμένει ασαφές εάν η Fed επωμίστηκε και απώλειες. H βελγική Dexia δανείστηκε προ διετίας 10 δισ. δολάρια από το TAF, με ενυπόθηκα ομόλογα ως εγγυήσεις. Την ίδια χρονιά παρουσίασε ζημίες 3,3 δισ. ευρώ και κρίθηκε απαραίτητη η διάσωσή της με κρατικά κεφάλαια ύψους 6 δισ. ευρώ".