Το άρθρο του καθηγητή κ. Μανόλη Δρεττάκη (καθώς και ο πίνακας που επισυνάπτεται στο άρθρο) είναι διαφωτιστικό.
" Όπως είναι γνωστό, σύμφωνα με τη συνθήκη του Μάαστριχτ, το δημόσιο έλλειμμα πρέπει να βρίσκεται κάτω από 3% και το δημόσιο χρέος κάτω από το 60% του ΑΕΠ (όρια τα οποία, λόγω της διεθνούς οικονομικής κρίση, έχουν ξεπεραστεί στα περισσότερα κράτη-μέλη της Ε.Ε.). Τα ποσοστά αυτά δεν επηρεάζονται μόνο από την αύξηση του δημόσιου ελλείμματος και του δημόσιου χρέους, αλλά και από την αύξηση του ΑΕΠ σε ευρώ σε τρέχουσες τιμές. Συγκρίσιμα στοιχεία για το δημόσιο χρέος και το ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές υπάρχουν στην τράπεζα δεδομένων της Στατιστικής Υπηρεσίας της Ε.Ε., της Eurostat μόνο από το 1995 και μετά. Με βάση τα στοιχεία αυτά, καθώς και τα αναθεωρημένα στοιχεία του των ετών 2005-2009 και την εκτίμηση του δημόσιου χρέους για το 2009 που περιλαμβάνεται στην εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού του 2010, μπορούμε να εκτιμήσουμε τους δύο αυτούς παράγοντες στην αύξηση του δημόσιου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ.
Στην 1η στήλη του Πίνακα που ακολουθεί δίνεται το δημόσιο χρέος σε εκατ. ευρώ, στην 2η στήλη το ΑΕΠ σε εκατ. ευρώ σε τρέχουσες τιμές και στην 3η στήλη του δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ τα έτη 1995-2009. Στο δεύτερο μέρος του Πίνακα δίνεται η μέση ετήσια αύξηση του δημόσιου χρέους και του ΑΕΠ σε εκατ. ευρώ τις περιόδους 1995-2004 και 2004-2009 και στο τρίτο μέρος η μέση ετήσια ποσοστιαία αύξησή τους τις ίδιες περιόδους.
Από το δεύτερο μέρος του Πίνακα φαίνεται ότι η μέση ετήσια αύξηση σε ευρώ του δημόσιου χρέους την περίοδο 2004-2009 ήταν κατά 82% μεγαλύτερη εκείνης την περίοδο 1995-2004, ενώ η αντίστοιχη αύξηση του ΑΕΠ ήταν μόνο κατά 9,3% μεγαλύτερη. Από το τρίτο, όμως, μέρος του Πίνακα, σε αντίθεση με το πρώτο μέρος, φαίνεται ότι η μέση ποσοστιαία αύξηση του δημόσιου χρέους την περίοδο 2004-2009 ελάχιστα διέφερε από την αντίστοιχη αύξηση την περίοδο 1995 -2004, ενώ αντίθετα η μέση ετήσια ποσοστιαία αύξηση του ΑΕΠ την περίοδο 2004-2009 ήταν μικρότερη από το ένα τέταρτο της αντίστοιχης αύξησης την περίοδο 1995-2004. Αυτή, ακριβώς, η διαφορά (βλέπε 3η στήλη του τρίτου μέρους του Πίνακα) είναι εκείνη που εκτόξευσε το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Πιο συγκεκριμένα: Αν το ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές αυξανόταν την περίοδο 2004-2009 με τον ίδιο ρυθμό που αυξανόταν την περίοδο 1995-2004, το ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές θα ανερχόταν σε 291.180 εκατ. ευρώ και το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ σε 93,5%, ενώ αν αυξανόταν με τον ρυθμό της αύξησης του την τετραετία 2004-2008, το ύψος του θα έφτανε σε 276.582 εκατ. ευρώ και το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ σε 98,5%, δηλαδή ακριβώς στο ίδιο ύψος στο οποίο βρισκόταν το 2004 (!).
Ανάλογες, αλλά πολύ μικρότερες σε έκταση, είναι και οι επιπτώσεις στο δημόσιο έλλειμμα ως ποσοστό του ΑΕΠ. Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού του 2010 το δημόσιο έλλειμμα το 2009 ανέρχεται σε 30.557 και οι εκτιμήσεις του ΑΕΠ του 2009 ήταν 240.150 εκατ. ευρώ και το δημόσιο έλλειμμα ως ποσοστό του ΑΕΠ ήταν 12,7% (ή 12,9% με βάση το αναθεωρημένο ΑΕΠ του 2009). Αν το ΑΕΠ αυξανόταν με τους ρυθμούς της περιόδου 1995-2004 το δημόσιο έλλειμμα ως ποσοστό του ΑΕΠ θα ήταν 10,5%, ενώ αν αυξανόταν με τους ρυθμούς της τετραετίας 2004-2008, θα ήταν 11,0%.
Από την ανάλυση αυτή φαίνεται ότι η ανάπτυξη της οικονομίας, εκτός από τις γενικότερες ευεργετικές επιπτώσεις (αύξηση του εισοδήματος, μείωση της ανεργίας, αύξηση των φορολογικών εσόδων κ.λπ.) έχει πολύ μεγάλες επιπτώσεις στο δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ και σημαντικές επιπτώσεις στο δημόσιο έλλειμμα ως ποσοστό του ΑΕΠ. Κατά συνέπεια η οικονομική πολιτική για τα επόμενα 5-10 χρόνια θα πρέπει να σχεδιαστεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε από τη μια μεριά η ελληνική οικονομία να βγει το συντομότερο δυνατό από την ύφεση και να αρχίσει να αναπτύσσεται με ικανοποιητικούς ρυθμούς, και από την άλλη να μειωθούν το δημόσιο έλλειμμα κάτω από το 3% του ΑΕΠ και το δημόσιο χρέος κάτω από το 100% του ΑΕΠ προκειμένου σε βάθος χρόνου να φτάσει το 60% του ΑΕΠ".