"Ολες οι τράπεζες έχουν ανάγκη την προστασία της ΕΚΤ
Τα χειρότερα της πιστωτικής κρίσης πιθανότατα έχουν περάσει, αλλά τα μεγάλα ερωτήματα που άφησε πίσω μένει να απαντηθούν. Η Ισλανδία ουσιαστικά χρεοκόπησε από την απληστία και τη ρισκαδόρικη στρατηγική του χρηματοπιστωτικού τομέα της. Η Ιρλανδία μόλις κατάφερε, σχεδόν, να ορθοποδήσει, αλλά με τεράστιο κόστος καθώς η εκκαθάριση του τραπεζικού κλάδου υπολογίζεται στα 80 δισ. ευρώ, όπως δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών της χώρας. Η Ελβετία έχει παλέψει για να τα βγάλει πέρα με τα προβλήματα της UBS και η Βρετανία παραλίγο να γινόταν μάρτυρας της χρεοκοπίας της Royal Bank of Scotland. Και καμία ευρωπαϊκή οικονομία δεν είναι αρκετά μεγάλη για να σταθεί πίσω από τις τράπεζες.
Εξάλλου, ανέκαθεν οι τράπεζες στήριζαν το χρέος κρατών. Αυτό συμβαίνει τώρα με την Ελλάδα, την Ιρλανδία, την Ισπανία, τη Γαλλία και τη Γερμανία. Είναι μέρος των βασικών τους λειτουργιών. Αλλά ο κίνδυνος μετακύλισης των συνεπειών από τον δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα υπήρχε πάντα σε περιόδους κρίσεων.
Ωστόσο, η επιμονή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να αποσύρει τη ρευστότητα που παρείχε στις τράπεζες της Ευρωζώνης και η ανάδειξη του γεγονότος ότι ο ελληνικός δανεισμός ήταν τετραπλάσιος -αναλογικά με το μέγεθος του ενεργητικού τους- από τον μέσο ευρωπαϊκό, γεννούν εφιάλτες για τις ελληνικές τράπεζες. Εκτός αυτού οι ελληνικές τράπεζες δυσκολεύονται να αντλήσουν ρευστότητα από τη διεθνή αγορά, αφού η πιστοληπτική τους ικανότητα περιορίζεται από την πιστοληπτική ικανότητα του ελληνικού Δημοσίου.
To πώς θα εξελιχθεί η ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών μετά την αύξηση του spread που επιδρά αρνητικά στο κόστος δανεισμού και στην καθαρή θέση των τραπεζών, είναι μείζον πρόβλημα που εντάθηκε με τις εκροές καταθέσεων και το νομοσχέδιο για τη ρύθμιση ακόμη και ενήμερων τραπεζικών δανείων προς τις επιχειρήσεις.
Εκτός από τις κυβερνήσεις και τις επιχειρήσεις, οι τράπεζες και τα άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα είναι που έχουν ακόμη μεγαλύτερη ανάγκη την αγορά των ομολόγων προκειμένου να στηρίξουν τους ακόμη προβληματικούς ισολογισμούς τους. Το ολοένα όμως και υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης εξαιτίας των αυξανόμενων spreads θα πλήξει την κερδοφορία τους. Επιπλέον θα καταστήσει τον δανεισμό περισσότερο ακριβό και θα οδηγήσει σε στενότητα τις πιστώσεις. Ηδη τα πακέτα λιτότητας, αυξάνοντας τα επισφαλή δάνεια, εκτιμάται ότι θα μηδενίσουν σχεδόν τις πιστώσεις. Πόσω μάλλον που τα κέρδη των τραπεζών ήδη πλήττονται και από άλλες αιτίες. Το φρενάρισμα της οικονομικής ανάκαμψης στις ισχυρότερες οικονομίες της Ευρωζώνης και τα δημοσιονομικά προβλήματα πολλών χωρών-μελών της υποδηλώνουν ότι τα βασικά επιτόκια δανεισμού θα παραμείνουν στα ιστορικά χαμηλά επίπεδα του 1% για μακρύ χρονικό διάστημα, με συνέπεια να μην υπάρξει βελτίωση των κερδών από τους καταθετικούς λογαριασμούς.
Εκτιμάται ότι οι χρεοκοπίες στη Δυτική Ευρώπη θα εκτοξευθούν σε επίπεδα ρεκόρ το 2010. Συγκεκριμένα, περίπου 210.000 επιχειρήσεις θα «βάλουν λουκέτο», ενώ το 2009 είχε ήδη σημειωθεί αύξηση των χρεοκοπιών κατά 22%. Οι χρεοκοπίες επιχειρήσεων διπλασιάστηκαν στην Ισπανία και την Ιρλανδία και στη Γερμανία αναμένεται να φθάσουν τις 40.000, φέτος.
Και όλα αυτά σε μια περίοδο που η κρίσιμη πηγή για τη χρηματοδότηση των τραπεζών και γενικότερα για την ευρύτερη διαθεσιμότητα των πιστώσεων στις οικονομίες, η αγορά τιτλοποίησης δανείων και πάσης φύσεως χρέους, δεν έχει ακόμα ομαλοποιηθεί. Οι τιτλοποιήσεις ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς πριν από τη χρηματοπιστωτική κρίση τόσο ως προς τη διασπορά των κινδύνων, καθώς δεν εμφανίζονται στους ισολογισμούς, όσο και για τα σχετικά χαμηλά ποσά των κεφαλαίων που απαιτείται να διακρατούν οι τράπεζες έναντι αυτών των συμφωνιών. Ομως, πάγωσαν όταν όλα αυτά τα σύνθετα επενδυτικά σκουπίδια, έχοντας σχεδιαστεί πάνω στα ρισκαδόρικα subprime στεγαστικά δάνεια, θεωρούνταν πλέον άχρηστα χαρτιά και δεν αγοράζονταν. Χωρίς αγοραστές για τα ξεφτισμένα αυτά χαρτιά, οι αγορές σε όλο τον κόσμο στέγνωσαν από ρευστό, οι τράπεζες δεν έβρισκαν κεφάλαια να αντλήσουν, με συνέπεια να φθάσει στο χείλος του γκρεμού το τραπεζικό σύστημα και να βυθιστεί η παγκόσμια οικονομία στη χειρότερη χρηματοπιστωτική κρίση των τελευταίων 80 ετών".