" Μέτρα εξυγίανσης του προϋπολογισμού στην Αυστρία
Τελικά και η Αυστρία, με μια από τις πλέον εύρωστες οικονομίες στον κόσμο, δεν φαίνεται να παραμένει αλώβητη από την παγκόσμια οικονομική κρίση, και για το λόγο αυτό η κυβέρνηση «μεγάλου συνασπισμού» του Σοσιαλδημοκρατικού και του, συντηρητικού, Λαϊκού Κόμματος ανακοίνωσε σήμερα την ανάγκη λήψης μέτρων, για την εξυγίανση του προϋπολογισμού και για μείωση του ελλείμματος μέσα στο επόμενο έτος στο 4%.
Σε δηλώσεις τους στη Βιέννη, ύστερα από το σημερινό υπουργικό συμβούλιο, ο Σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος Βέρνερ Φάιμαν και ο υπουργός Οικονομικών Γιόζεφ Πρελ, του Λαϊκού Κόμματος, διαβεβαίωναν πως η επικείμενη εξυγίανση του προϋπολογισμού για το 2011 δεν θα συμβεί με μια αύξηση υπαρχόντων ή με την επιβολή νέων μαζικών φόρων, αντ' αυτού δεν θα υπάρξουν «ταμπού» ως προς τις περικοπές και πως προβλέπεται δίκαιη κατανομή βαρών.
Πρόθεση της κυβέρνησης, η οποία θα επεξεργασθεί μέχρι το ερχόμενο φθινόπωρο συγκεκριμένες προτάσεις, είναι οι περικοπές να ανέλθουν σε 1,7 δισ. ευρώ και τα επιπλέον έσοδα σε επίσης 1,7 δισ. ευρώ.
Σε ό,τι αφορά τις δαπάνες, τα πάντα είναι ευπρόσδεκτα, ανέφερε ο υπουργός Οικονομικών, ο οποίος δεν απέκλεισε περικοπές σε όλους τους τομείς, ακόμη και στα οικογενειακά επιδόματα, ενώ ο καγκελάριος παρέπεμψε στην ύπαρξη, όπως είπε, ενός μεγάλου δυναμικού περικοπών, εξαιτίας διπλών αρμοδιοτήτων ανάμεσα σε υπηρεσίες, σε επίπεδο ομοσπονδίας, τοπικών κρατιδίων και δήμων.
Ο κ. Πρελ τόνισε πως οι στόχοι περικοπών για τα επιμέρους υπουργεία, όπως έχουν συμφωνηθεί στην κυβέρνηση, δεν τίθενται υπό αμφισβήτηση και είναι νομικά δεσμευτικοί, ενώ ως σύνθημά της η εξυγίανση του προϋπολογισμού θα έχει το «Οικονομικά λογική και κοινωνικά αποδεκτή».
Στο θέμα των περικοπών, τα δύο κυβερνητικά κόμματα φέρεται να έχουν συμφωνήσει πλήρως, αλλά στο θέμα των επιπλέον εσόδων φαίνεται να συμφωνούν μόνον στην επιβολή τραπεζικού φόρου από τον οποίο αναμένονται έσοδα περίπου 500 εκατ., χωρίς να αναφέρουν, προς το παρόν, από πού θα εξευρεθούν τα υπόλοιπα 1,2 δισ. ευρώ.
Από την πλευρά τους, οι Σοσιαλδημοκράτες έχουν παρουσιάσει αρκετές προτάσεις, όπως για παράδειγμα ένα φόρο για αύξηση περουσιακών στοιχείων ή ένα νέο φόρο κύκλου εργασιών του χρηματιστηρίου, αποκλείοντας συγχρόνως μια αύξηση του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας.
Επιφυλακτικό εμφανίζεται, ως προς συγκεκριμένες προτάσεις, το Λαϊκό Κόμμα, το οποίο άφησε να εννοηθεί, μέσω του υπουργού Οικονομίας Ράινχολντ Μίτερλενερ, ότι αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο ενός υψηλότερου φόρου στα καύσιμα, με την εύηχη επωνυμία «οικολογική καινοτομία».
Με ανησυχία για περικοπές στα υπουργεία τους, αντέδρασαν αρκετά μέλη της κυβέρνησης, με τον υπουργό Εξωτερικών Μίχαελ Σπίντελεγκερ (του Λαϊκού Κόμματος) να κάνει λόγο για «τραγική κατάσταση» και για αναγκαστικές περικοπές στην αναπτυξιακή βοήθεια ή στις διπλωματικές εκπροσωπήσεις της Αυστρίας στο εξωτερικό με κλείσιμο πρεσβειών, και να τονίζει χαρακτηριστικά «η Αυστρία είναι μια πλούσια χώρα, αλλά ένα φτωχό κράτος».
Απορριπτικές ως προς τις ενδεχόμενες αυξήσεις φόρων, ήταν οι αντιδράσεις από την πλευρά των δύο, ακροδεξιάς απόκλισης, κομμάτων της αντιπολίτευσης, Κόμμα των Ελευθέρων και Συνασπισμός Μέλλον της Αυστρίας, ενώ το τρίτο κόμμα της αντιπολίτευσης, οι Πράσινοι, ζήτησαν διοικητικές μεταρρυθμίσεις.
Από την πλευρά της, η Αυστριακή Ομοσπονδία Συνδικάτων θεωρεί πως νέοι φόροι βρίσκονται στη σωστή κατεύθυνση ενόσω δεν επιβαρύνουν τους εργαζόμενους, ενώ η προσκείμενη στο Λαϊκό Κόμμα, Οικονομική Ομοσπονδία, προειδοποιεί πως νέοι φόροι απειλούν την ανάπτυξη της οικονομίας.
Είναι γεγονός πως η Αυστρία, με την εύρωστη οικονομία της και ως μια από τις πλέον πλούσιες χώρες της Ευρώπης, γνώρισε οικονομική άνθηση και λόγω της δραστηριοποίησης αυστριακών επιχειρήσεων στις ανατολικοευρωπαϊκές αγορές οι οποίες δοκιμάζονται τώρα ιδιαίτερα με την παγκόσμια οικονομική κρίση.
Για το λόγο αυτό η κυβέρνηση στη Βιέννη προσπάθησε να υλοποιήσει μια σειρά πακέτων ανάκαμψης της οικονομίας, και, μέσα από την περσινή φορολογική μεταρρύθμιση, να κρατήσει την αγοραστική δύναμη, έχοντας ζητήσει παράλληλα, αρχές του περασμένου έτους, τη συνδρομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη στήριξη των ανατολικοευρωπαϊκών χωρών".