Πέμπτη 18 Μαρτίου 2010

Αυξάνονται τα χρέη...

Το άρθρο της "Ημερησίας" είναι ενδεικτικό:

"Καταχρεωμένες αι γενεαί πάσαι όλων των χωρών του πλανήτη

Σήμερα, το σύνολο των ανεπτυγμένων χωρών είναι χρεωμένες και εμφανίζουν δημοσιονομικά ελλείμματα -άλλες λιγότερο και άλλες περισσότερο, όλες, όμως, σε βαθμό που να δικαιολογεί την ανησυχία για το μέλλον τους. Αν μάλιστα εξαιρέσει κανείς την Κίνα, την Ινδία και λίγους ακόμη προνομιούχους (κυρίως όσους διαθέτουν άφθονο φυσικό πλούτο), το ίδιο συμβαίνει και με τη συντριπτική πλειονότητα του αναπτυσσόμενου κόσμου. Αυτό, πρακτικά, σημαίνει ότι οι περισσότεροι άνθρωποι στον πλανήτη είναι φορτωμένοι με γραμμάτια τα οποία δεν υπέγραψαν ποτέ -τουλάχιστον συνειδητά. Το ερώτημα που τίθεται είναι μάλλον προφανές: Πώς είναι δυνατόν αυτοί που παράγουν τον πλούτο να χρωστούν σε εκείνους που δανείζουν τα χρήματα; Και ακόμη: Πώς θα εξηγήσουν στα παιδιά και τα εγγόνια τους ότι οφείλουν να πληρώνουν δόσεις για δανεικά τα οποία συνήθως δεν αντιστοιχούν σε πραγματικά αποθέματα και αξίες, καθώς προκύπτουν από τις περίφημες «μοχλεύσεις» που κάνουν το ένα ευρώ (ή δολάριο) να... κλωνοποιείται σε δύο, τρία ή ακόμη και δέκα; Η απάντηση γίνεται πιο απλή από τη στιγμή που θα κατανοήσουμε ότι στην εποχή μας (για την ακρίβεια, εδώ και πολλά χρόνια) χωρίς χρέος δεν υπάρχει χρήμα!

Του Γιώργου Παυλόπουλου

«Αρκεί να κοιτάξουμε πέρα από τον Ατλαντικό, στην Ελλάδα και τη μεγάλη οικονομική κρίση στην οποία βρέθηκε, για να καταλάβουμε τι συμβαίνει. Μπορεί να συμβεί και εδώ. Αν δεν αλλάξουμε πορεία θα συμβεί και εδώ». Με τα λόγια αυτά, ο ηγέτης των Δημοκρατικών στη Βουλή των Αντιπροσώπων και στενός συνεργάτης του Μπαράκ Ομπάμα, Στένι Χόγιερ, έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου και κάλεσε τις δύο πολιτικές δυνάμεις που κυριαρχούν στις ΗΠΑ και εναλλάσσονται στην εξουσία να συνεργαστούν και να λάβουν επειγόντως μέτρα για να τιθασεύσουν τους «δίδυμους πύργους» του χρέους (12,5 τρισ. δολάρια, κάτι λιγότερο από το 100% του ΑΕΠ) και του ελλείμματος (1,55 τρισ. δολάρια, δηλαδή κοντά στο 11% του ΑΕΠ).

Τύμπανα πολέμου

Την ίδια στιγμή, τα τύμπανα του πολέμου έχουν αρχίσει να ηχούν και στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, την Ιαπωνία, το δημόσιο χρέος της οποίας έχει αρχίσει να πλησιάζει το 250% του ΑΕΠ (λεπτομέρειες στο δίστηλο της σελίδας 33). «Θα αρχίσουν, άραγε, οι διεθνείς αγορές να συμπεριφέρονται στην Ιαπωνία ωσάν να ήταν η επόμενη Ελλάδα;» ήταν το ερώτημα που έθεσε η ναυαρχίδα του αμερικανικού χρηματιστηριακού κεφαλαίου, η εφημερίδα Wall Steet Journal, τη Δευτέρα 1 Μαρτίου -για να το επαναλάβουν οι Financial Times δύο μέρες αργότερα.

Δεν χρειάζεται να καταβάλλει κανείς ιδιαιτέρως μεγάλη προσπάθεια για να ανακαλύψει ότι, στον ένα ή τον άλλο βαθμό, ανάλογα ερωτήματα τίθενται σήμερα για όλες τις ανεπτυγμένες χώρες του πλανήτη, αποδεικνύοντας ότι η περίπτωση της Ελλάδας δεν αποτελεί την εξαίρεση, αλλά τον κανόνα -ενώ αναμφίβολα δεν συνιστά την πιο σοβαρή απειλή για την παγκόσμια οικονομία. Ειδικά δε όσον αφορά στην Ευρώπη, η εικόνα είναι πολύ σοβαρή στην Ισπανία και την Πορτογαλία, την Ιταλία και τη Γαλλία, τη Βρετανία και, φυσικά, την Ιρλανδία. Μάλιστα, η τελευταία, αν χρησιμοποιήσουμε ως βάση αναφοράς το συνολικό εξωτερικό χρέος (πίνακας), το ποσοστό ξεπερνά το εξωφρενικό 1.200% του ΑΕΠ!

Το χειρότερο από όλα, όμως, είναι ότι (όπως φαίνεται ξεκάθαρα στο γράφημα των Financial Times) η κατάσταση αναμένεται ότι θα επιδεινωθεί τα επόμενα χρόνια, προτού αρχίσει να φαίνεται λίγο φως στην άκρη του τούνελ. Κι αυτό, όμως, δεν είναι καθόλου σίγουρο, καθώς πολιτικοί και οικονομολόγοι δεν συμφωνούν ποιος είναι ο δρόμος που οδηγεί στην έξοδο. Κι αυτό γιατί τα μοντέλα του παρελθόντος αποδεικνύονται ανεπαρκή και δεν μπορούν να εφαρμοστούν αυτομάτως ή με μικρές παραλλαγές στον παγκοσμιοποιημένο κόσμο μας.

«Τα δεδομένα δεν συνάδουν με την άποψη ότι οι χώρες απλώς θα απαλλαγούν από τα χρέη τους καθώς θα αναπτύσσονται», γράφουν οι Κένεθ Ρόγκοφ και Κάρμεν Ρέινχαρντ, στο βιβλίο που εξέδωσαν πρόσφατα για το κρατικό χρέος, υπό τον γενικό τίτλο «Αυτή τη Φορά είναι Διαφορετικά». Πόσο διαφορετικά, όμως;

Οι τρείς βασικές αιτίες
Όπως είναι γνωστό, η διατύπωση ενός προβλήματος ισοδυναμεί με τη μισή λύση του. Έτσι, προτού παρουσιάσουμε τις συνταγές των ειδικών, είμαστε αναγκασμένοι -εν συντομία, βεβαίως- να αναφερθούμε στις τρεις βασικές αιτίες που προκάλεσαν αυτή την παγκόσμια και παράλληλη κρίση του χρέους και των ελλειμμάτων.

Η πρώτη έχει ευθεία σχέση με την πρωτοφανή σε ένταση και έκταση χρηματοπιστωτική κρίση. Η παρέμβαση των κρατών για την αποτροπή της κατάρρευσης τραπεζών και άλλων μεγάλων επιχειρηματικών κλάδων (όπως οι αυτοκινητοβιομηχανίες) αφαίμαξε τρισεκατομμύρια από τα δημόσια ταμεία, προκαλώντας μαύρες τρύπες ή διευρύνοντας τις ήδη υπάρχουσες και αναγκάζοντας τις κυβερνήσεις να καταφύγουν επειγόντως σε νέο δανεισμό.

Η δεύτερη αιτία αφορά στο «λαχάνιασμα» των ρυθμών ανάπτυξης, το οποίο προϋπήρχε της κρίσης, μετά την εκδήλωσή της, όμως, μετατράπηκε σε παγκόσμια σχεδόν οικονομική ύφεση. Μια ύφεση που, με τη σειρά της, στέρησε από τα κράτη σημαντικό μέρος των εσόδων τα οποία προέρχονται από τους έμμεσους και άμεσους φόρους και διασφαλίζουν ένα ανεκτό ισοζύγιο με τα έξοδα.

Ισχυρό πλήγμα

Όσο για την τρίτη, έχει να κάνει με την πολιτική που ακολούθησε την προηγούμενη εικοσαετία η πλειοψηφία των κυβερνήσεων του ανεπτυγμένου και αναπτυσσόμενου κόσμου: Οι μαζικές ιδιωτικοποιήσεις και η διαρκής μείωση των φορολογικών συντελεστών για τις επιχειρήσεις -στον ΟΟΣΑ ο μέσος συντελεστής βρισκόταν το 2009 στο 32%, έναντι 50% στις αρχές της δεκαετίας του '80- κατάφεραν (στο όνομα της ανταγωνιστικότητας) ένα ακόμη ισχυρό πλήγμα στα δημόσια έσοδα.

Ας επανέλθουμε, τώρα, στο θέμα της λύσης του προβλήματος. Όπως εκτιμά το βρετανικό περιοδικό The Economist, στο τεύχος της 6ης Μαρτίου, «εκτός από το άμεσο χρεοστάσιο και την εν δυνάμει χρεοκοπία μέσω πληθωρισμού, απομένουν δύο επιλογές για τον περιορισμό των ελλειμμάτων: Είτε η μείωση των δαπανών είτε η αύξηση των φόρων». Το ίδιο δεν διστάζει να πάρει σαφή θέση υπέρ της μείωσης των δαπανών. «Οι οικονομικές μελέτες -ισχυρίζεται- οδηγούν μάλλον στο συμπέρασμα ότι οι προσαρμογές που βασίζονται στη μείωση των δαπανών είναι πιο αποτελεσματικές από εκείνες που προέρχονται από τις αυξήσεις στους φόρους».

Ως καταλληλότερο «φάρμακο», μάλιστα, προτείνει την εφαρμογή αναπτυξιακών πολιτικών που θα βασίζονται στην αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης (ίσως και στα 70), την υιοθέτηση όσο το δυνατόν πιο ελαστικών εργασιακών σχέσεων, τον περιορισμό των κοινωνικών δαπανών και την περαιτέρω συρρίκνωση του δημόσιου τομέα.

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, όπως παραδέχεται ο Economist, «όποιο δρόμο και αν διαλέξουν οι κυβερνήσεις θα είναι δύσκολος». «Καθώς η εποχή των εύκολων πιστώσεων δίνει τη θέση της σε μια εποχή λιτότητας, η κοινωνική συνοχή πολλών χωρών θα δοκιμαστεί. Δεν θα τα καταφέρουν όλες. Μέσα στα επόμενα λίγα χρόνια, οι καριέρες πολλών πολιτικών θα καθορίζονται στις αγορές ομολόγων».

Εκτός κι αν υπάρχουν άλλοι δρόμοι που δεν τους αναφέρει -για τους δικούς του λόγους...

Η χώρα του... Δύοντος Ηλίου

Δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι, από τους μεγάλους της παγκόσμιας οικονομίας, η Ιαπωνία θα είναι το μεγαλύτερο θύμα της κρίσης που βιώνουμε σήμερα. Και αυτό, προσθέτουν, θα επιταχύνει την αποκαθήλωσή της από τη δεύτερη θέση, την οποία διεκδικεί ήδη με αξιώσεις η Κίνα. Σημειώνουν δε ότι οι πρόσφατες εξελίξεις που κατάφεραν σοβαρότατο πλήγμα στην εικόνα και τους ισολογισμούς ορισμένων από τα «ιερά τέρατα» του επιχειρηματικού κόσμου της Ιαπωνίας, όπως είναι η αυτοκινητοβιομηχανία Toyota, δεν είναι διόλου τυχαίες.

Πράγματι, προτού καλά-καλά προλάβει να αναρρώσει από τη δεκαετή περίπου περίοδο στασιμότητας και ύφεσης στην οποία είχε βρεθεί, η ιαπωνική οικονομία βυθίστηκε στη δίνη της νέας κρίσης. Στηριζόμενη παραδοσιακά στο δόγμα της συναίνεσης και προσφέροντας ισχυρό δίχτυ προστασίας στους πολίτες της, η Ιαπωνία κινδυνεύει τώρα να υποστεί σοβαρότατες ρωγμές στο πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό της οικοδόμημα. Ρωγμές οι οποίες έκαναν ήδη την εμφάνισή τους στις εκλογές του 2009, που διέκοψαν την απόλυτη μεταπολεμική κυριαρχία του «κεντροδεξιού» Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος και έφεραν στην εξουσία το «κεντροαριστερό» Δημοκρατικό Κόμμα -το οποίο, για την ώρα, δεν τα πάει διόλου καλά.

Τεράστιο δημόσιο χρέος

Λίγοι θα διαφωνήσουν ότι, με βάση την ψυχρή αλήθεια των αριθμών, το μεγάλο πρόβλημα της Ιαπωνίας είναι το τεράστιο δημόσιο χρέος της, το οποίο «φλερτάρει» ήδη με το 250% του ΑΕΠ. Είναι χαρακτηριστικό ότι πέρυσι, για πρώτη φορά, τα φορολογικά έσοδα υστέρησαν των εκδοθέντων κρατικών ομολόγων, που πολλαπλασιάζονται προκειμένου να καλύψουν τις μαύρες τρύπες και να διατηρήσουν το κλίμα κοινωνικής ειρήνης. Βεβαίως, αρκετοί ειδικοί εκτιμούν ότι οι αριθμοί δεν λένε πάντα την αλήθεια και η Ιαπωνία δεν κινδυνεύει να γίνει Ελλάδα. Ανάμεσα στα βασικά τους επιχειρήματα είναι το γεγονός ότι το 95% των ιαπωνικών κρατικών χρεογράφων βρίσκεται σήμερα στα χέρια εγχώριων επενδυτών και όχι κάποιων ξένων τραπεζών ή funds -απόδειξη και αυτή της κουλτούρας που επικρατεί στη χώρα.

Ακόμη κι αυτοί, όμως, παραδέχονται ότι, αργά ή γρήγορα, θα έλθουν οι αυξήσεις στη φορολογία και οι περικοπές στις δημόσιες δαπάνες. Παράλληλα, «η δυνατότητα της αγοράς να απορροφά το χρέος είναι πιθανό να περιοριστεί σημαντικά, καθώς η γήρανση του πληθυσμού (η Ιαπωνία γερνάει ταχύτερα από όλες τις χώρες του ανεπτυγμένου κόσμου) μειώνει την εισροή αποθεματικών, ενώ οι μεταρρυθμίσεις στον χρηματοοικονομικό κλάδο αυξάνουν την τάση για ανάληψη επενδυτικού ρίσκου (κάτι που σημαίνει ότι, ενδεχομένως, σταματήσουν οι σίγουρες επενδύσεις στους εγχώριους τίτλους)», προειδοποιούσε έγγραφο εργασίας του ΔΝΤ που κυκλοφόρησε τον Ιανουάριο.

Αντιθέσεις

Από μία πλευρά, η διελκυστίνδα ανάμεσα στην ταχύτατα αναπτυσσόμενη Κίνα και την Ιαπωνία που βλέπει το αναπτυξιακό της μοντέλο να βρίσκεται σε βαθιά κρίση, είναι ενδεικτική των αντιθέσεων που αναπτύσσονται στον σύγχρονο κόσμο. Εξάλλου, δεν είναι μυστικό ότι πολλοί ισχυροί θεωρούν ότι τα στοιχεία που προσφέρει σήμερα η Κίνα θα πρέπει να βρουν μιμητές στη Δύση, εάν αυτή θέλει όντως να ανακάμψει: Εξαιρετικά χαμηλό εργατικό κόστος, ανεξέλεγκτα πιο πολλές ώρες δουλειάς, ανυπαρξία συνδικαλιστικής δράσης, αλλά και απουσία της έννοιας του άμεσου πολιτικού κόστους (λόγω μονοκομματισμού).

Ο Τρίτος Κόσμος εισβάλλει στον Πρώτο..."