Δευτέρα 15 Μαρτίου 2010

Η βοήθεια δεν είναι πάντα παραγωγική

Το άρθρο του κ. Desmond Lachman είναι διαφωτιστικό:

" Η βοήθεια από την Ε.Ε. μπορεί να γίνει μπούμερανγκ

Η ελληνική κυβέρνηση θα ανασάνει με ανακούφιση όταν η χώρα δεχθεί οικονομική βοήθεια από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Αυτό θα της επιτρέψει να αποφύγει να απαντήσει σε δύο μακροβιότερα ερωτήματα ζωτικής σημασίας για την ευημερία της Ελλάδας. Μετά πολλά χρόνια δημοσιονομικής ασωτίας, μπορεί τελικά η Ελλάδα να αποφύγει τη στάση πληρωμών; Και την εξυπηρετεί, άραγε, με τον καλύτερο τρόπο να καθυστερεί την αναπόφευκτη ημέρα της κρίσης με περιοδικές οικονομικές βοήθειες από την Ε.Ε.;

Η θλιβερή πραγματικότητα είναι ότι οι εγχώριες και εξωτερικές ανισορροπίες της Ελλάδας έχουν αγγίξει τέτοιες διαστάσεις που η διόρθωσή τους με την ιδιότητα του μέλους της Ευρωζώνης θα συμπεριλάβει απαραιτήτως πολλά χρόνια επαχθούς αποπληθωρισμού και βαθιάς οικονομικής ύφεσης. Στο πλαίσιο μιας ΕΚΤ της οποίας στόχος είναι η σταθερότητα των τιμών στην Ευρωζώνη, ο μόνος τρόπος με τον οποίο μπορεί η Ελλάδα να ανακτήσει τη διεθνή ανταγωνιστικότητά της χωρίς υποτίμηση του νομίσματος είναι να ενορχηστρώσει με τον χρόνο μια πτώση 20-30% των εγχώριων μισθών και τιμών. Αυτό θα επέφερε απαραιτήτως πολλά χρόνια επώδυνα βραδείας οικονομικής ανάπτυξης και υψηλής ανεργίας.

Μια ακόμα πιο σίγουρη συνταγή για πολλά χρόνια ύφεσης και ανεργίας σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα θα ήταν μια προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης να συρρικνώσει σε βάθος ετών το δημοσιονομικό της έλλειμμα από το σημερινό 12,7% του ΑΕΠ στο 3% που επιτάσσουν τα κριτήρια του Μάαστριχτ. Ακόμα και με την υπόθεση ότι ο κεϊνσιανός πολλαπλασιαστής για την Ελλάδα θα ήταν όχι υψηλότερος από 1,2, μια μείωση των δημοσίων δαπανών κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ θα επέφερε απευθείας συρρίκνωση του ελληνικού ΑΕΠ κατά 12% για την ίδια περίοδο.

Εφόσον τα φορολογικά έσοδα της Ελλάδας ανέρχονται περίπου στο 35% του ΑΕΠ, αν το ΑΕΠ μειωνόταν κατά 12%, η Ελλάδα θα έχανε περί τις 4 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ από φορολογικά έσοδα. Καθαρό αποτέλεσμα θα ήταν ότι το δημοσιονομικό ισοζύγιο της Ελλάδας θα είχε βελτιωθεί μόλις κατά 6 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, καθιστώντας απαραίτητο ένα νέο γύρο περικοπών δημοσίων δαπανών. Εν ολίγοις, βάσει αυτής της λογικής, με στόχο την κάλυψη των κριτηρίων του Μάαστριχτ, η Ελλάδα θα έβλεπε κάλλιστα το ΑΕΠ της να μειώνεται κατά 15-20%.

Μέσα σ’ αυτή τη ζοφερή εικόνα, ωστόσο, βρίσκεται μια ακτίνα ελπίδας για την ελληνική κυβέρνηση, που θα πείσει την Ε.Ε. να παράσχει οικονομική βοήθεια. Πρόκειται για τη γνώση ότι οι Ευρωπαίοι εταίροι της Ελλάδας φοβούνται όσο και η ελληνική κυβέρνηση τις επιπτώσεις μιας στάσης πληρωμών από τη χώρα. Γιατί μια τέτοια εξέλιξη όχι μόνο θα επέφερε μείζον χτύπημα σε ένα ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα που παραμένει πολύ ευάλωτο, αλλά θα έστρεφε και την οργή των αγορών στην Ισπανία, την Ιρλανδία, την Πορτογαλία και την Ιταλία.

Δυστυχώς, όταν θα δεχθεί η Ελλάδα οικονομική βοήθεια από την Ε.Ε., θα υπάρξει ένα θεμελιώδες ερώτημα που δεν θα τεθεί: Αραγε, εξυπηρετούνται καλύτερα τα μακροπρόθεσμα οικονομικά συμφέροντα της Ελλάδας αν καθυστερήσει η κατά τα φαινόμενα αναπόφευκτη ανάγκη να αναδιαρθρώσει το δημόσιο χρέος της; Γιατί μια οικονομική βοήθεια υπό άσκοπους όρους όχι μόνο θα «στραγγίσει» την ελληνική οικονομία, επιδεινώνοντας την αφετηρία από την οποία θα μπορούσε να ξεκινήσει εν τέλει η οικονομική ανάκαμψη της χώρας, αλλά θα επιβαρύνει την Ελλάδα με σωρεία επίσημου χρέους το οποίο δεν θα έχει δυνατότητα να αναδιαρθρώσει".