Δευτέρα 27 Σεπτεμβρίου 2010

Περί Ιρλανδίας

Διαβάζουμε στο εκτεταμένο άρθρο του "Βήματος" σχετικά με την Ιρλανδία:

"Η Ιρλανδία στο καθαρτήριο των αγορών
Οι αποδόσεις των ιρλανδικών, των ισπανικών, των πορτογαλικών και των ελληνικών ομολόγων θα πέσουν κατά 2,2% την επόμενη διετία!

Αλ. Καψύλης

ΣΤΑ ΧΝΑΡΙΑ της Ελλάδας φαίνεται ότι βαδίζει η Ιρλανδία, η οποία δανείζεται με επιτόκια πάνω από 6% και οι αγορές τη στέλνουν στο ΔΝΤ. Τα spreads των 10ετών ιρλανδικών ομολόγων εκτινάχθηκαν σε επίπεδα-ρεκόρ, πάνω από 430 μονάδες βάσης, καθώς οι πιστωτές της χώρας εκφράζουν τις ανησυχίες τους για το τεράστιο έλλειμμα και το υψηλό χρέος της χώρας. Τι και να διαψεύδουν οι ιρλανδοί αξιωματούχοι τις «Κασσάνδρες» και να εκφράζουν την εμπιστοσύνη τους στην «προσπάθεια και στις θυσίες του ιρλανδικού λαού»; Το αφτί των αγορών δεν ιδρώνει. Την περασμένη Τρίτη 21 Σεπτεμβρίου η ιρλανδική κυβέρνηση κατάφερε να πουλήσει ομόλογα τετραετούς και οκταετούς διάρκειας συνολικής αξίας 1,5 δισ. ευρώ με επιτόκιο που στην περίπτωση των οκταετών τίτλων διαμορφώνεται σε 6,02%. Παρά τις διαβεβαιώσεις του ιρλανδού πρωθυπουργού Μπράιαν Κόουεν ότι τα spreads είναι «διαχειρίσιμα», οι ανησυχίες για τη χώρα της ευρωζώνης φουντώνουν. Πόσω μάλλον που δύο ημέρες αργότερα, την Πέμπτη δηλαδή, ανακοινώθηκε μια αναπάντεχη πτώση του ΑΕΠ της χώρας κατά 1,2% το δεύτερο τρίμηνο.

«Για τους επενδυτές η δημοπρασία είναι καταπληκτική, αλλά για την κυβέρνηση και τους φορολογουμένους είναι φριχτή» δήλωσε την περασμένη Τρίτη στο πρακτορείο Βloomberg ο Γουίλεμ Μπούιτερ, αναλυτής της Citigroup. Και εξήγησε ότι «από τεχνικής πλευράς η ιρλανδική δημοπρασία απετέλεσε μεγάλη επιτυχία, αφού η προσφορά υπερκαλύφθηκε πάνω από πέντε φορές». Και ουσιαστικά πάντως η δημοπρασία της περασμένης Τρίτης πρέπει να θεωρείται άκρως επιτυχημένη. Οχι μόνο επειδή λίγες ημέρες πριν είχε προηγηθεί μια απολύτως αποτυχημένη δημοπρασία, αλλά επειδή με την έκδοση αυτή η κυβέρνηση του Δουβλίνου κερδίζει κάτι εξαιρετικά πολύτιμο σε παρόμοιες καταστάσεις: χρόνο!

Φυσικά ο προαναφερθείς αναλυτής της Citigroup έχει δίκιο. Οι αποδόσεις που δίνουν τα ιρλανδικά ομόλογα (και που καλούνται να πληρώσουν οι ιρλανδοί φορολογούμενοι) είναι πολύ συμφέρουσες για τους δανειστές της χώρας. Το κόστος δανεισμού της Ιρλανδίας παραμένει πολύ υψηλό συγκρινόμενο με άλλες χώρες της ευρωζώνης (εξαιρουμένης της Ελλάδας, φυσικά). Οι (πολύ βαρύτερα εσχάτως) φορολογούμενοι της χώρας υποθηκεύουν εν πολλοίς τη μελλοντική ευημερία τους. Διότι η Ιρλανδία πούλησε ομόλογα συνολικής αξίας 1 δισ. ευρώ που λήγουν το 2018 με απόδοση 6,023%, πολύ υψηλότερη από την απόδοση 5,088% που έδιναν στους επενδυτές τα οκταετή ομόλογα που είχε εκδώσει η χώρα τον περασμένο Ιούνιο.

Επιτυχής προσφυγή
Τα τετραετή ομόλογα συνολικής αξίας 500 εκατ. ευρώ που εξέδωσε το υπουργείο Οικονομικών είχαν απόδοση 4,767%, ενώ τα ανάλογης διάρκειας που είχε εκδώσει μόλις έναν μήνα πριν, στις 17 Αυγούστου συγκεκριμένα, είχαν απόδοση 3,627%.

Και όμως, η προσφυγή της Ιρλανδίας για δανεισμό στις διεθνείς αγορές ήταν επιτυχέστατη! Διότι είχε προηγηθεί μια έντονη φημολογία περί προσφυγής της χώρας στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ή/και στην Ευρωπαϊκή Ενωση για να καλύψει τις δανειακές ανάγκες της, αφού η βλάβη που υπέστη ο χρηματοπιστωτικός τομέας της χώρας από την κρίση μοιάζει οιονεί ανήκεστος. Οι φήμες περί προσφυγής στον μηχανισμό στήριξης στον οποίο έχει καταφύγει και η Ελλάδα εκτίναξαν τα spreads των 10ετών ιρλανδικών ομολόγων στο ιστορικά υψηλό επίπεδο των 433 μονάδων βάσης την Παρασκευή, 17 Σεπτεμβρίου, από τις 380 μονάδες βάσης που ήταν την αμέσως προηγούμενη ημέρα. Σύμφωνα με δημοσίευμα των «Financial Τimes» μάλιστα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) είχε παρέμβει για να στηρίξει την Ιρλανδία, αγοράζοντας κρατικούς τίτλους της χώρας. Τι συνέβη και άλλαξε το σκηνικό; Μια έρευνα που διενήργησε το πρακτορείο Βloomberg στις αγορές, η οποία έδειξε ότι οι μεγαλύτεροι γερμανοί «παίκτες» στις αγορές ομολόγων προβλέπουν ότι οι αποδόσεις των ιρλανδικών, των ισπανικών, των πορτογαλικών και των ελληνικών ομολόγων θα πέσουν κατά μέσον όρο κατά 2,2% συγκριτικά με τις αποδόσεις των γερμανικών ομολόγων την επόμενη διετία! Τα spreads δηλαδή των... ΡΙGS θα πέσουν κατά 2,2% την επόμενη διετία!

Και το πιο ενθαρρυντικό είναι ότι, εφόσον οι γερμανοί επενδυτές δεν χάσουν την αισιοδοξία τους, η πεποίθηση για μια επικείμενη δημοσιονομική εξομάλυνση θα μετατραπεί σε ευλογία για όλα τα υπερχρεωμένα κράτημέλη της ζώνης του ευρώ! Αμέσως τα πορτογαλικά spreads των 10ετών ομολόγων έπεσαν στις 377 μονάδες βάσης την περασμένη Τρίτη από το ρεκόρ των 393 μονάδων όπου είχαν φθάσει τη Δευτέρα. Ομως, την Τετάρτη που «βγήκε» στις αγορές για να δανειστεί 1 δισ. ευρώ κατάφερε να μαζέψει μόλις 750 εκατ. ευρώ,. με επιτόκιο που για τους 10ετής τίτλους διαμορφώθηκε στο 6,24%.

Ηπίστη πληρώνεται ακριβά
Το ερώτημα που ανακύπτει είναι τι μέλλει γενέσθαι για την Ιρλανδία. Ο Ντάνιελ Γκρος από το Κέντρο Ευρωπαϊκών Πολιτικών Σπουδών στις Βρυξέλλες δεν είναι αισιόδοξος. «Νομίζω ότι τα πράγματα θα επιδεινωθούν και με την πάροδο του χρόνου η ΕΚΤ θα κληθεί να αναχρηματοδοτήσει μεγάλο μέρος του χρέους του ιρλανδικού τραπεζικού συστήματος» προειδοποιεί. Ωστόσο, όπως επισημαίνει ο ίδιος με δηλώσεις του στους «Τimes» της Νέας Υόρκης, «μπορεί η κατάσταση της Ιρλανδίας να μοιάζει με deja vu, αλλά είναι διαφορετική από την ελληνική». Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έχει χορηγήσει προς τις ιρλανδικές τράπεζες δάνεια που αντιστοιχούν στο 40% του ΑΕΠ της χώρας.

Επειδή στην οικονομική τουλάχιστον ζωή η «πίστη» των τραπεζών (και των κεντρικών ασφαλώς) δεν παρέχεται δωρεάν αλλά πληρώνεται ακριβά, οι Ιρλανδοί ανησυχούν μήπως όλα αυτά δεν είναι παρά το προανάκρουσμα μιας «ελληνικού τύπου» διάσωσης.

Η κυβέρνηση Κόουεν και ο κεντρικός τραπεζίτης Πάτρικ Χόνοχαν απορρίπτουν τα κακά σενάρια επικαλούμενοι τις θυσίες που έχει κάνει ως τώρα ο ιρλανδικός λαός. Διότι η Ιρλανδία ήταν εκείνη που έδειξε- και άνοιξε- τον δρόμο της δημοσιονομικής πειθαρχίας στα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη, καθώς ήταν η πρώτη που είδε το τραπεζικό σύστημα να συμπαρασύρει στον γκρεμό το σύνολο της πραγματικής οικονομίας.

Ακριβώς πριν από δύο χρόνια (τον Σεπτέμβριο του 2008) η τότε κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι η χώρα εισέρχεται σε περίοδο ύφεσης. Οι αρνητικοί ρυθμοί ανάπτυξης είχαν κάνει την εμφάνισή τους από την αρχή της χρονιάς και μόλις το πρώτο τρίμηνο του 2010 κατάφερε να ανακάμψει η οικονομία παρουσιάζοντας ανάπτυξη 2,65%.

Ενδιάμεσα η οικονομία είχε συρρικνωθεί κατά 7,1% το 2009. Η ανεργία όμως συνεχίζει να είναι παρούσα, αφήνοντας στο «περιθώριο» της αγοράς εργασίας- και της κοινωνικής ζωής- πάνω από το 13% του εργατικού δυναμικού της χώρας.

Μάλιστα οι μισοί περίπου από αυτούς βρίσκονται σε ακόμη χειρότερη μοίρα, αφού ανήκουν στην υποκατηγορία των μακροχρόνια ανέργων και επιπλέον δεν δικαιούνται επίδομα ανεργίας.

Την περασμένη Πέμπτη ανακοινώθηκε ότι το δεύτερο τρίμηνο του έτους το ιρλανδικό ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 1,2% σε σύγκριση με το πρώτο, κατά το οποίο κατεγράφη αύξησή του κατά 2,2% (αναθεωρήθηκε η προηγούμενη μέτρηση για τριμηνιαία ανάπτυξη 2,7%). Η κεντρική τράπεζα της Ιρλανδίας έχει προβλέψει για το 2010 συνολικά συρρίκνωση της ιρλανδικής οικονομίας κατά 1% εξαιτίας της περιορισμένης κατανάλωσης, απότοκο της μεγάλης πτώσης των εισοδημάτων και της αγοραστικής δύναμης των Ιρλανδών.

Συνταγή λιτότητας
Η ιρλανδική συνταγή λιτότητας προβλέπει αυξημένη φορολογία κατά 7,5% για όλα τα εισοδήματα άνω των 30.000 ευρώ και κατά 10% για τα ετήσια εισοδήματα άνω των 70.000. Τα προγράμματα μείωσης των δαπανών για τη δημοσιονομική εξυγίανση στηρίζονται βεβαίως στους δημοσίους υπαλλήλους, στους οποίους έχει επιβληθεί περικοπή αποδοχών 5% ανεξαρτήτως μισθολογικής κλίμακας.

Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι παρά τα τεράστια κίνητρα, κυρίως φορολογικά, που δόθηκαν στις επιχειρήσεις, το περίφημο ιρλανδικό «μοντέλο» ανάπτυξης στηρίχθηκε σε έναν εξαιρετικά διογκωμένο δημόσιο τομέα!

Οι δημόσιοι υπάλληλοι στην Ιρλανδία αριθμούν περί τις 300.000 σε ένα εργατικό δυναμικό 2 εκατομμυρίων. Αρα το 15% των εργαζομένων Ιρλανδών είναι δημόσιοι υπάλληλοι. Στην Ελλάδα το ποσοστό είναι μόλις 11,5%. Και από μια άποψη, όσο μεγαλύτερο κράτος έχει κανείς, τόσο μεγαλύτερα περιθώρια έχει για να το «περικόψει».

Το μεγάλο πρόβλημα της ιρλανδικής οικονομίας δεν είναι άλλο από το αδηφάγο τραπεζικό σύστημα που ζητεί διαρκώς περισσότερα για να διασωθεί. Η κυβέρνηση έχει ήδη διαθέσει το 20% του ΑΕΠ για την ενίσχυση των μεγαλύτερων τραπεζών. Εκείνων που πριν από μερικά χρόνια αποτελούσαν τη βιτρίνα μιας ακμάζουσας οικονομίας και τώρα έχουν μετατραπεί σε βρόχο για την οικονομία της «κέλτικης τίγρης» που δεν βρυχάται πια. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Αnglo Ιrish Βank, η οποία κατά τη διάρκεια της μεγάλης άνθησης της εγχώριας οικονομίας παρείχε αφειδώς στεγαστικά δάνεια στους καταναλωτές. Χρέη που μετατράπηκαν σε άχθος για τους δανειολήπτες και σε άγος για τους πιστωτές αγγίζοντας (το 2008) το 175% του διαθέσιμου εισοδήματος των κατοίκων της χώρας. Είναι εντυπωσιακό ότι ακόμη και οι εξίσου υπερχρεωμένοι Αμερικανοί είχαν επωμιστεί αναλογικά λιγότερα «βάρη» την ίδια περίοδο, καθώς το αντίστοιχο ποσοστό έφθασε το 150%.

Σήμερα το μέλλον της Αnglo Ιrish Βank μοιάζει αμφίβολο. Ακόμη χειρότερα, η κυβέρνηση δεν ξέρει ποια συνταγή είναι καταλληλότερη για να διασώσει ό,τι απέμεινε από την άλλοτε κραταιά και νυν υπό κρατικό έλεγχο καταρρέουσα τράπεζα. Ως πριν από 15 ημέρες το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης υποστήριζε ότι η «κακή τράπεζα» ΝΑΜΑ (Εθνική Υπηρεσία Διαχείρισης Κεφαλαίων) που δημιουργήθηκε για να απορροφήσει τα προβληματικά δάνεια και τα υπόλοιπα «τοξικά» στοιχεία ενεργητικού του ιρλανδικού τραπεζικού συστήματος αρκούσε για να αναζωογονήσει τις «ημιθανείς» τράπεζες.

Ωστόσο ύστερα από ώριμη σκέψη και υπό το ολοένα αυξανόμενο βάρος της προβληματικής τράπεζας ο ιρλανδός υπουργός Οικονομικών Μπράιαν Λένιχαν αποφάσισε ότι η μόνη λύση για να διασωθεί η Αnglo Ιrish Βank είναι η «διχοτόμηση». Ο διαχωρισμός δηλαδή των «υγιών» ενεργητικών από τα προβληματικά δάνεια της τράπεζας. Δημιουργούνται έτσι δύο τράπεζες. Η μία θα συνεχίσει να τελεί υπό κρατικό έλεγχο, όπως και η «παλαιά» Αnglo Ιrish Βank από τον Ιανουάριο του 2009. Η δεύτερη, η «προβληματική», θα δημιουργηθεί με απώτερο σκοπό να διαλυθεί «εις τα εξ ων συνετέθη», δηλαδή να πωληθεί ή να πτωχεύσει. Αυτή ήταν και η μόνη ρεαλιστική λύση, αφού τα 23 δισ. ευρώ που είχαν δοθεί ως σήμερα στην τράπεζα πετάχτηκαν στην ουσία σε ένα βαρέλι δίχως πάτο.

Η τράπεζα συνέχισε να καταγράφει απώλειες (8,2 δισ. ευρώ το πρώτο εξάμηνο του έτους) ενώ είχε ήδη μεταβιβάσει προβληματικά δάνεια ύψους 36 δισ. ευρώ στη ΝΑΜΑ. Μάλιστα ο ίδιος ο ιρλανδός πρωθυπουργός δήλωσε ότι η διατήρηση του υπάρχοντος καθεστώτος και η διάσωση της τράπεζας θα στοίχιζαν στο δημόσιο ταμείο σχεδόν 70 δισ. ευρώ! Με άλλα λόγια, σχεδόν το μισό ακαθάριστο προϊόν ενός έτους της χώρας (το ΑΕΠ για το ιρλανδικό 2010 υπολογίζεται στα 160 δισ. ευρώ).

Αλώβητη από το σκάσιμο της «φούσκας» του Ιnternet, το 2001 η Ιρλανδία απολάμβανε τα oφέλη της στρατηγικής οικονομικής «στροφής» που είχε κάνει τη δεκαετία του 1990: της μετατροπής της δηλαδή από μια πρωτογενή, γεωργική οικονομία σε μια σύγχρονη οικονομία που στήριζε την ανάπτυξη και την ευημερία της στην παροχή υπηρεσιών- μαζί με την Ελλάδα, την Ισπανία και την Πορτογαλία, τη δεκαετία του 1980 η Ιρλανδία επωφελείτο από τα περίφημα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα (ΜΟΠ) που είχε πετύχει να καθιερώσει στην τότε ΕΟΚ ο Ανδρέας Παπανδρέου. Η επιτυχία του εγχειρήματος είχε κάνει την παραδοσιακά φτωχή Ιρλανδία πρότυπο ανάπτυξης για άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, συμπεριλαμβανομένης βεβαίως της Ελλάδας.

Και ξαφνικά το ζηλευτό «ιρλανδικό μοντέλο» κατέρρευσε. Το σάρωσε σαν αμμουδένιο πύργο η χρηματοπιστωτική κρίση.

Τι συνέβη στον «κέλτικο τίγρη» που προ ολίγων ετών ανακοίνωνε «ασιατικά» νούμερα ανάπτυξης και ανεργία γύρω στο 3%; Τι συνέβη στη μικρή νησιωτική χώρα των μόλις 4,5 εκατομμυρίων κατοίκων που προσείλκυε σαν το μέλι τα αμερικανικά επενδυτικά κεφάλαια; Διότι η Μicrosoft, η ΙΒΜ, η Ηewlett- Ρackard, η Dell και σχεδόν όλες οι κορυφαίες αμερικανικές εταιρείες υψηλής τεχνολογίας αλλά και οι τράπεζες και πλήθος αμερικανικών επιχειρήσεων είχαν δημιουργήσει... προγεφυρώματα στην Ιρλανδία για την προώθηση των συμφερόντων τους στην Ευρώπη.

Τα χρόνια των παχιών αγελάδων πιστευόταν ότι το «κλειδί» της επιτυχίας της Ιρλανδίας ήταν η μείωση των εταιρικών φόρων. Οντως, από το 1988 άρχισε να μειώνεται σταδιακά ο συντελεστής των εταιρικών φόρων. Από το 47%, που ήταν τότε, έφθασε στο 12,5% σήμερα. Πρόκειται για το χαμηλότερο ποσοστό απ΄ όλες τις ανεπτυγμένες χώρες της υφηλίου, αν εξαιρεθεί η Κύπρος που έχει ποσοστό 10%. «Οι φόροι αποτελούν ζήτημα“κλειδί” για μας» είχε παραδεχθεί ο Τζόε Μάκρι, επικεφαλής, τότε, της ιρλανδικής θυγατρικής της Μicrosoft, η οποία και μετά το σκάσιμο της «φούσκας» του Ιnternet απασχολούσε 1.200 εργαζομένους στη μονάδα του Δουβλίνου. Με την πάροδο των ετών αποδείχθηκε ότι η Ιρλανδία είχε γίνει η «Σίλικον Βάλεϊ» της Ευρώπης, όχι τόσο λόγω της χαμηλής φορολόγησης αλλά λόγω άλλων, σημαντικότερων, συγκριτικών πλεονεκτημάτων που διέθετε, όπως σύγχρονες υποδομές, ευνοϊκή νομοθεσία, υψηλή επαγγελματική κατάρτιση του πληθυσμού, αγγλική γλώσσα και επίσης απόσταση μόλις τεσσάρων ωρών με το αεροπλάνο από τη Νέα Υόρκη!

Ξαφνικά όλα κατέρρευσαν! Από το 2008 η Ιρλανδία βιώνει τη χειρότερη ύφεση απ΄ όλες τις ανεπτυγμένες βιομηχανικά χώρες. Οι ειδικοί πιστεύουν ότι αν η αμερικανική αγορά εργασίας ήταν υγιής, θα γινόμασταν μάρτυρες ενός νέου ρεύματος οικονομικών μεταναστών από την Ιρλανδία προς τις ΗΠΑ. Κάτι τέτοιο όμως μάλλον δεν θα γίνει. Ακριβώς επειδή η προ ετών «ευχή» της Ιρλανδίας μετετράπη σε «κατάρα». Η κρίση ξεκίνησε από τις αμερικανικές χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις και την αμερικανική αγορά ακινήτων. Και η Ιρλανδία αυτό είναι που πληρώνει: την προσκόλλησή της στο εν ευρεία εννοία «σύστημα οικονομίας» των ΗΠΑ και την εξάρτησή της από αυτό".