"Υποχρεωτική και εθελοντική έκδοση πληροφοριών εταιρικής υπευθυνότητας
Η παγκόσμια οικονομική κρίση έχει στρέψει το ενδιαφέρον των κυβερνήσεων στην ενίσχυση των ρυθμιστικών τους απαιτήσεων, με στόχο την αύξηση της διαφάνειας της λειτουργίας των εταιρειών και τον περιορισμό των απωλειών της αγοράς. Επιπλέον, την τελευταία τριετία έχουν παρατηρηθεί σημαντικές αλλαγές στην προσέγγιση δημοσίευσης πληροφοριών εταιρικής υπευθυνότητας σε πολλές χώρες.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι σκανδιναβικές χώρες, με τη Σουηδία να έχει θεσμοθετήσει την υποχρεωτική δημοσίευση απολογισμών εταιρικής υπευθυνότητας για τις κρατικές εταιρείες. Παράλληλα, η νέα τάση στη δημοσίευση εταιρικών απολογισμών προστάζει την έκδοση ενιαίων εκθέσεων, οι οποίες αποτυπώνουν συνολικά την επίδοση μίας εταιρείας, ενοποιώντας οικονομικά και μη οικονομικά στοιχεία.
Οι παραπάνω εξελίξεις οδήγησαν την KPMG, το πρόγραμμα Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον (UNEP), το Global Reporting Initiative (GRI) και το Τμήμα Εταιρικής Διακυβέρνησης στην Αφρική του Πανεπιστημίου του Stellenbosch στην έκδοση της έρευνας «Carrots and Sticks - Promoting Transparency and Sustainability», η οποία μελετά την προσέγγιση 30 χωρών από όλο τον κόσμο (συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας) στην υιοθέτηση εθελοντικών και υποχρεωτικών προσεγγίσεων για την έκδοση απολογισμών / πληροφοριών εταιρικής υπευθυνότητας.
Τα κυριότερα συμπεράσματα της έρευνας αυτής έδειξαν τα κάτωθι:
Τα τελευταία 4 χρόνια, οι κυβερνήσεις των χωρών έχουν προχωρήσει σημαντικά στη θέσπιση ρυθμιστικών κανόνων για την έκδοση εταιρικών πληροφοριών βιώσιμης ανάπτυξης.
Οι θεσμοθετημένες και εθελοντικές προσεγγίσεις φαίνεται να αλληλοσυμπληρώνονται, με τις κυβερνήσεις να ψάχνουν τη σωστή αναλογία, ώστε να προχωρήσουν στην οριοθέτηση των ελάχιστων υποχρεωτικών απαιτήσεων.
Η σταδιακή ενσωμάτωση οικονομικών και μη πληροφοριών σε έναν απολογισμό, αν και προς το παρόν βρίσκεται σε αρχικό στάδιο, αποδεικνύει την αγωνία της αγοράς να αποτρέψει νέα οικονομικά σκάνδαλα και να επιτευχθεί η μετάβαση σε βιώσιμες αγορές και οικονομίες.
Στις αναπτυσσόμενες αγορές, τα χρηματιστήρια ζητούν από τις εταιρείες να είναι διαφανείς στη λειτουργία τους και να δημοσιοποιούν μη οικονομικά στοιχεία για το περιβάλλον, την κοινωνία και τη διακυβέρνησή τους. Για παράδειγμα, τα χρηματιστήρια της Σανγκάης στην Κίνα και του Γιοχάνεσμπουργκ στη Νότιο Αφρική έχουν προχωρήσει στην έκδοση συγκεκριμένων απαιτήσεων για τις εισηγμένες εταιρείες.
Τα υφιστάμενα πρότυπα στοχεύουν συνήθως σε συγκεκριμένες κατηγορίες επιχειρήσεων, όπως καθορισμένου μεγέθους, εισηγμένες, ρυπογόνες ή κρατικές εταιρείες. Ανάλογες απαιτήσεις αναμένεται να εγερθούν σύντομα για τους δημόσιους και τους μη κυβερνητικούς οργανισμούς (ΜΚΟ).
Οι νομοθέτες κατά την ανάπτυξη εθνικών υποχρεωτικών ή εθελοντικών προτύπων οφείλουν να συνυπολογίζουν τις υφιστάμενες διεθνείς αρχές, στοχεύοντας στην ενίσχυση της συγκρισιμότητας των παρεχόμενων πληροφοριών.
Βάσει των παραπάνω ευρημάτων, η έρευνα καταλήγει στις εξής προτάσεις:
Να ενισχυθεί ο ρόλος των νομοθετών.
Οι νομοθέτες να αναγνωρίζουν την αρχή της συμπληρωματικότητας, θέτοντας τα υποχρεωτικά κατώτερα όρια για τη δημοσίευση πληροφοριών εταιρικής υπευθυνότητας και αφήνοντας ταυτόχρονα περιθώριο για καινοτόμες εθελοντικές προσεγγίσεις.
Οι κυβερνήσεις να δώσουν κίνητρα στις εταιρείες για τη δημοσίευση πληροφοριών πέραν των ελάχιστων απαιτητών από τον νόμο.
Τα υποχρεωτικά εθνικά πρότυπα θα πρέπει να απλοποιηθούν και να ακολουθούν, στον βαθμό που είναι δυνατόν, τα διεθνή πρότυπα.
Ολα τα ενδιαφερόμενα μέρη καλούνται να αναγνωρίσουν την ανάγκη σύγκλισης στο θέμα των απολογισμών. Χρηματιστήρια, οργανισμοί πιστοληπτικής αξιολόγησης και ΜΚΟ οφείλουν να συνεργαστούν με το κράτος και τις επιχειρήσεις, ώστε να θέσουν κοινές οδηγίες για τη βελτίωση των σημερινών πρακτικών.
Η επιλογή των ενιαίων απολογισμών χρήζει περαιτέρω προσοχής από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων αυτών που καθορίζουν τις απαιτήσεις.
Στην Ελλάδα, με τον Νόμο 3487/2006 ενσωματώθηκε στο εθνικό Δίκαιο η Οδηγία 2003/51/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης Ιουνίου 2003 «για την τροποποίηση των Οδηγιών του Συμβουλίου 78/660/ΕΟΚ, 83/349/ΕΟΚ, 86/635/ΕΟΚ και 91/674/ΕΟΚ σχετικά με τους ετήσιους και τους ενοποιημένους λογαριασμούς εταιρειών ορισμένων μορφών, τραπεζών και άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και ασφαλιστικών επιχειρήσεων» (ΕΕΙ.178/17.7.2003). Σύμφωνα με τον νόμο αυτό, κάθε εισηγμένη εταιρεία που υπερβαίνει δύο από τα παρακάτω όρια:
Ο ετήσιος ισολογισμός της υπερβαίνει τα 2,5 εκατ. ευρώ.
Εχει κύκλο εργασιών 5 εκατ. ευρώ ή
Απασχολεί πάνω από 50 άτομα.
Υποχρεούται «στον βαθμό που απαιτείται για την κατανόηση της εξέλιξης της εταιρείας, των επιδόσεών της ή της θέσης της, η ανάλυση της Έκθεσης Διαχείρισης (του Διοικητικού Συμβουλίου προς την τακτική Γενική Συνέλευση) να περιλαμβάνει τόσο χρηματοοικονομικούς όσο και, όπου ενδείκνυται, μη χρηματοοικονομικούς βασικούς δείκτες επίδοσης, που έχουν σχέση με το συγκεκριμένο τομέα δραστηριοτήτων, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με περιβαλλοντικά και εργασιακά θέματα».
Η συγκεκριμένη αναφορά στον παραπάνω νόμο είναι αρκετά γενική, αφήνοντας στις εταιρείες πολλά περιθώρια ερμηνείας και ευελιξίας. Η απουσία μιας ουσιαστικής νομοθετικής απαίτησης για την έκδοση πληροφοριών εταιρικής υπευθυνότητας εξηγεί σε μεγάλο βαθμό τα χαμηλά ποσοστά έκδοσης κοινωνικών απολογισμών σε σχέση με άλλες χώρες.
Δεδομένου ότι η φερεγγυότητα και η διαφάνεια των δημόσιων και ιδιωτικών οργανισμών της χώρας αντιμετωπίζονται με δυσπιστία, η θέσπιση ενός νόμου που θα έθετε κάποια κατώτερα επίπεδα δημοσίευσης μη οικονομικών στοιχείων ίσως να αποτελούσε στην παρούσα φάση ένα ουσιαστικό βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, το οποίο ταυτόχρονα θα ενίσχυε τον στόχο της ελληνικής οικονομίας για βιώσιμη ανάπτυξη".