Δευτέρα 18 Οκτωβρίου 2010

Ξανά για τα ομόλογα

Οπως διαβάζουμε στην "Ελευθεροτυπία":

"Ρευστότητα 5-8 δισ. ευρώ

Νέα δεδομένα δημιούργησε η άνοδος της αξίας των ελληνικών ομολόγων. Αυτό, γιατί όσο οι τιμές έπεφταν τα πιστωτικά ιδρύματα καλούνταν να ενεχυριάσουν περισσότερα ομόλογα στην ΕΚΤ, για να διατηρήσουν τη ρευστότητα που τους έδινε η κεντρική τράπεζα.

Η επίπτωση της ανόδου των τιμών των ελληνικών ομολόγων, που μεταφράστηκε σε μείωση της απόδοσης και των spreads, είναι δύσκολο να εκτιμηθεί ανά τράπεζα και για όλο το σύστημα. Ομως, τραπεζίτες εκτιμούσαν ότι μια μεσοσταθμική άνοδος των τιμών κατά 6,5% από τις αρχές Σεπτεμβρίου θα οδηγούσε σε «απελευθέρωση» ενεχύρων και συνάμα δυνητικής ρευστότητας από 5 έως 8 δισ. ευρώ.

Η εκτίμηση βασίζεται στην υπόθεση ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν ενεχυριάσει κρατικά ομόλογα και άλλους τίτλους με κρατική εγγύηση ονομαστικής αξίας 90 δισ. ευρώ. Η ονομαστική αξία όλων των ενεχύρων στην ΕΚΤ, συμπεριλαμβανομένων των τιτλοποιήσεων δανείων, από ελληνικής πλευράς εκτιμάται σε 130 δισ. ευρώ και άνω.

Σημειώνεται ότι κάθε φορά που μια τράπεζα ενεχυριάζει στην ΕΚΤ ελληνικό κρατικό ομόλογο ονομαστικής αξίας 100 ευρώ λαμβάνει ρευστότητα ίση με την αγοραία αξία του ομολόγου μείον ένα «κούρεμα» 6,5%. Αν το ενέχυρο είναι άλλο ομόλογο που φέρει την εγγύηση του ελληνικού Δημοσίου, «το κούρεμα» ανεβαίνει στο 11,5%. Ετσι, για ένα ελληνικό κρατικό ομόλογο ονομαστικής αξίας και αγοραίας αξίας 100 ευρώ που θα καταθέσει μια τράπεζα παίρνει ρευστότητα 93,5 ευρώ, πληρώνοντας επιτόκιο 1%".


Υπάρχει, όμως, και συνέχεια:

"Μαξιλάρι μόνο για τράπεζες

Δύσκολα θα δει η αγορά σημαντική ανάσα από την επιπλέον ρευστότητα που προσφέρει η ΕΚΤ λόγω της ανατίμησης των ελληνικών ομολόγων.

Δύο είναι οι λόγοι που οδηγούν σε αυτό το συμπέρασμα, σύμφωνα με τραπεζίτες:

* Πρώτον, η διατήρηση των spreads στα σημερινά χαμηλότερα επίπεδα και ακόμη περισσότερο η περαιτέρω συμπίεσή τους που δεν μπορεί να θεωρηθεί σίγουρη άμεσα.

* Δεύτερον, η ρευστότητα που απελευθερώθηκε είναι κατά κανόνα βραχυπρόθεσμη, δηλαδή δάνεια λίγων εβδομάδων ή μηνών από την ΕΚΤ, ενώ τα δάνεια που δίνονται σε ιδιώτες και νοικοκυριά είναι κατά κανόνα μεσομακροπρόθεσμα. Επομένως, είναι κάπως ριψοκίνδυνο να δώσει μια τράπεζα δάνειο 10 ή 20 χρόνων που θα χρηματοδοτεί με εβδομαδιαίο ή τριμηνιαίο δάνειο από την ΕΚΤ, έστω και αν τις κοστίζει λίγο φθηνά, όταν γνωρίζει ότι αυτό δεν μπορεί να συνεχισθεί επί μακρόν.

Ως εκ τούτου θεωρείται πιο πιθανό να προσπαθήσουν οι τράπεζες να χρησιμοποιήσουν το μαξιλάρι της δυνητικής ρευστότητας για να μειώσουν τα επιτόκια των προθεσμιακών καταθέσεων και του κόστους χρήματος, βελτιώνοντας τα περιθώριά τους".