Δευτέρα 11 Οκτωβρίου 2010

Το "αντιπαραγωγικό κενό" στην πράξη

Οπως διαβάζουμε:

" Δανείζονται, αλλά δεν επενδύουν

The New York Times

Τα τελευταία χρόνια, οι τράπεζες απορρίπτουν αιτήσεις δανείων από νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Την ίδια ώρα, μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι μπορούν και αντλούν τεράστια κεφάλαια από την αγορά εταιρικών ομολόγων με «επιτόκια ευκαιρίας». Εταιρείες όπως η Microsoft δανείζονται δισεκατομμύρια δολάρια εκδίδοντας ομόλογα με επιτόκια που κυμαίνονται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Πολύ λίγες από αυτές, όμως, επενδύουν τα κεφάλαια αυτά για την κατασκευή ή την αγορά νέων εργοστασίων, εξοπλισμού ή την πρόσληψη ανέργων. Ετσι έχει δημιουργηθεί μια αδιέξοδη κατάσταση. Οι επιχειρηματικοί κολοσσοί αποταμιεύουν, αναμένοντας την ανάκαμψη της οικονομίας. Αλλά η οικονομία δεν θα κινηθεί σε τροχιά ανάκαμψης εάν δεν δαπανήσουν κεφάλαια οι ίδιοι επιχειρηματικοί κολοσσοί.

Η κατάσταση αυτή καταδεικνύει την αδυναμία της Ουάσιγκτον να ενισχύσει αποτελεσματικά την οικονομία παρά το γεγονός ότι έχει διοχετεύσει δισεκατομμύρια δολάρια για τη στήριξή της.

Η ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ έχει, επίσης, πραγματοποιήσει ανεπανάληπτες για την ιστορία της ενέσεις ρευστότητας και διατηρεί επί μια ολόκληρη διετία σε μηδενικά επίπεδα το κόστος δανεισμού στην οικονομία. Αυτό το γεγονός επιτρέπει στους επιχειρηματικούς κολοσσούς της χώρας να πουλούν ομόλογα, καταβάλλοντας πολύ χαμηλές αποδόσεις στους επενδυτές τους. Μάλιστα, οι «υποχρεώσεις» τους προς τους επενδυτές μπορεί να διαμορφώνονται σε επίπεδα χαμηλότερα του 1%. Παρά, όμως, την εύκολη πρόσβαση σε πιστώσεις που εξασφάλισε η Fed γι’ αυτούς τους ομίλους, οι διοικήσεις τους δεν «αντιδρούν» έτσι όπως θα ήθελε ο Λευκός Οίκος. «Επωφελούνται, κρατώντας τη ρευστότητα που αντλούν από την έκδοση ομολόγων κάτω από αυτές τις –ιδανικές– συνθήκες, χωρίς να διευκολύνουν έτσι την πορεία ανάκαμψης της οικονομίας», δηλώνει η Ντάνα Σαπόρτα, οικονομολόγος της Credit Suisse στη Νέα Υόρκη.

Ούτως ή άλλως, οι επιχειρήσεις έχουν υπάρξει αρκετά συντηρητικές με τις επενδύσεις τους μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers, οπότε κλιμακώθηκε η χρηματοπιστωτική κρίση. Αλλά έχουν υπάρξει ενδείξεις που επιβεβαιώνουν ότι αυτή η τάση συσσώρευσης ρευστού έχει αυξηθεί τελευταία, όπως η έκδοση ομολόγου της Microsoft, συνολικού ύψους 4,75 δισ. δολαρίων.

Αλλες εταιρείες που έχουν επωφεληθεί από τις προαναφερόμενες συνθήκες είναι οι Johnson & Johnson, PepsiCo. και ΙΒΜ. Η ρευστότητα των επιχειρήσεων, σε συνολική κλίμακα, υπολογίζεται πλέον στα 1,6 τρισ. δολάρια, ένα ποσό που αντιστοιχεί σχεδόν στο 6% των περιουσιακών τους στοιχείων. Κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου είχε φθάσει το 6,2%, αντανακλώντας το υψηλότερο επίπεδο από το 1964.

Αυτή είναι μια σημαντική παράμετρος που κρύβεται πίσω από την ανάκαμψη μιας οικονομίας με υψηλή ανεργία. Και το μεγάλο ερώτημα είναι πότε οι επιχειρηματικοί κολοσσοί των ΗΠΑ θα αποφασίσουν να επενδύσουν αυτή τη ρευστότητα, δημιουργώντας περισσότερα εργοστάσια και θέσεις εργασίας. Οι συνθήκες σήμερα είναι τόσο ιδανικές, που ορισμένες εταιρείες αντλούν δάνεια που θα μπορέσουν να πληρώσουν μετά έναν αιώνα.

Τον Αύγουστο, η εταιρεία σιδηροδρόμων Norfolk Southern Corporation προχώρησε στην έκδοση 100ετών ομολόγων με ετήσια απόδοση 5,95%. Ορισμένοι οικονομολόγοι υπογραμμίζουν ότι είναι απολύτως λογικό να εκμεταλλεύονται αυτές τις συνθήκες οι εταιρείες για να επαναγοράσουν μετοχές τους. Αλλες εταιρείες χρησιμοποιούν τα κεφάλαια αυτά για να χρηματοδοτήσουν εξαγορές. Εν τέλει, όμως, δεν ευνοούν γενικότερα την οικονομία, όταν οι μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις, οι οποίες αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ανάκαμψης, αντιμετωπίζουν εμπόδια στην απόκτηση πιστώσεων".