Συνέντευξη στην "Ελευθεροτυπία" έδωσε ο κ. Jeff Frieden (καθηγητής στην Σχολή Διακυβέρνησης του Χάρβαρντ και κάτοχος της έδρας Stanfield για την Παγκόσμια Ειρήνη και τις Διεθνείς Οικονομικές Σχέσεις). Οπως διαβάζουμε:
" Με δεδομένο το ύψος της καταστροφής που προκάλεσε το χρηματοπιστωτικό σύστημα του ελεύθερου καπιταλισμού, οι έως τώρα μεταρρυθμίσεις είναι πολύ κατώτερες του αναμενομένου. Πού οφείλεται αυτό;
Οσο οδυνηρό και αν είναι αυτό για τη δημοκρατική διακυβέρνηση, η αλήθεια είναι ότι το τεράστιο φάσμα πολύ ισχυρών συμφερόντων που εμπλέκεται με τις χρηματοοικονομικές αγορές, είναι πολύ δύσκολο να ελεχθεί. Η ίδια η χρηματοοικονομική βιομηχανία κατέχει μια επιρροή πάνω στην ίδια τη διαδικασία ρύθμισης και ελέγχου. Τα συμφέροντά της είναι τόσο ισχυρά που το σύγχρονο πολιτικό σύστημα εξαρτάται πλέον σε μεγάλο βαθμό για τη λειτουργία του από το χρηματοοικονομικό κεφάλαιο. Οι μεταρρυθμίσεις, για παράδειγμα, που προώθησε η κυβέρνηση Ομπάμα αφήνουν άθικτες τις βασικές δυναμικές του χρηματοπιστωτικού συστήματος που οδήγησε την παγκόσμια οικονομία σε κατάρρευση.
Ποιες θεωρείτε ότι θα είναι οι πιο σημαντικές επιπτώσεις της κρίσης στη διεθνή πολιτική οικονομία;
Η κρίση αποκάλυψε ότι η παγκόσμια οικονομία ήταν οργανωμένη γύρω από ένα πολύ ουσιαστικό σύμπλεγμα μακροοικονομικών σχέσεων. Υπήρχε μια μεγάλη ομάδα χωρών όπου τα τεράστια ελλείμματα αποτελούσαν θεμέλιο της οικονομικής τους ανάπτυξης (ανάπτυξη δηλαδή μέσω δανεισμού από τον υπόλοιπο κόσμο) και άλλη μια σειρά από χώρες που διέθεταν τεράστια πλεονάσματα και δάνειζαν τον υπόλοιπο κόσμο. Αυτή ήταν μια σταθερή σχέση για πάνω από 12 χρόνια και λειτουργούσε αρκετά καλά. Επέτρεπε στους Αμερικανούς να καταναλώνουν πέραν των δυνατοτήτων τους για τουλάχιστον μια δεκαετία. Το ίδιο όμως συνέβαινε και με τους Ισπανούς, τους Ιρλανδούς, τους Ελληνες και πολλούς άλλους λαούς. Η σχέση αυτή επέτρεπε στους Κινέζους, τους Ιάπωνες και τους Γερμανούς και σε άλλες χώρες με μεγάλα πλεονάσματα να ακολουθούν μια οικονομική πολιτική βασισμένη στις εξαγωγές που ήταν ιδιαίτερα κατάλληλη για τις δικές τους αναπτυξιακές και οικονομικές ανάγκες. Είναι όμως ξεκάθαρο τώρα ότι αυτή η σχέση πρέπει να αναθεωρηθεί και πως δεν θα συνεχίσουμε να έχουμε τεράστια πλεονάσματα από την μια μεριά και τεράστια ελλείμματα από την άλλη. Η Ευρώπη ήδη έχει περάσει σε μια πολιτική αυστηρής λιτότητας με στόχο τον περιορισμό των ελλειμμάτων. Οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να έχουν ελλείμματα, τα οποία προβλέπω πως θα συνεχίσουν να αυξάνονται για κάποιο χρονικό διάστημα, αλλά σε λίγα χρόνια από τώρα θα συμβεί και εκεί ό,τι συμβαίνει σήμερα στην Ευρώπη - οι ΗΠΑ, δηλαδή, θα μπουν σε μια επώδυνη διαδικασία δημοσιονομικής προσαρμογής και το τεράστιο χρέος που έχει συσσωρευτεί θα μετατραπεί σε έναν τρομερό εθνικό βραχνά.
Ενα από τα κύρια ερωτήματα είναι πώς διαχειρίζεται ο κόσμος αυτές τις παγκόσμιες δυσαναλογίες, καθώς αυτές θα μειώνονται και ίσως ακόμα και να αντιστραφούν! Τι συνέπειες θα έχει αυτή η εξέλιξη για το διεθνές εμπόριο και τις διεθνές χρηματαγορές; Τις εγχώριες οικονομίες και την πολιτική;
Οι δημοσιονομικές προσαρμογές δεν θα είναι εύκολη υπόθεση, όπως το ξέρουν ήδη πολύ καλά αυτό οι λαοί χωρών όπως της Ελλάδας, της Ιρλανδίας και της Ισπανίας. Θα προκύψουν μεγάλα προβλήματα και οι αντιδράσεις θα είναι σημαντικές και αμφιλεγόμενες. Οι εγχώριες συγκρούσεις θα είναι σίγουρα μια από τις επιπτώσεις της προσαρμογής πολλών χωρών στη νέα πραγματικότητα.
Αντιλαμβάνομαι από αυτά που λέτε, όμως, ότι οι εξελίξεις αυτές δεν αφορούν μόνο τις χώρες που καταγράφουν σήμερα μεγάλα ελλείμματα.
Ναι, δεν συμπεριλαμβάνονται μόνο οι χώρες με ελλείμματα. Οι χώρες με πλεονάσματα θα βιώσουν επίσης κάποιες σημαντικές αλλαγές. Η Κίνα, για 30 χρόνια τώρα, έχει στηρίξει όλη τη στρατηγική της ανάπτυξη στην παραγωγή μεταποιητικών προϊόντων για εξαγωγή. Και αυτή ήταν μια οικονομική πολιτική που απέφερε πολλούς καρπούς. Αλλά εγώ θεωρώ ότι η Κίνα δεν θα μπορεί να βασιστεί, στο μεσοπρόθεσμο μέλλον, πάνω στην ίδια οικονομική πολιτική ανάπτυξης, διότι κάποιες χώρες δεν θα ενδιαφέρονται να εισάγουν τα αγαθά που παράγει, στις ίδιες μεγάλες ποσότητες που έκαναν έως τώρα. ΟΙ ΗΠΑ, για παράδειγμα, θα προσπαθήσουν να μπουν ξανά δυναμικά στο παιχνίδι των εξαγωγών.
Τι συνέπειες μπορεί να έχει αυτό για την Κίνα στο εσωτερικό της χώρας;
Νομίζω πως έως το τέλος της δεκαετίας θα δούμε σημαντικές οικονομικές μετατοπίσεις. Και, όπως όλοι γνωρίζουμε, αυτές συνοδεύονται συχνά από μεγάλες κοινωνικές και πολιτικές μετατοπίσεις. Ολη αυτή η διαδικασία δεν υποδηλώνει ποτέ μια εύκολη και ομαλή εξέλιξη.
Εχει αλλάξει ο κόσμος αντίληψη για την παγκοσμιοποίηση;
Πριν από δεκαπέντε χρόνια η παγκοσμιοποίηση αντιμετωπιζόταν ως μια πολύ θετική εξέλιξη. Επικρατούσε μια ευφορία για ένα λαμπρό μέλλον. Ολο αυτό έχει πλέον αλλάξει. Σήμερα δεν ακούς σχεδόν ποτέ τη λέξη «παγκοσμιοποίηση» παρά μόνο σαν βρισιά! Η παγκοσμιοποίηση είναι συνδεδεμένη, από τη μια μεριά, με έναν άνισο ανταγωνισμό μεταξύ ανειδίκευτων και μισο-ειδικευμένων εργατών από τις ανεπτυγμένες χώρες (κυρίως από τις ΗΠΑ) με πάμφθηνα αμειβόμενους εργάτες στην Κίνα και την Ινδία, και, από την άλλη, με την συμπίεση των μισθών προς τα κάτω. Η παγκοσμιοποίηση πλέον έχει συνδεθεί με το αυξανόμενο χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών.
Βλέπετε να αναδύεται ένα νέο οικονομικό μοντέλο έπειτα από αυτή την κρίση;
Οι πλέον πιθανές αλλαγές που μπορεί να προκύψουν παραμένουν στη σφαίρα των χρηματοοικονομικών ρυθμίσεων. Τα τελευταία 25 χρόνια, το εκκρεμές της οικονομικής πολιτικής είχε ταλαντευθεί πάρα πολύ έντονα προς την κατεύθυνση της αυτορύθμισης της οικονομίας -ή μάλλον δεν υπήρχε καθόλου ρύθμιση. Αλλά δεν θα είναι εύκολη υπόθεση, όπως μαρτυρούν οι μέχρι τώρα εξελίξεις, να κινηθούμε προς την κατεύθυνση μιας πιο αυστηρής ρύθμισης των χρηματοπιστωτικών οργανισμών και των χρηματοπιστωτικών αγορών, παρά το γεγονός ότι, γενικότερα, η κρίση έχει μάλλον μειώσει την επιρροή των υπέρμαχων της «ελεύθερης αγοράς». Ενα μεγάλο πρόβλημα είναι ότι, ενώ υπάρχει ανανεωμένο ενδιαφέρον για πολιτικές που βασίζονται πάνω στην κρατική συμμετοχή στην οικονομία, οι κυβερνήσεις των περισσότερων χωρών είναι εγκλωβισμένες εξαιτίας των αβέβαιων δημοσιονομικών όρων πάνω στους οποίους λειτουργούν. Αυτό δεν συμβαίνει σήμερα και στην Ελλάδα; Θέλω με αυτό να πω το εξής: είναι ένα πράγμα να υπογραμμίζει η θεωρία ότι η σημερινή κρίση καταδεικνύει την ανάγκη να αυξηθούν οι κρατικές δαπάνες για την κοινωνική πολιτική, αλλά κάτι τελείως διαφορετικό η πράξη και οι τρόποι ενεργοποίησης των πόρων ώστε να επεκταθεί ο ρόλος της κυβέρνησης στην οικονομία. Φοβάμαι ότι ανεξάρτητα από το πόσο δημοφιλής ή αναγκαία μπορεί να είναι μια ουσιαστική αλλαγή στην οικονομική πολιτική, θεωρώ πως πολιτικά και οικονομικά δεν είναι πολύ εφικτό να γίνει κάτι τέτοιο. Μάλλον είμαι απαισιόδοξος για την εμφάνιση ενός νέου οικονομικού μοντέλου στο άμεσο μέλλον".