Δευτέρα 25 Οκτωβρίου 2010

Ομόλογα και CDS

Οπως διαβάζουμε στο "Βήμα":

"Μακρύς ο δρόμος για την αποφυγή της πτώχευσης
Στα 80 δισ. δολάρια τα στοιχήματα με τα ασφαλιστήρια συμβόλαια επί του ελληνικού χρέους έναντι του κινδύνου χρεοκοπίας- Η μείωση της κατανάλωσης αναδεικνύεται σε «αγκάθι» του προγράμματος λιτότητας

Τάσος Μαντικίδης

Αν και το κλίμα απέναντι στο «ελληνικό πρόβλημα» έχει σαφώς βελτιωθεί, καθώς η προοπτική επιμήκυνσης της περιόδου αποπληρωμής των δανείων προς την ΕΕ και το ΔΝΤ περιορίζει το λεγόμενο «ρίσκο χώρας», μεγάλο μέρος της αγοράς παραμένει ακόμη επιφυλακτικό και θεωρεί ότι ο δρόμος που έχει να διανύσει η Ελλάδα είναι ακόμη μακρύς.

Την ώρα ωστόσο που τα ασφαλιστήρια συμβόλαια (Credit Default Swaps- CDS) επί των ελληνικών ομολόγων έναντι του κινδύνου χρεοκοπίας της χώρας ανέρχονται συνολικά στο ανησυχητικό ύψος των 80 δισ. δολαρίων, για πρώτη φορά εφέτος το κόστος ασφάλισης των ετήσιων ελληνικών ομολόγων έγινε την περασμένη εβδομάδα φθηνότερο από την κάλυψη για περισσότερο χρόνο. Η εξέλιξη αυτή για τους αναλυτές σημαίνει ότι έχουμε μπροστά μας μια ουσιαστική ένδειξη μείωσης του επενδυτικού ρίσκου στη χώρα μας.

Στις αγορές σήμερα το όποιο ενδιαφέρον για ελληνικά ομόλογα περιορίζεται στις βραχυπρόθεσμες ελληνικές εκδόσεις, καθώς θεωρείται ότι η στήριξη του ΔΝΤ και της ΕΕ καθιστούν την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους στα επόμενα δύο χρόνια απίθανη στα 30ετή ομόλογα, οι τιμές των οποίων ενσωματώνουν ακόμη και ένα «κούρεμα» των τιμών, αλλά και στα τιμαριθμοποιημένα ομόλογα, δηλαδή αυτά που είναι συνδεδεμένα με τον πληθωρισμό (Μorgan Stanley), καθώς έχουν μείνει πίσω κατά το πρόσφατο ράλι. Αντίθετα, τα δεκαετή και πενταετή ελληνικά ομόλογα αγοράζονται μάλλον... μόνο από την ΕΚΤ.

Με βάση πάντως το χρονοδιάγραμμα που έδωσε σε ξένους θεσμικούς ο επικεφαλής του Οργανισμού Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους κ. Π. Χριστοδούλου , η χώρα μας θα προχωρήσει στην έκδοση βραχυπρόθεσμου χρέους 17 δισ. ευρώ το 2011 και 18 δισ. ευρώ το 2012, χρονιά κατά την οποία θα επιχειρηθεί και η έκδοση για πρώτη φορά μετά την κρίση και μακροπρόθεσμου χρέους 25,1 δισ. ευρώ (εκ των οποίων τα 11,3 δισ. ευρώ στο πρώτο τρίμηνο).

Διαχειριστές κεφαλαίων σημειώνουν πάντως ότι καθώς σήμερα «έχουμε μεταφορά του χρέους από τον ιδιωτικό τομέα προς τον δημόσιο», ίσως θα πρέπει η χώρα μας να εντείνει τις προσπάθειές της ώστε να φτιάξει τα του οίκου της, καθώς μπορεί σήμερα να αποτελεί μέρος του συστημικού ρίσκου, μακροπρόθεσμα ωστόσο οι συσχετισμοί μπορεί να μην την ευνοήσουν, έστω και αν οι υπερεθνικοί οργανισμοί που ενεπλάκησαν στη διάσωση της χώρας μας αντιλαμβάνονται ότι έχουν συνδέσει την αξιοπιστία τους με την επιτυχία του ελληνικού εγχειρήματος. Θεωρούν εξάλλου ότι ούτε η έξοδος των ελληνικών τραπεζών προς τη διατραπεζική αγορά είναι επαρκής, έστω και αν οι μεγάλες τράπεζες θα αντλήσουν τελικά κάποια μικρά κεφάλαια, ούτε φυσικά και η έκδοση του ελληνικού χρέους θα μπορέσει να κινηθεί σε ικανοποιητικά επίπεδα αν προηγουμένως δεν αρχίσει να προεξοφλείται ότι η χώρα είναι πλέον σε θέση να αποπληρώσει μόνη της τα χρέη της. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις αποτελούν το «κλειδί» ώστε η ελληνική οικονομία να επιτύχει από το 2012 και ύστερα ένα πρωτογενές πλεόνασμα ικανό να βελτιώσει τη σχέση χρέους προς ΑΕΠ ταχύτερα από τις προσδοκίες των αγορών, εκτιμά ο οικονομολόγος Μark Wall της Deutsche Βank. Ο Νick Κojucharov της Goldman Sachs εκτιμά ότι η χώρα θα δυσκολεύεται ολοένα περισσότερο να επιτύχει τους στόχους της για το έλλειμμα χωρίς να προχωρήσει σε περαιτέρω επώδυνες μειώσεις δαπανών, καθώς σε ένα περιβάλλον μείωσης των εισο δημάτων και της κατανάλωσης των νοικοκυριών τα έσοδα κυμαίνονται σε επίπεδα χαμηλότερα των στόχων. Με την ύφεση να διαρκεί τουλάχιστον για όλο το 2011, το πρόβλημα των κατώτερων των εκτιμήσεων εσόδων εκτιμάται ότι θα συνεχίζει να βαραίνει κατά τις αρχές του 2012, οπότε προγραμματίζεται και η επιστροφή της στις αγορές ομολόγων. Το πιθανότερο σενάριο για την Ελλάδα θεωρεί την παράταση της περιόδου αποπληρωμής των δανείων προς το ΔΝΤ και την ΕΕ, αν και η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους δεν έχει αποκλειστεί, έστω και αν δεν αποτελεί το κεντρικό της σενάριο. Η μείωση της κατανάλωσης αναδεικνύεται σε «αγκάθι» του προγράμματος λιτότητας. Για μια οικονομία όπου σχεδόν το 75% του ΑΕΠ κινείται από την ιδιωτική κατανάλωση, τέτοια συγκεντρωμένη κατάρρευση της καταναλωτικής ζήτησης δεν προϊδεάζει θετικά για τη μελλοντική ανάπτυξη, αναφέρει, ενώ προβλέπει αύξηση της ανεργίας στο 15% ως το τέλος του 2011 και συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 3,8% εφέτος και κατά 2,4% τον επόμενο χρόνο.

Για την οικονομολόγο Christel Αranda-Ηassel της Credit Suisse οι δανειακές ανάγκες της χώρας μας θα κυμανθούν γύρω στα 55 δισ. ευρώ τόσο για το 2011 όσο και για το 2012, αλλά μεγαλύτερη σημασία έχει η αποπληρωμή των δανείων προς το ΔΝΤ και την ΕΕ, η οποία θα επιβαρύνει τις δανειακές ανάγκες του 2013 και του 2014. Σε αυτό το πλαίσιο, επειδή τα δύο αυτά έτη θα πρέπει να αναχρηματοδοτηθούν ουσιαστικά τα δύο τρίτα του ελληνικού χρέους, η συζήτηση περί επιμήκυνσης της περιόδου αποπληρωμής δεν προκαλεί καμία εντύπωση, καθώς θα ήταν παράλογο αν συνέβαινε ακριβώς το αντίθετο.

Οι συνθήκες στις αγορές έχουν βελτιωθεί, αλλά οι ανησυχίες είναι ακόμη εδώ, ανέφερε και η Giada Giani, οικονομολόγος της Citigroup. Σύμφωνα εξάλλου με τους υπολογισμούς της τράπεζας, ακόμη και με την πλήρη εφαρμογή του πακέτου λιτότητας, οι πληρωμές τόκων της χώρας μας θα αυξηθούν στο 8% του ΑΕΠ το 2013, ενώ οι ανάγκες αναχρηματοδότησης του χρέους θα παραμείνουν τεράστιες. Η Γερμανία θα συμφωνήσει τελικά στην επιμήκυνση της περιόδου αποπληρωμής, παρ΄ ότι αυτή τη στιγμή αντιδρά «για να διατηρεί τις πιέσεις προς τη δημοσιονομική προσαρμογή σε υψηλά επίπεδα», ενώ για να αποφευχθεί η αναδιάρθρωση του χρέους ενδέχεται να χρειαστεί ακόμη και η αύξηση των δανείων από τα προβλεπόμενα επίπεδα των 110 δισ. ευρώ.

Από την πλευρά τους οι Steven Μajor, CFΑ, και Leandro Galli της ομάδας σταθερού εισοδήματος της ΗSΒC Βank plc σημειώνουν ότι η ευρωζώνη μπορεί να έχει ένα νόμισμα, χωρίζεται ωστόσο σε τρεις βαθμίδες: στην πρώτη έχουμε τις Γερμανία, Ολλανδία, Γαλλία και Αυστρία, στη δεύτερη το Βέλγιο, την Ιταλία και την Ισπανία, ενώ στην τρίτη τις Πορτογαλία, Ιρλανδία και Ελλάδα. Οπως εκτίμησαν βάσει ειδικής μελέτης, οι χώρες που βρίσκονται στην τρίτη βαθμίδα διαθέτουν σήμερα περιορισμένη ή καθόλου πρόσβαση στις ανοιχτές αγορές, ενώ τα ομόλογά τους εξακολουθούν σε αυτή τη φάση να είναι μη ελκυστικά.