Τρίτη 16 Νοεμβρίου 2010

Περί φόρων και ανάπτυξης

Γράφει, σε άρθρο του στο "Κέρδος" ο κ. Κων. Σαλονικιώτης (ελεγκτής ΠΕΚ Αθηνών):

"Φόροι και ανάπτυξη

Οι φόροι μεταφέρουν αγοραστική δύναμη από την ιδιωτική οικονομία στη δημόσια οικονομία, η οποία καλύπτει τις οικονομικές λειτουργίες του κράτους, και διακρίνονται σε άμεσους και έμμεσους φόρους.

Οι άμεσοι φόροι φορολογούν το εισόδημα, ενώ οι έμμεσοι την κατανάλωση. Οι άμεσοι φόροι (φόρος εισοδήματος, κληρονομιών, γονικών παροχών) συνήθως είναι προοδευτικοί και φορολογούνται με κλιμακωτή κλίμακα.

Οι έμμεσοι φόροι είναι αναλογικοί και φορολογούνται με ενιαίο συντελεστή. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι οι άμεσοι φόροι είναι προσαρμοσμένοι στη φοροδοτική ικανότητα και τη συνταγματική επιταγή, είναι κοινωνικά πιο δίκαιοι και συμβάλλουν στην αναδιανομή του εθνικού εισοδήματος.

Παρ' όλα αυτά όμως οι άμεσοι φόροι είναι λιγότερο ανεκτοί από τους φορολογουμένους, αφού συνεπάγονται μεγάλη οικονομική επιβάρυνση για τα συγκεκριμένα πρόσωπα, που καλούνται να τους καταβάλλουν και δεν έχουμε συγκαλυμμένη φορολόγηση, όπως στους εμμέσους φόρους που ενσωματώνονται στην τιμή και είναι μικρής αξίας ανά συναλλαγή.

Επιπλέον, οι άμεσοι φόροι απαιτούν μεγάλα έξοδα βεβαίωσης και είσπραξης (έξοδα ελέγχου λογιστικών βιβλίων, προσφυγές κ.λπ.).

Οι έμμεσοι φόροι είναι περισσότερο κοινωνικά άδικοι, αφού ως φόροι κατανάλωσης έχουν ενιαίο συντελεστή και όσο μεγαλύτερο είναι το εισόδημα τόσο μικρότερο είναι το ποσοστό του εισοδήματος που δαπανάται και κατά συνέπεια φορολογείται.

Οι υποστηρικτές των έμμεσων φόρων ισχυρίζονται ότι οι άμεσοι φόροι επιδρούν αρνητικά στην οικονομική δραστηριότητα, ενώ οι έμμεσοι φόροι πλήττουν την κατανάλωση και αυξάνουν την αποταμίευση.

Τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα με την επιβολή έμμεσων φόρων και μείωση των άμεσων φόρων αυξάνουν την αποταμίευση, δημιουργούν κοινωνικό πλεόνασμα και στη συνέχεια επένδυση και ανάπτυξη.

Θεωρία που δυστυχώς δεν επαληθεύτηκε τα τελευταία χρόνια με τη μείωση των φορολογικών συντελεστών στις επιχειρήσεις και τους φόρους περιουσίας (κληρονομιών, γονικών παροχών, δωρεών), εφόσον η ανάπτυξη που επιτεύχθηκε τα προηγούμενα χρόνια κατά κύριο λόγω οφειλόταν στην αύξηση του δημόσιου δανεισμού.

Σήμερα, σε περίοδο ύφεσης, εφόσον δεν υπήρχε η πίεση των δημοσίων δανειστών, έπρεπε να ασκείται επεκτατική πολιτική του δημόσιου τομέα με μείωση των φορολογικών συντελεστών και τόνωση της ζήτησης.

Αντιθέτως, σήμερα, σε περίοδο ύφεσης ασκείται περιοριστική πολιτική με αύξηση των φόρων, μείωση μισθών και συντάξεων, η οποία πιθανόν να περιορίσει περαιτέρω την οικονομική δραστηριότητα με περαιτέρω πτώση των φορολογικών εσόδων, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο.

Με αυτά τα δεδομένα η μόνη λύση στο οικονομικό αδιέξοδο φαίνεται η προσέλκυση ξένων επενδύσεων ή και η παροχή κινήτρων στους εγχώριους επενδυτές που θα καταβάλλουν το πλεόνασμα που απαιτείται για οικονομική ανάπτυξη".