Πέμπτη 4 Νοεμβρίου 2010

Κατεστημένη άγνοια

Γράφει, στα "Νέα'", ο κ. Ρούσος Βρανάς:

" Ο βρετανός πρωθυπουργός ανακοίνωσε ένα εξοντωτικό πρόγραµµα περικοπών 40% στα βρετανικά πανεπιστήµια, που θα πλήξει τις τέχνες και τις ανθρωπιστικές επιστήµες, αφού οι θετικές επιστήµες κρίνονται χρησιµότερες για τις µπίζνες απ’ όσο η γνώση του έργου ενός Εµπεδοκλή ή ενός Ηράκλειτου. Ο πόλεµος κατά των τεχνών και των ανθρωπιστικών επιστηµών δεν είναι κάτι καινούργιο.

Ο Ρόναλντ Ρίγκαν είχε πρωτοστατήσει σε αυτόν τον πόλεµο στη δεκαετία του 1980, µε µια εκστρατεία προπαγάνδας που είχε δαιµονοποιήσει το Εθνικό Κληροδότηµα Τεχνών. Και έκτοτε, οι ρεπουµπλικανικές κυβερνήσεις έκοβαν συστηµατικά τις πιστώσεις (ο πρώην δήµαρχος της Νέας Υόρκης Τζουλιάνι είχε κάνει πολιτική καριέρα µε επιθέσεις εναντίον των τεχνών). «Αυτή η επίθεση ήταν ένα γιγάντιο βήµα για τη δηµιουργία του υποτακτικού και του αποβλακωµένου πολίτη», γράφει η συγγραφέας Ναόµι Γουλφ στο «Πρότζεκτ Σίντικεϊτ». «Και οδήγησε στην εµφάνιση ενός αδαούς και παθητικού πληθυσµού, και µιας κυβέρνησης που υπηρετούσε τις ορέξεις των επιχειρηµατικών συµφερόντων». Η περίπτωση του Κάµερον δεν είναι µοναδική. Παρόµοιες επιθέσεις έχουν εξαπολύσει και οι κυβερνήσεις πολλών άλλων χωρών µε στόχο εκείνη ακριβώς την παιδεία που θα µπορούσε να οδηγήσει σε µια ανοιχτή κοινωνία και σε έναν ανυπότακτο πληθυσµό, το ίδιο ανυπότακτο όσο και εκείνοι οι πρώτοι σοφοί της Ευρώπης.

Οι χώρες αυτές κινδυνεύουν να γίνουν αύριο χώρες µε βουλευτές που δεν θα ξέρουν γιατί έγινε ο Α’ Παγκόσµιος Πόλεµος ή τι ήταν ο Διαφωτισµός, µε δηµοσιογράφους που δεν θα µπορούν να γράφουν σωστά, µε δικηγόρους και δικαστές που δεν θα καταφέρνουν να ξεδιαλύνουν τις υποθέσεις τους χωρίς τις βασικές αρχές, µε διπλωµάτες που δεν θα αντιλαµβάνονται τον πολιτισµό των χωρών στις οποίες θα είναι διαπιστευµένοι.

Το γεγονός ότι ο ίδιος ο Κάµερον έχει πλούσια κλασική παιδεία (σπούδασε Φιλοσοφία και Πολιτικές και Οικονοµικές Επιστήµες στην Οξφόρδη, αφού φοίτησε προηγουµένως στο Ιτον, στο κάστρο των κλασικών σπουδών) κάνει την υπόθεση των περικοπών στα πανεπιστήµια ακόµη πιο σκανδαλώδη. Θα ζήσουµε άραγε κάποτε σε µία εποχή όπου η σπουδή των κλασικών κειµένων θα είναι περιορισµένη σε ένα ιερατείο όπως στον Μεσαίωνα, µακριά από τα χέρια του βέβηλου πλήθους που πρέπει να παραµένει αδαές; Ή µήπως θα τρέχουµε να τα σώνουµε από τις φωτιές που θα ανάβουν οι φανατικοί των επιστηµών της αγοράς;"



Το θέμα, όμως, δεν εξαντλείται σε αυτά που αναφέρονται στο άρθρο. Προκειμένου να υπάρξει η εγκαθίδρυση των διαστρεβλωμένων εννοιών ως κυρίαρχων (και μόνων "αντικειμενικά εφικτών"), θα πρέπει να έχει προηγηθεί η συστηματική αποθεμελίωση (δια της παραχάραξης, της διαστρέβλωσης, του εκλεκτικισμού, της ανιστορικότητας, της αποσπασματικότητας, της σοφιστείας και της απόκρυψης) των ίδιων των βασικών αρχών και ιδεών. Τούτο γίνεται ιδιαίτερα εμφανές σήμερα στην Οικονομική επιστήμη.

Για παράδειγμα, διαβάζω στους New York Times τα σχόλια των αναγνωστών του άρθρου του Krugman που είχαμε αναρτήσει πρόσφατα σε αυτό το blog ("Φωνή βοώντος εν τη ερήμω"): οι περισσότεροι σχολιαστές διαφωνούν κάθετα με την συμπερασματολογία του Krugman διότι η εμπειρία που έχουν από τον τρόπο λειτουργίας της "πραγματικής, καθημερινής οικονομίας" (π.χ., από τον τρόπο λειτουργίας μιας επιχείρησης) κελεύει τα ακριβώς αντίθετα από όσα λέει ο Krugman. Στην γνώση της οικονομικής των περισσότερων σχολιαστών, μια επιχείρηση θα πρέπει να αντισταθμίζει το σύνολο του κόστους της με τα έσοδα από τις πωλήσεις. Γιατί μια κυβέρνηση να αυξάνει τα έξοδά της, και μάλιστα με δανεισμό; Το να αποφασίσει μια επιχείρηση αύξηση των εξόδων (χωρίς αντίστοιχη ποσοτικά και χρονικά αύξηση των εσόδων από πωλήσεις) σημαίνει ότι θα "γράψει" έλλειμμα (ζημίες), ήτοι: καταστροφή. Αρα, αφού έτσι λειτουργεί μια επιχείρηση, έτσι θα πρέπει να λειτουργεί και ένα κράτος (μια κυβέρνηση). Και έτσι θα πρέπει να λειτουργεί και η συνολική οικονομία: το εισόδημα είναι το άθροισμα κατανάλωσης και αποταμίευσης. Η αποταμίευση ισούται πάντα με την επένδυση. Εαν θέλουμε αύξηση της επένδυσης, θα πρέπει να έχουμε αυξημένη αποταμίευση. Η αποταμίευση του ενός είναι η επένδυση του άλλου. Η συνολική ζήτηση παραμένει ίδια και δεν υπάρχει κανένας λόγος αυξημένων κυβερνητικών δαπανών. Κανένας λόγος δανεισμού. Για την ακρίβεια, εφ΄όσον η ζήτηση παραμένει αμετάβλητη, οι αυξημένες κυβερνητικές δαπάνες αντιστοιχούν σε μείωση των ιδιωτικών επενδύσεων. Και επειδή ακριβώς ο αυξημένος δανεισμός για την επιχείρηση θα πρέπει να σημαίνει αυξημένο κύκλο εργασιών (αλλιώς θα "κλείσει"), έτσι και οι αυξημένες κυβερνητικές δαπάνες θα επιφέρουν αυξημένους φόρους. Πράγμα καταστροφικό για τους ιδιώτες, οι οποίοι εν τέλει αποτελούν και την οικονομία. Αρα, καλύτερα να μειώσουμε τις κυβερνητικές δαπάνες, ούτως ώστε να "αφήσουμε" την οικονομία να ανασάνει. Ας λειτουργήσουμε επιτέλους όπως ο κάθε ένας καλός μαγαζάτορας. Αρα, αυτό θα έπρεπε να λέει και η θεωρία. Αρα, έτσι θα πρέπει να γράφεται η Οικονομική επιστήμη. Τα υπόλοιπα είναι άχρηστη και καταστροφική θεωρία. Αρα, για πέταμα. That's that και όπερ έδει δείξαι. Q.E.D.

Προκειμένου να επικρατήσουν αυτές οι απόψεις στην Οικονομική επιστήμη, χρειάσθηκε ιδιαίτερη προσπάθεια και μάλιστα επί μακρόν: πρώτα απ' όλα χρειάσθηκε η αποσάθρωση της οικονομικής ως Σύστημα, η αποδόμηση της διαδρομής των οικονομικών εννοιών, η αντικατάσταση της κατεκτημένης γνώσης με αποσπάσματα θεωριών. Προκειμένου να επικρατήσουν οι εν λόγω θεωρήσεις ως "θέσφατα", ήταν απαραίτητη η ακαδημαϊκή διδασκαλία της Οικονομικής ως μετάδοση αποσπασματικών θεωριών (χωρίς ουσιαστική σύνδεση μεταξύ τους, εν είδει εξισώσεων), η εξαγωγή συμπερασμάτων βάσει προκατασκευασμένων θεωρημάτων (με πλειάδα παραδοχών -assumptions- για την ισχύ των οποίων δεν ερωτά κανείς) και στην συνέχεια η προβολή της συμπερασματολογίας ως της μόνης αποτελεσματικής έναντι της "πραγματικότητας". Κι αν "κάτι" στην ίδια την πραγματικότητα δεν συμφωνεί με την συμπερασματολογία αυτής της σύγχρονης Οικονομικής (αντι)επιστήμης, τότε τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα.

Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι ο σημερινός σκοταδισμός που αντιμετωπίζουμε στην Οικονομική. Και αποτέλεσμα του σκοταδισμού είναι η χρήση της Οικονομικής επιστήμης ως άλλοθι λήψης των αποφάσεων που βλέπουμε (σε παγκόσμια κλίμακα).

Η απάντηση δεν είναι άλλη από την βαθειά μελέτη και κατανόηση της Μακροοικονομικής θεωρίας. Αυτή, άλλωστε, είναι που θα μας επιτρέψει την αριστεία στον επικείμενο διαγωνισμό. Επειδή η διατύπωση των αρχών της απαιτεί συνολική θεώρηση, διασύνδεση των συνισταμένων και τεκμηρίωση των προτάσεών μας.


Διαβάζω την απάντηση του Krugman στους σχολιαστές του προαναφερόμενου άρθρου του, την οποία αφήνω αμετάφραστη:

"Macroeconomics Is Hard

I’m getting some fairly hysterical reactions to today’s column, many of them along the lines of “You’re an idiot — I know what it’s like out there in the real world of business” etc..

The thing is, no amount of experience meeting a payroll helps you understand issues that are critically affected by the way things add up at a macro level. Businesses are open systems; the world economy is a closed system, with feedback effects that are crucial but play no role in ordinary business experience. In particular, an individual businessman, no matter how brilliant, never has to worry about the fact that total income equals total spending, so that if some people spend less, either someone else must spend more, or aggregate income must fall.

This is why we have a field called macroeconomics. Unfortunately, the hard-won insights of macroeconomics are being rejected right now in favor of visceral feelings. And we’ll all pay the price".


Ο Keynes έγραφε στην "Γενική Θεωρία" του:

"Το συμπέρασμα ότι το κόστος του προϊόντος καλύπτεται πάντοτε, στην ολότητά του, από τα έσοδα των πωλήσεων που προκύπτουν από την ζήτηση, φαίνεται πολύ λογικό, επειδή απλώς είναι δύσκολο να το διακρίνουμε από κάποια άλλη, παρόμοια πρόταση, η οποία είναι αδιαμφισβήτητη, δηλαδή ότι η αξία του εισοδήματος που παράγεται αθροιστικά από όλα τα μέλη μιας κοινωνίας που συμμετέχουν σε μια παραγωγική διαδικασία είναι, κατ' ανάγκη, ακριβώς ίση με την αξία της παραγωγής".

Αυτά γράφτηκαν 74 χρόνια πριν.
Οσο για σήμερα, πρόγνωση καιρού: σκοτάδι.