Τετάρτη 21 Ιουλίου 2010

Αν και φαίνεται ότι η πλάστιγγα γέρνει προς το ένα μέρος, τίποτε δεν έχει κριθεί

Γράφει στην στήλη του "Δρόμοι" στα "Νέα" ο εξαίρετος αρθρογράφος κ. Ρούσσος Βρανάς:

"Σαν μια μονομαχία ανάµεσα σε δύο µεγάλους θεωρητικούς του καπιταλισµού µοιάζουν οι προσπάθειες που καταβάλλουν οι κυβερνήσεις για να ξεκολλήσουν τις χώρες τους από την ύφεση. Ακόµη και οι πιο πρακτικοί ηγέτες, που νοµίζουν ότι έχουν ανεξάρτητη σκέψη, είναι συνήθως υπόδουλοι κάποιου εκλιπόντος οικονοµολόγου, έγραφε ο Τζον Μέιναρντ Κέινς στο κλασικό έργο του «Γενική θεωρία της απασχόλησης, του τόκου και του χρήµατος».

Ο Κέινς...
... πίστευε πως σε καιρούς ύφεσης, όταν οι τράπεζες δεν δανείζουν, οι επιχειρηµατίες δεν επενδύουν και οι καταναλωτές δεν αγοράζουν, το κράτος πρέπει να παρεµβαίνει και να δανείζει ή να τυπώνει χρήµα για να ξαναπάρει µπροστά η οικονοµία. Το πρόβληµα είναι πως οι πολιτικοί πάντα έµπαιναν στον πειρασµό να το κάνουν αυτό ακόµη και χωρίς ιδιαίτερο πρόβληµα ύφεσης (προκαλώντας µια τεχνητή ευηµερία τουλάχιστον µέχρι την επόµενη εκλογή τους, όπως σηµειώνει ο αρθρογράφος Μάρτιν Γουόκερ του Πρακτορείου Ηνωµένος Τύπος). Οι πρώτοι υπονοµευτές των θεωριών του Κέινς υπήρξαν αυτοί οι πολιτικοί. Στον αντίποδα του Κέινς βρέθηκε ένας άλλος µεγάλος οικονοµολόγος, ο Αυστριακός Φρίντριχ φον Χάγιεκ. Γλίτωσε από τον Χίτλερ, αλλά στο Σικάγο όπου κατέφυγε δεν «γλίτωσε» από τον Φρίντµαν. Οι δύο άνδρες έγιναν φίλοι και συνεργάτες και θεωρούνται σήµερα οι αρχιερείς του νεοφιλελευθερισµού. Το πιστεύω τους ήταν πως «τίποτα δεν είναι δωρεάν».

Ούτε η ιδέα του Κέινς: κάποτε πρέπει να πληρωθεί ο λογαριασµός των αυξηµένων ελλειµµάτων. Σε αυτό ακριβώς το σηµείο βρισκόµαστε σήµερα, πιστεύει ο Μάρτιν Γουόκερ. Αφού οι κυβερνήσεις ξόδεψαν τρισεκατοµµύρια για να σώσουν τους τραπεζίτες, σήµερα κοιτάζουν έντροµες το ύψος των χρεών τους και κόβουν τις δαπάνες, φοβούµενες ότι οι επενδυτές θα πάψουν να αγοράζουν τα οµόλογά τους. Ο Οµπάµα ακολουθεί τον Κέινς και οι Ευρωπαίοι τον Χάγιεκ.

Από την πλευρά του...
... καθένας έχει τα δικά του δίκια. Το πρόβληµα όµως είναι πως έχουν εµπλακεί σε έναν θανάσιµο εναγκαλισµό, πάνω από το βάραθρο µιας παρατεταµένης ύφεσης. Και πως σε αυτή τη µονοµαχία τους ήδη θρηνούµε πολλούς «αµάχους»: τους ίδιους εκείνους φορολογουµένους που, αφού κλήθηκαν να βάλουν το χέρι βαθιά στην τσέπη για να σώσουν τους τραπεζίτες, σήµερα καλούνται να ζήσουν µε ακόµη λιγότερα. Ο ιδεολογικός προπαγανδιστής του περιοδικού «Εκόνοµιστ» που υπογράφει ως «Καρλοµάγνος» απευθύνει ένα τέτοιο κάλεσµα: «Ας αποδεχθούµε πως η πρόοδος είναι µια αυταπάτη», γράφει. «Και ας αλλάξουµε συµπεριφορά. Ισως υπάρχει ακόµη καιρός για να αντιληφθούν οι Ευρωπαίοι πως πρέπει να συµβιβαστούν προκειµένου να εξασφαλιστεί η ανάπτυξη που απαιτείται για να περισώσουν ό,τι µπορούν από τον τρόπο ζωής τους».

Η πρόοδος...
... όµως είναι δύσκολο να γίνει αντιληπτή από όλους όπως τη θέλει ο «Καρλοµάγνος». Μπορεί ο νικητής της µονοµαχίας Κέινς-Χάγιεκ να µην είναι ακόµη γνωστός, αλλά οι οικονοµίες των χωρών είναι ήδη πεδία µάχης σπαρµένα µε τα πολυάριθµα θύµατά τους, που καλούνται να ζήσουν φτωχότερα για να ζήσει πλουσιότερα ένα σύστηµα που δεν είναι δικό τους.