" Πώς οι ελληνικές τράπεζες «έχασαν» 20 δισ. σε πέντε μήνες
Του Προκοπη Xατζηνικολαου
Στο αστρονομικό ποσό των 20 δισ. ευρώ έχουν φθάσει οι εκροές κεφαλαίων από τις ελληνικές τράπεζες προς άλλους χρηματοπιστωτικούς φορείς, ελληνικούς και ξένους, που ουσιαστικά έχουν ανοικτές διόδους προς ξένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Παρά την υπογραφή του Μνημονίου, οι εκροές κεφαλαίων συνεχίζονται και τον Ιούνιο με μικρότερους ωστόσο ρυθμούς.
Σύμφωνα με στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος, κατά το διάστημα Ιανουαρίου-Μαΐου 2010 έχει παρατηρηθεί μείωση των συνολικών καταθέσεων κατά 7,31%. Συγκεκριμένα οι καταθέσεις έχουν μειωθεί κατά 20,3 δισ. ευρώ και έχουν διαμορφωθεί στα 258,4 δισ. ευρώ (31-5-2010) από 278,8 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2009.
Οπως αναφέρεται από τη Διεύθυνση Εποπτείας του Πιστωτικού Συστήματος, η μείωση αυτή μπορεί να αποδοθεί:
- Στη μεγαλύτερη διακράτηση αποθεμάτων μετρητών εκτός τραπεζικού συστήματος (σύνηθες σε περιόδους κρίσης).
- Στη φυγή καταθέσεων σε τράπεζες του εξωτερικού και
- Στην αύξηση των καταθέσεων των θυγατρικών των υποκαταστημάτων των ελληνικών τραπεζών στο εξωτερικό. Σημειώνεται ότι η φυγή καταθέσεων σε τράπεζες του εξωτερικού εκτιμάται σε περίπου ένα τρίτο της συνολικής εκροής δηλαδή 6,8 δισ. ευρώ και αφορά και σε επιχειρηματικές συναλλαγές.
Η εκροή κεφαλαίων προς το εξωτερικό συνεχίστηκε και τον Ιούνιο με μικρότερους ωστόσο ρυθμούς. Η ΤτΕ αποδίδει τη μείωση της εκροής και στην υπογραφή του μνημονίου.
Η κυβέρνηση με στόχο την αναστροφή του κλίματος επιχείρησε με τον τελευταίο φορολογικό νόμο να επαναπατρίσει κεφάλαια που βρίσκονται τοποθετημένα στο εξωτερικό. Ωστόσο, τα λιγοστά κεφάλαια που φαίνεται να επαναπατρίζονται δεν είναι αυτά που έφυγαν πρόσφατα αλλά χρήματα που πιθανόν προέρχονται από περίεργες και μη σύννομες δραστηριότητες. Τα κεφάλαια αυτά έχουν κατευθυνθεί στο ασφαλέστερο επενδυτικό καταφύγιο, που δεν είναι άλλο από τα ακίνητα. Ο μη έλεγχος της προέλευσης των χρημάτων οδήγησε αρκετούς «έχοντες» συμπολίτες μας να επαναπατρίσουν κεφάλαια με το μεγαλύτερο τμήμα αυτών (αν όχι όλα) να κατευθύνεται σε αγορές ακινήτων. Πρόκειται για κεφάλαια τα οποία βρίσκονται χρόνια στο εξωτερικό και δεν έχουν καμία σχέση με τις εκροές σημαντικών ποσών που γίνονται από το 2009 μέχρι και σήμερα σε τράπεζες του εξωτερικού. Τα ποσά εκείνα μπορούν να επιστρέψουν ανά πάσα στιγμή στη χώρα, χωρίς να επιβληθεί πρόσθετη φορολογική επιβάρυνση.
Σύμφωνα με τη νομοθεσία όσοι αποφασίσουν να επαναπατρίσουν κεφάλαια θα γλιτώσουν τον έλεγχο προέλευσης ωστόσο θα πρέπει να καταβάλουν φόρο 5%".
Για το ίδιο θέμα διαβάζουμε στο "Βήμα":
"Επιβράδυνση στο κύμα φυγής καταθέσεων προς το εξωτερικό
Σημαντική επιβράδυνση παρουσίασε τον Μάιο ο ρυθμός μείωσης των καταθέσεων στις ελληνικές τράπεζες. Νοικοκυριά και επιχειρήσεις στο τέλος της υπό εξέταση περιόδου διατηρούσαν στο ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα κεφάλαια ύψους 219,72 δισ. ευρώ, ποσό μειωμένο σε μηνιαία βάση κατά 2,2 δισ. ευρώ ή 1%. Πρόκειται επί της ουσίας για την ανακοπή του κύματος φυγής καταθέσεων προς το εξωτερικό που εκδηλώθηκε το πρώτο τρίμηνο του έτους ως αποτέλεσμα της έντονης ανησυχίας για τη δυνατότητα του Ελληνικού Δημοσίου να καλύψει μέσω δανείων από τις διεθνείς αγορές την εξυπηρέτηση του χρέους του και τα ελλείμματά του. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε χθες στη δημοσιότητα η Τράπεζα της Ελλάδος, το πρώτο πεντάμηνο του 2010 το σύνολο των αποταμιεύσεων ιδιωτών, εταιρειών και ελεύθερων επαγγελματιών υποχώρησε κατά περίπου 18 δισ. ευρώ ή 7,6% σε σχέση με το τέλος της περυσινής χρονιάς.
Μετά την ενεργοποίηση του σχεδίου στήριξης από την ΕΕ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) και την εξασφάλιση από το κράτος των απαιτούμενων δανειακών πόρων για τα επόμενα τρία χρόνια επανήλθε η ηρεμία στα γκισέ, κάτι που αποτυπώνεται στα στοιχεία του Μαΐου. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την επέκταση του σκέλους των κρατικών εγγυήσεων για τη λήψη δανείων από την ΕΚΤ κατά 15 δισ. ευρώ, έχει εξομαλύνει την κατάσταση σε σχέση με τα επίπεδα ρευστότητας του συστήματος. Ουσιαστικά με την επιπλέον αυτή ενίσχυση αντισταθμίζονται οι απώλειες από καταθέσεις που έφυγαν στο εξωτερικό από την αρχή του χρόνου, σε μια περίοδο που οι ελληνικές τράπεζες δεν έχουν πρόσβαση στις αγορές χρήματος μετά τις τελευταίες υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας.
Εξάλλου θα πρέπει να σημειωθεί ότι μέρος της μείωσης των κεφαλαίων αποδίδεται στη χρησιμοποίηση των αποταμιεύσεων από επιχειρήσεις και νοικοκυριά για να καλύψουν υποχρεώσεις τους λόγω της πτώσης του τζίρου και των εισοδημάτων τους αντίστοιχα. Επιπλέον αξίζει να επισημανθεί ότι μέρος της ρευστότητας που «χάθηκε» παρέμεινε εντός του εγχώριου τραπεζικού συστήματος καθώς κατευθύνθηκε σε θυγατρικές των ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων".