- Η σύσταση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (International Monetary Fund -IMF), το οποίο ιδρύθηκε επισήμως στις 27 Δεκεμβρίου του 1945,
- Η σύσταση της Παγκόσμιας Τράπεζας για την Ανασυγκρότηση και την Ανάπτυξη ( International Bank for Reconstruction and Development - IBRD, η οποία αποτελεί πλέον μέρος της Παγκόσμιας Τράπεζας), η οποία επισήμως ιδρύθηκε επίσης στις 27/12/1945,
- Η Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου (General Agreement on Tariffs and Trade - GATT), που αποτελεί τον πρόδρομο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, η οποία επισήμως υπεγράφει τον Απρίλιο του 1947,
- Το σύστημα σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών (γνωστό και ως σύστημα Bretton-Woods).
Ιδιαίτερη, εκτενή αναφορά θα κάνουμε σε σχέση με το ζήτημα των σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών, τον προηγούμενο κανόνα του χρυσού, καθώς και την κατάρρευση του εν λόγω συστήματος ισοτιμιών το 1971. Απλά, να σημειώσουμε ότι η Ελλάδα προσχώρησε στο σύστημα Bretton-Woods τον Απρίλιο του 1953, μετά την υποτίμηση της δραχμής κατά 50% έναντι του δολαρίου ΗΠΑ (και το επόμενο έτος εισήχθη μια «νέα δραχμή», ισοδύναμη με 1000 παλαιές δραχμές).
Το τελικό κείμενο της διακύρηξης του Bretton-Woods
(με την επίσημη ονομασία αρχείου Final Act of the Bretton Woods Conference (22 July 1944), Departement of State (Ed.). United Nations Monetary and Financial Conference: Bretton Woods, Final act and related documents, New Hampshire, July 1 to July 22, 1944. Washington: United States Government Printing Office, 1944, pp. 11-27), μπορούμε να δούμε στο link: http://www.ena.lu/final_act_bretton_woods_conference_22_july_1944-2-12859.
Επίσης, αξίζει να σημειώσουμε στην Διάσκεψη του Bretton-Woods την Ελλάδα εκπροσώπησαν οι κ.κ. Κυριάκος Βαρβαρέσος (διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας και ειδικός πρέσβης-αντιπροσώπος της Ελληνικής κυβέρνησης επί θεμάτων Οικονομίας και Οικονομικών, ο οποίος ήταν και ο επικεφαλής της Ελληνικής αντιπροσωπίας), Αλέξανδρος Αργυρόπουλος (διευθυντής του Εμπορικού και Οικονομικού Τμήματος του υπουργείου Εξωτερικών) και Αθανάσιος Σμπαρούνης (γενικός διευθυντής του υπουργείου Οικονομικών).
Στην Ελληνική αποστολή συμμετείχαν ο κ. Αλέξανδρος Λοβέρδος ως τεχνικός σύμβουλος, η κ. Καίτη Κυριαζή (σύζυγος του κ. Αργυρόπουλου) ως γραμματέας και επίσης, ως τεχνικός εμπειρογνώμονας ήταν και ο μετέπειτα πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου (ο οποίος, εκείνη την εποχή ήταν βοηθός καθηγητή στο Harvard University).
Ο Κυριάκος Βαρβαρέσος (1884-1957) ήταν καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στη Νομική Αθηνών, υπήρξε για πολλά χρόνια υποδιοικητής και διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος. Μετά την απελευθέρωση έγινε ένα διάστημα αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Βούλγαρη και υπουργός, αλλά απέτυχε στην εφαρμογή του οικονομικού προγράμματός του. Κλασική θεωρείται η έκθεσή του για την ελληνική οικονομία (1952). Εως τον θάνατό του υπήρξε σύμβουλος της Παγκόσμιας Τράπεζας στην Ουάσιγκτον. Ο Κ. Βαρβαρέσος, τόσο με την ιδιότητα του Υπουργού Οικονομικών (παραιτήθηκε τον Απρίλιο του 1944 όταν πρωθυπουργός αναλάμβανε ο Γ. Παπανδρέου), όσο και με την ιδιότητα του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας και του πρέσβη-αντιπροσώπου της ελληνικής κυβέρνησης στο εξωτερικό, πήρε ενεργό μέρος στην προετοιμασία της συμφωνίας μετέχοντας στις διεργασίες για τη σύνταξη του τελικού κειμένου, ενώ στη διάσκεψη ήταν ένας από τους κύριους εισηγητές.
Αν και η Ελλάδα ακόμη βρισκόταν υπό Κατοχή (τα Κατοχικά στρατεύματα έφυγαν από την Αθήνα στις 12 Οκτωβρίου του 1944) και ήταν ολοσχερώς κατεστραμένη, άρθρωνε λόγο για τις αρχές λειτουργίας του οργανισμού.
Οι αντιρρήσεις της ελληνικής αντιπροσωπείας στο Μπρέτον Γουντς είχαν σχέση με τις συναλλαγματικές ισοτιμίες, τα κρατικά αποθέματα και την ελληνική συμμετοχή στο αρχικό κεφάλαιο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Ο Βαρβαρέσος υπέβαλε δύο υπομνήματα «εις τα οποία εξέθετε τας ελληνικάς αντιρρήσεις. Το πρώτον υπόμνημα ησχολείτο με το σχέδιον καθ εαυτό και με την σημασίαν του διά την οργάνωσιν των διεθνών συναλλαγών και επέκρινε ιδιαιτέρως τας περί Scarce currency διατάξεις». Πρόκειται για άρθρο του σχεδίου, που πρόβλεπε διακρίσεις σε βάρος χωρών, που τα αποθεματικά τους δεν ήταν επαρκή (στην τελική συμφωνία θα απαλειφθεί).
Στο δεύτερο υπόμνημα επισημαινόταν ότι πρακτικά τα όργανα που δημιουργούνταν δεν θα πρόσφεραν στην αντιμετώπιση των ελληνικών μεταπολεμικών προβλημάτων.
Ο Βαρβαρέσος ήταν ένας από τους ομιλητές στην επιτροπή για την ίδρυση του ΔΝΤ. Σύμφωνα με τον Βενέζη, με εισήγησή του αφαιρέθηκε από το κείμενο της συμφωνίας «διάταξις, η οποία προέβλεπε την επιβολήν της ρήτρας του χρυσού εις τα δάνεια του ΔΝΤ. Και η συμμετοχή της Ελλάδος εις το κεφάλαιον της Διεθνούς Τραπέζης από 40 εκατομμύρια, εις τα οποία είχεν ορισθεί αρχικώς, περιωρίσθη εις 25 εκατομμύρια δολάρια».
Το κεντρικό πρόβλημα για τον Βαρβαρέσο, ήταν η διατήρηση των ελληνικών αποθεμάτων σε χρυσό. Αυτά δεν έπρεπε να χρησιμοποιηθούν ούτε για εξόφληση δανείων ούτε για αγορά αγαθών, αλλά για μελλοντική ανάπτυξη.
Η ειρωνεία είναι πως πράγματι αυτό έγινε δυνατό, σε μεγάλο βαθμό, αλλά αμέσως μετά τον πόλεμο θα εξανεμιστούν στο κερδοσκοπικό όργιο που ακολούθησε.
Οπως προκύπτει από τα οικονομικά «πιστεύω» του Βαρβαρέσου, αλλά και του άλλου καθηγητή οικονομολόγου Σμπαρούνη, η ελληνική αντιπροσωπεία στο Μπρέτον Γουντς θεωρητικά ήταν υπέρ του σχεδίου και των ρυθμίσεων του Κέινς («μεγαλοφυείς» χαρακτήριζε τις προτάσεις του ο Σμπαρούνης). Αλλά φαίνεται πως είχε την πεποίθηση ότι δεν πρόκειται να γίνουν αποδεκτές από τους Αμερικανούς. Η προτροπή του λόρδου οικονομολόγου «εμείς πληρώσαμε με αίμα (τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο), ας πληρώσουν τώρα οι Αμερικανοί με χρήμα (το μεταπολεμικό κόστος της ανασυγκρότησης)», ήταν σίγουρο πως θα έμενε στη σφαίρα των ευχών.
Αλλωστε, ούτε οι Αγγλοι επέμεναν στις προτάσεις τους μπροστά στο φάσμα της χρεοκοπίας που αντιμετώπιζαν. Η υποταγή της λίρας στο δολάριο «εξαργυρώθηκε» με αμερικανικά δάνεια προς τη Βρετανία.
Οταν στη βρετανική Βουλή συζητιόταν η έγκριση των συμφωνιών (Δεκέμβριος 1945), ο Κέινς αφόπλισε τους επικριτές τους λέγοντας: «Η άλλη οδός ήταν να δημιουργήσουμε χωριστό οικονομικό συγκρότημα... Θα αποτελούνταν από χώρες, στις οποίες χρωστάμε περισσότερα από όσα μπορούμε να πληρώσουμε και με τις οποίες θα συνάπταμε συμφωνίες να μας δανείσουν χρήματα, που δεν είχαν, και να τους πουλήσουμε προϊόντα, τα οποία δεν ήμασταν σε θέση να προσφέρουμε». Κάπως έτσι παραδόθηκε νομισματικά η βρετανική αυτοκρατορία στις ΗΠΑ...
Σύμφωνα με όσα παραθέτει ο Ηλίας Βενέζης («Χρονικόν της Τραπέζης της Ελλάδος») στη φάση της προετοιμασίας της διάσκεψης (Ιούνιος 1943 - Ιούνιος 1944) ο Βαρβαρέσος «εξέθεσε τας ελληνικάς αντιρρήσεις, δοθέντος ότι η χώρα μας πολύ ολίγην ωφέλειαν ημπορούσε να περιμένει από το σχέδιον εκείνο, ενώ της εζητείτο να αναλάβη σοβαράς υποχρεώσεις ως προς την μέλλουσαν συναλλαγματικήν της πολιτικήν...».
Την ίδια εκτίμηση επανέλαβε προς την ελληνική κυβέρνηση και μετά το τέλος της διάσκεψης. Δεν πρέπει, έλεγε, να περιμένει κάποια άξια λόγου οικονομική ενίσχυση από τους δύο νέους οργανισμούς. Είναι φανερό, πρόσθετε, ότι «ως είχον συσταθή προωρίζοντο να παίξουν αποφασιστικό ρόλο εις την διεθνή οικονομίαν μετά την αποκατάστασιν των εκ του πολέμου ζημιών και την επάνοδον του κόσμου εις την ομαλότητα».
Το επείγον πρόβλημα για την Ελλάδα, λίγο πριν από την απελευθέρωσή της, δεν ήταν η μεταπολεμική συναλλαγματική σταθεροποίηση και ο τρόπος μελλοντικού δανεισμού. Δεν είχε άμεση ανάγκη από νόμισμα, αλλά από είδη πρώτης ανάγκης...
Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η συμφωνία του Μπρέτον Γουντς μάλλον περνά απαρατήρητη στην Ελλάδα εκείνες τις τελευταίες μαύρες μέρες της Κατοχής. Προέχει ο αγώνας για το διώξιμο των κατακτητών και την επιβίωση.
Κάποια συζήτηση γίνεται σε ελληνικές εφημερίδες του εξωτερικού. Αλλά περιορισμένα ασχολείται και ο ελληνικός Τύπος το φθινόπωρο του 1944, καθώς οι Γερμανοί βρίσκονται υπ ατμόν. Ετσι, για παράδειγμα, όταν αρχές Σεπτεμβρίου ο Κ. Βαρβαρέσος φθάνει από τις ΗΠΑ στο Λονδίνο και αρχίζει να ενημερώνει προσωπικά για τη συμφωνία, δίνεται η ευκαιρία για ενασχόληση με το Μπρέτον Γουντς.
Γραμμένη, μάλλον, από κάποιον γνώστη των εξελίξεων, η πρώτη ελληνική εκτίμηση για τη συμφωνία βλέπει το φως στην εφημερίδα «Ελευθερία» (πρωτοεκδίδεται εκείνη την περίοδο και διανέμεται δωρεάν). Εκεί δίδεται με ακρίβεια, μάλλον, το κλίμα, οι διαπιστώσεις και οι προσδοκίες:
«Παρακολουθήσαμε και εμείς τα πεπραγμένα της νομισματικής διασκέψεως του Μπρέτον Γουντς, όπου ο κ. Βαρβαρέσος ανεφέρετο μεταξύ των εισηγητών και ηκούσαμεν με πολλήν χαράν τα ευμενή σχόλια των διεθνών κύκλων διά το κύρος και την επιστημονικότητα του Ελληνος αντιπροσώπου».
«Κολοσσιαίο βήμα» για την ανασυγκρότηση του κόσμου χαρακτηρίζεται η ίδρυση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Η Παγκόσμια Τράπεζα γεννά την ελπίδα ότι θα οδηγήσει στην απαλλαγή «της διεθνούς οικονομίας από τας καταστρεπτικάς συναλλαγματικάς διακυμάνσεις, τας οποίας εγνώρισεν ο κόσμος κατά την περίοδον του Μεσοπολέμου».
Αλλά παρά την αναγνώριση από τη διεθνή κοινότητα της παρουσίας του Βαρβαρέσου εκεί, «εκείνο που περιμένουμε να επιτύχη από τους Συμμάχους, πλην των γενικωτέρων οικονομικών, είναι η άμεσος και ταχεία οικονομική ενίσχυση του τόπου ουχί διά πιστώσεων, αλλά εις αγαθά...».
Η συμφωνία του Μπρέτον Γουντς θα κυρωθεί από την ελληνική κυβέρνηση με αναγκαστικό νόμο μετά τον πόλεμο (Δεκέμβριος 1945 επί κυβέρνησης Σοφούλη). Πρακτικά, η παρουσία των νέων οργανισμών θα αρχίσει να γίνεται αισθητή μετά το τέλος του Δόγματος Τρούμαν και του Σχεδίου Μάρσαλ και ειδικά από την περίοδο υποτίμησης της δραχμής (1953) και μετά.
Και μια ακόμη σημείωση: είναι τόσο σημαντική ακόμη και σήμερα η ανάλυση του αείμνηστου Βαρβαρέσου για την Ελληνική οικονομία, που την έχουμε επικαλεσθεί σε προηγούμενο post στο blog (link: "Σα να μην πέρασε μια μέρα").