" Υπάρχει ζωή στις οικονομίες μετά το χρέος;
Καταναλωτές, εταιρείες, επενδυτές και κράτη οφείλουν να απεξαρτηθούν από τη φιλοσοφία «αγόρασε τώρα, πλήρωσε μετά»
Το εάν υπάρχει ζωή μετά το χρέος δεν είναι ακόμη γνωστό, γιατί το χρέος είναι τόσο ισχυρό εθιστικό όσο το αλκοόλ και η νικοτίνη. Στις καλές εποχές της ευημερίας, οι Δυτικοί καταναλωτές δανείζονταν για να βελτιώσουν το επίπεδο της ζωής τους, οι εταιρείες για να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους και οι επενδυτές για να αυξήσουν τις αποδόσεις τους. Οσο διαρκούσε η ευωχία, ο Γουίλκινς Μικάουμπερ, ο θρυλικός ήρωας του Ντίκενς, δεν επαληθευόταν. Η περίφημη ρήση του -η λεγόμενη Αρχή Μικάουμπερ- είχε αντίστροφη ισχύ: «όταν τα ετήσια έξοδα υπερέβαιναν τα έσοδα, το αποτέλεσμα ήταν η ευτυχία, όχι η δυστυχία».
Για πολλά χρόνια ήταν «της μόδας» να χρωστάς, όχι το να αποταμιεύεις - είτε ήσουν άτομο, είτε εταιρεία, είτε η ίδια η κυβέρνηση. Λόγου χάριν, στις ΗΠΑ το χρέος του ιδιωτικού τομέα από το 50% του ΑΕΠ στη δεκαετία του 1950 έχει εκτιναχθεί σχεδόν στο 300%. Το 19ο αιώνα, βέβαια, οι κακοπληρωτές πήγαιναν στη φυλακή. Ωστόσο, η ευρύτερη διάδοση των πιστωτικών καρτών από τη δεκαετία του '60 καλλιέργησε στον υπέρτατο βαθμό τη φιλοσοφία του «αγόρασε τώρα, πλήρωσε μετά». Οι εταιρείες ακολούθησαν τα νοικοκυριά κατά πόδας. Ο μέσος όρος κατάταξης των ομολόγων υποχώρησε από τα επίπεδα Α του 1981 σε εκείνα των ΒΒΒ- σήμερα, δηλαδή μία γραμμή πάνω από τα επίπεδα των «ομολόγων-σκουπιδιών». Οσες επιχειρήσεις εξοικονομούσαν χρήματα στους ισολογισμούς τους θεωρούνταν άτολμες, ενώ η πτωχευτική νομοθεσία, όπως το γνωστό Chapter 11 στις ΗΠΑ, απέτρεπε τους πιστωτές από το να κατασχέσουν μία εταιρεία. Αυτό το «καθεστώς συγχώρησης» έδωσε το έναυσμα στους επιχειρηματίες να χρεοκοπούν, αλλά επέτρεψε και σε εταιρείες-ζόμπι να επιβιώνουν, όπως στην περίπτωση των αερομεταφορέων. Ειδικά στη Σίλικον Βάλεϊ, τον ομφαλό της υψηλής τεχνολογίας για τη σύγχρονη εποχή, η πτώχευση μιας εκ των πολλών εταιρειών, που βρίσκονται συγκεντρωμένες εκεί, είναι σαν «παράσημο», σαν μία ακόμα ουλή στο πρόσωπο ενός Πρώσου πολεμιστή.
Το κλίμα αυτό διευκολύνθηκε από κυβερνήσεις και δημόσιες αρχές. Κάθε φορά που μία κρίση χρέους απειλούσε την οικονομία, οι κεντρικές τράπεζες μείωναν τα επιτόκια. Η προοπτική αυτών των σωστικών παρεμβάσεων μείωνε τους κινδύνους που απέρρεαν από τον νέο δανεισμό. Φούσκες δημιουργούνταν αρχικά στις μετοχές, μετά στη στέγη. Οπότε, πλέον οι ανεπτυγμένες χώρες αντιμετωπίζουν δύο είδη προβλημάτων. Το πιο πιεστικό έχει να κάνει με το πώς θα αποπληρώσουν τα χρέη τους, που μετατοπίσθηκαν από τον ιδιωτικό τομέα στο δημόσιο, εφόσον οι κυβερνήσεις ορθώς έσπευσαν να στηρίξουν τις τράπεζες και να διασώσουν την οικονομία, προτού περιπέσει σε ύφεση. Εν τω μεταξύ, στο μέλλον οι κυβερνήσεις θα πρέπει να εξακολουθήσουν να βρίσκουν χρήματα, λόγω των υποσχέσεών τους για συντάξεις και περίθαλψη. Ο όγκος αυτού του χρέους θα πρέπει να χρηματοδοτείται σε τακτά διαστήματα και να μετακυλίεται. Κρίσεις εμπιστοσύνης είναι πολύ πιθανές, καθώς ο ρυθμός ανάπτυξης των πλούσιων οικονομιών αναμένεται να επιβραδυνθεί. Ακόμα χειρότερα, στον ιδιωτικό τομέα τα χρέη έχουν για εγγυήσεις ακίνητα, κι ενώ η αξία της οφειλής είναι σταθερή, εκείνη της περιουσίας μπορεί να υποχωρήσει. Διαμορφώνεται έτσι ένας φαύλος κύκλος με τους οφειλέτες να πωλούν ακίνητα, ωθώντας χαμηλότερα τις τιμές.
Καμία κυβέρνηση δεν επιθυμεί να σωρεύει χρέη, και όλες μαζί πρέπει να εξασφαλίσουν μία απατηλή και δυσνόητη ισορροπία, καθησυχάζοντας τις αγορές και συντηρώντας την ανάπτυξη.
Ενας πλούσιος κόσμος με λιγότερα χρέη θα μοιάζει πολύ διαφορετικός. Τα σπίτια για άλλη μια φορά θα γίνουν ο χώρος όπου κατοικούμε, όχι εργαλεία κερδοσκοπίας. Επίσης, η ζωή θα γίνει δυσκολότερη για τους επιχειρηματίες, καθώς περισσότερες από τις μισές νέες εταιρείες στηρίζονται σε δανειακή χρηματοδότηση. Oι χαράσσοντες πολιτική πρέπει να έχουν σαφείς προτεραιότητες στη δημιουργία όρων ανάπτυξης. Η Αμερική με το σχετικά νεανικό της πληθυσμό δεν θα δυσκολευτεί, ενώ για τη γηράσκουσα Ευρώπη η κατάσταση δεν γεννά αισιοδοξία. Οι νεότεροι και πιο ταλαντούχοι θα μεταναστεύουν, και αν η οικονομία μείνει στάσιμη, τότε όσοι μείνουν πίσω, θα αποφασίσουν ή να χρεοκοπήσουν ή να μειώσουν τις συντάξεις. Αρα, απαιτούνται διαρθρωτικές αλλαγές".
Η απόσταση που χωρίζει την οπτική του παρόντος άρθρου από εκείνη του αμέσως προηγούμενου άρθρου του κ. Krugman οφείλεται στις θεμελειακές αξίες των αρθρογράφων στοτί είναι η Οικονομική. Αναμένω τις παρατηρήσεις σας.